Με λένε Beck David Campbell Hansen αλλά προτιμώ το οικείο Beck. Μεγάλωσα μεταξύ Kansas και LA με όλον τον πλούτο της γηγενούς μουσικής - Leadbelly, Μississippi John Hurt, Blind Willie Johnson ήταν τα μπλουζ ακούσματά μου. Eίναι αδύνατο να μεγαλώνεις με τέτοιες υποκρούσεις και να μη γραπώσεις την κιθάρα σου. Μετά οι γρατζουνιές και το σκάρωμα των ιστοριών γίνονται χωρίς να το καταλάβεις. Μα δε βαριόμουνα να σκάβω και κάθε φολκ δίσκο - το κατεξοχήν ανεξερεύνητο πηγάδι της γης μου. Μου άρεσαν και οι άλλες μουσικές των δρόμων. Το rap και το hip hop, η soul και η funk. Και που λέτε άρχισα όλα να τ' ανακατεύω. Είτε στον ίδιο δίσκο, είτε στο ίδιο τραγούδι. Διασκέδαζα και διασκεδάζω πολύ μ' αυτά τα μουλτι-τρακ κολλάζ και τις συνθέσεις πάνω σε διαφορετικά μουσικά στρώματα. Κι ο θόρυβος καλός ήτανε, η πολλή μελωδία βλάπτει. Aν και το τελευταίο το αναθεωρώ, όπως θα διαπιστώσετε.
Με είπαν αντι-φολκ, υπήρχε και μια σχετική σκηνή εκεί στη Νέα Υόρκη - δε γινόταν να μην περάσω από κει- στα κατά Εast Village μέρη. Αποσυνέθεταν την παραδοσιακή φολκ και είπαν πως κι οι δικές μου συνθέσεις κάνουν το ίδιο. Προτιμώ όταν με λένε μεταμοντέρνο φόλκερ, αν κι εκεί στριμώχνομαι κάπως. Υποθέτω δεν εννοούν τίποτα άλλο παρά την ανανέωση του είδους μέσα από τις συνεχείς εισχωρήσεις των άλλων ειδών. Αν είναι έτσι το δέχομαι. Mου φαίνεται διασκεδαστικό πάντως που δυσκολεύονται στην ραφοκατάταξή μου. Για παράδειγμα ο Stephen Thomas Erlewine που έγραψε για τους δίσκους μου στις σελίδες του AMG μ' έβαλε στο σημείο εκείνο του χάρτη που ενώνονται οι συντεταγμένες του country rock (κι όχι του alt-country! διευκρινίζει), των early -70'ς τραγουδοποιών και της baroque - british psychedelia. Θα προτιμούσα να μη με παίρνουν όμως τόσο πολύ στα σοβαρά και να δίνουν λίγη περισσότερη σημασία στο χιούμορ μου. Τι κι αν συνοφρυώνομαι στα εξώφυλλα, έτσι προστάζει ο φωτογράφος. Όχι ελιτιστίκο όμως χιούμορ, αλλά σαρδόνιο και αυτοστρεφόμενο, για να εξηγούμαστε.
Όλο το βιογραφικό μου περνάει σύρριζα τον τελευταίο μου δίσκο. Με μια διαφορά : βρέθηκα σε καλή φάση τραγουδοποιίας. Ήξερα ακριβώς πώς ήθελα να ακούγονται τα τραγούδια μου : να μείνει η ομορφιά της φολκ μπαλλάντας και να στρωθεί πάνω στα έγχορδα. Όπως έκανε κι ο Νick Drake ας πούμε. Είπαν πως είναι ένα σπαραξικάρδιο άλμπουμ, ένα από τα αξιομνημόνευτα heart broken / late night απομνημονεύματα. Ίσως επειδή ακολουθεί έναν χωρισμό μου. Είναι ένα break up αλμπουμ δηλαδή. Δεν είναι όμως πικρό ούτε κλαψιάρικο. Μετέτρεψα τη λύπη μου σε όμορφα τραγούδια. Τα πικρά μου συμπεράσματα σε ήρεμες διαθέσεις. Δεν στρέφεται κατά εκείνης, αλλά είναι ο καθρέφτης μου. Άλλωστε μιλώ για πράγματα που παραμένουν timeless - έτσι θέλω να παραμείνουν τα κομμάτια μου. Για αλλαγή έφερα τον Nigel Godrich στην παραγωγή. Μην τον χαρακτηρίζετε μόνο απ' το "ΟK Computer" του, ψάχνεται κι αυτός. Μαζί ζαχαρώσαμε το μπακγράουντ των κομματιών μου, δεν είχαμε όρεξη για θορύβους.
Σπανίως αγαπώ κομμάτια μου, αλλά δώστε μια ακοή στα "The golden age", "Guess I'm doing fine", "Lonesome tears", "Sunday sun". Πιστεύω πως την αξίζουν. Μη μου αλλάξετε όμως ράφι στο δωμάτιό σας. Ξέρω πως δε μένω σ' ένα είδος για πολύ. Εδώ όμως μ' όλα αυτά τα μπαλλαντότροπα, γλυκομέλωδα και βαθιά αποκαλυπτήριά μου ένοιωσα πως έδωσα τον καλύτερο μου εαυτό.