All Nerve
"Σαγηνευτικός και μνημειώδης", "απλά καλός", "αμήχανος", "τυπικός". Επίθετα του Τάσου Πατώκου για τους τέσσερις προηγούμενους δίσκους των Breeders. Τι να επιφυλάσσει άραγε για τον καινούργιο;
Το 1990 η Kim Deal μαζί με την Tanya Donelly των Throwing Muses βρέθηκαν στο studio με σκοπό να ηχογραφήσουν το «τέλειο disco album» και πιο πολύ για να κάνουν την πλάκα τους. Το “Pod” που προέκυψε δεν είχε καμία σχέση με disco, αλλά ήταν και παραμένει ένας από τους πιο cool δίσκους όλων των εποχών. Ήταν ο λόγος που η νεαρή τότε Polly Jean Harvey επεδίωξε να δουλέψει με τον Steve Albini για το δεύτερο album της, ενώ ο Kurt Cobain τον είχε βάλει στην τρίτη θέση στην πενηντάδα των πιο αγαπημένων του δίσκων.
H αλήθεια είναι ότι οι The Breeders δεν ξαναηχογράφησαν ποτέ κάτι τόσο μνημειώδες όσο το “Pod”, αλλά τα επόμενα χρόνια συνέβησαν τα εξής δύο αναπάντεχα: το 1993 κυκλοφόρησαν έναν καλό (απλά) δίσκο (“Last Splash”) που ευτύχησε να έχει ένα πολύ επιτυχημένο single (“Cannonball”) και τους έκανε ένα από τα πιο εμπορικά ονόματα της ανεξάρτητης σκηνής. Και λίγο αργότερα, οι Prodigy χρησιμοποίησαν ένα sample από το “Last Splash” για το “Firestarter”, χάρη στο οποίο η Deal θα μπορούσε να ζει για κάμποσα χρόνια μόνο από τα δικαιώματα, χωρίς να κάνει οτιδήποτε άλλο.
Και αυτό ήταν που έκανε (σχεδόν), μιας και το τρίτο album των The Breeders κυκλοφόρησε εννέα ολόκληρα χρόνια μετά. Για τη δημιουργία του η Deal τσακώθηκε με ένα σωρό κόσμο (κάμποσους παραγωγούς, την εταιρεία της που είχε αρχικά ανακοινώσει ότι ο δίσκος θα έβγαινε το 1998, και μια σειρά από μουσικούς που έφυγαν τρέχοντας) στην προσπάθειά της να ηχογραφήσει τον ήχο που ακριβώς ήθελε. Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος αν το “Title TK” που προέκυψε είναι αυτό που είχε στο μυαλό της, πάντως δεν ήταν ένας δίσκος που δικαιολογούσε 9 χρόνια αναμονής (ή έστω 7 αν υπολογίσει κανείς το side project των The Amps του 1995). Ως «δύσκολος επόμενος δίσκος μετά από μια μεγάλη επιτυχία» προκαλεί παρόμοια αμηχανία με εκείνο το δεύτερο album των Elastica.
Τέταρτος δίσκος το “Mountain Battles” του 2008, και χωρίς να είναι κακός, ήταν μάλλον τυπικός για τα μέτρα τους, και από εκείνους τους δίσκους έχουν 2-3 ωραίες στιγμές αλλά γενικά ξεχνιούνται εύκολα. Το καλύτερο πράγμα σχετικά με το “Mountain Battles” είναι το video στο YouTube με το πάρτυ για την κυκλοφορία του δίσκου, εκεί που η Κim προσπαθεί να κόψει μια τούρτα με ένα πλαστικό μαχαιράκι (ψάξτε για “Mountain Battles Release Party” και προχωρήστε το στο 17:14).
Εν τω μεταξύ η Kim ξαναέσμιξε με τους Pixies αλλά ευτυχώς πρόλαβε να φύγει την κατάλληλη στιγμή (πριν μπει το όνομά της πάνω στους ντροπιαστικούς δίσκους που κυκλοφόρησαν), έβγαλε μια σειρά από solo 7ιντσα, και χωρίς να βιαστεί ιδιαίτερα (ασφαλώς) ηχογράφησε το νέο album των Breeders με τα ίδια μέλη από την εποχή του “Last Splash”. Δέκα χρόνια μετά το “Mountain Battles”, έχουμε, λοιπόν, έναν ακόμα δίσκο Breeders, 11 τραγούδια με συνολική διάρκεια λιγότερο από 35 λεπτά.
Λίγοι καλλιτέχνες μπορούν και τη βγάζουν καθαρή κυκλοφορώντας μισάωρους δίσκους σε τόσο αραιά χρονικά διαστήματα. Ο λόγος που αυτό συμβαίνει με τους Breeders είναι αυτό το cool που λέγαμε παραπάνω – το οποίο ενώ οι Pixies το έχουν χάσει εδώ και πολλά χρόνια, η Deal δεν το έχασε ποτέ. Ο δεύτερος και σημαντικότερος λόγος είναι όταν οι Breeders θα γράψουν καλό τραγούδι, τότε θα είναι πραγματικά πολύ καλό τραγούδι, κι εδώ αυτό συμβαίνει σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις, στην αρχή και στο τέλος του δίσκου με το “Nervous Mary” να είναι μια 100% Breeders στιγμή που θα μπορούσε κάλλιστα να ανήκει στα highlights του “Last Splash”, και τον επίλογο “Blues At The Acropolis” όπου η Kim μελαγχολεί με αφορμή εκείνους που κάνουν την ανάγκη τους (την μικρή ευτυχώς) πλάι στα αρχαία (κι εγώ μια φορά είχα πάει στην Κνωσσό κι ένας έβγαζε φωτογραφίες πάνω σε έναν αρχαίο θρόνο κρατώντας τσιγάρο – νομίζω ότι καταλαβαίνω το συναίσθημα).
Κατά τα άλλα, τα τραγούδια που τραβάνε την προσοχή στις πρώτες ακροάσεις είναι και τα δύο διασκευές: το μεν “Walking With A Killer” από ένα από τα 7ιντσα της Kim, το δε “Archangel’s Thurderbird” από Amon Duul II. Η Josephine Wiggs βγαίνει στην πρώτη γραμμή με το “MetaGoth” (η τελευταία φορά που είχε συμβεί αυτό ήταν στο κομμάτι που έκλεινε το “Pod”), και δε δυσκολεύεται να αποδείξει ότι – αν και δε φτάνει βέβαια την Deal – είναι και αυτή απερίγραπτα cool. Έχουμε και μερικά γεμίσματα που εμποδίζουν το δίσκο να απογειωθεί και που δε θα ενοχλούσαν σε ένα μεγαλύτερης διάρκειας album ή αν το group είχε πιο τακτική δισκογραφική παρουσία, αλλά αυτό είναι το τίμημα όταν επιλέγεις να είσαι τόσο ακριβοθώρητος: οι αδιάφορες στιγμές σου κρίνονται πιο αυστηρά.
Με μια πρόταση, το “All Nerve” είναι ένας καλός δίσκος, αντάξιος του παρελθόντος του συγκροτήματος. Τώρα, αν αυτό είναι αρκετό, και το τι βαθμό θα έβαζε κανείς εξαρτώνται από τις προσδοκίες του καθενός. Θα μπορούσε να είναι 5 για κάποιον που θα ήθελε κάτι τόσο σαγηνευτικό και μυστηριώδες όσο το “Pod”, θα μπορούσε να είναι 9 για κάποιον που είναι ευχαριστημένος απλά και μόνο που οι Breeders υπάρχουν ακόμα και συνεχίζουν να βγάζουν καλά τραγούδια – έστω και λίγα τη φορά. Ο λόγος που επιλέγω το 7 δεν είναι τόσο από διπλωματία ή για να δώσω έναν «μέσο όρο», είναι επειδή μετά από μερικές ακροάσεις προτίμησα να ξανακούσω το “Pod” και το “Pacer” των The Amps, και δεν είναι λίγο στενάχωρο να έχεις ένα νέο album από ένα από τα αγαπημένα σου group και αντί να θες να το ξανακούσεις να προτιμάς κάτι που έχεις ήδη ακούσει πολλές εκατοντάδες φορές;