All these people, they make me feel so alone, ξεστομίζει κάπου στο Midnight's Another Day ο αειθαλής γκουρού της Υπέρτατης Ποπ Θρησκείας, κ.κ. Brian Wilson, ετών 66. Οι λεζάντες μας κάτω από το όνομά του γράφουν: Beach Boys, η βίβλος της ποπ αρμονίας, ένας δίσκος ορόσημο, απροσμέτρητη επιρροή σε μυριάδες επιγόνους, νευρική κατάρρευση στα sessions του τότε απορριφθέντος Smile, επιστροφή. Σε εκείνη την πνευματική του συσκότιση αναφέρεται η σπαρακτική φράση At 25, I turned out the light/ 'Cause I couldn't handle the glare in my tired eyes (από το Goin' Home). Είναι λοιπόν το That Lucky Old Sun ένας α λα Scott Walker δίσκος θλίψης και κατάβασης στις αβύσσους; Ούτε κατά διάνοια!
Εδώ υπάρχει φως, εκτυφλωτικό και ευφοριακό, υπάρχει το υλικό των ονειρωδών πεδίων που μας πήγαινε ο Brian, με όλα τα συναφή: έγχορδα, πνευστά, αρμονικά back vox, η στόφα της ιδανικής 60ς ποπ με ροκ ενορχήστρωση. Εδώ τίποτα δεν έχει αλλάξει από το ανέμελο λούστρο της αιώνιας και υποτιθέμενης ξενοιασιάς των αρχικών 60ς (προσέξτε: στην προ-acid εποχή!) αλλά και τίποτα δεν έχει μείνει ίδιο. Αυτό είναι το concept του That lucky old sun (που τιτλοφορείται από το γνωστό τραγούδι του 1949, που προφέρθηκε από τα χείλη των Armstrong, Charles και Sinatra): 24 ώρες στον αγαπημένο του τόπο του - το Los Angeles, ένα τραγουδιστικό sightseeing, που βολτάρει σε μερικά αξιοθέατα, στην κινηματογραφική βιομηχανία του L.A., στο πνεύμα της ακτής.
Εδώ ξαναμαζεύονται δίπλα του ο Van Dyke Parks (περίφημη μούρη των σκηνών και των προαστίων, συ-συνθέτης στο Smile, λεκτικός προμηθευτής των Γουιλσονικών ραψωδιών - σας συστήνω οπωσδήποτε το κοινό τους Οrange Crate Art) και ο πολυοργανίστας Scott Bennett, οι Wondermints γενικώς, κοινώς η μπάντα που σμίλεψε τις νέες εκδόσεις των Pet Sounds και Smile. Ο δίσκος ηχογραφήθηκε τους 4 πρώτους μήνες του 2008 στα Χολυγουντιανά Capitol Studios, όπου ηχογράφησαν για πρώτη φορά οι Boys του το Surfin Safari/409 (1962).
Δεν μας πειράζει που ανάμεσα στα τραγούδια εισχωρούν μικρά ιντερλούδια άκομψης φωνητικής απαγγελίας του Brian (τακτική Johnny Cash;), με μουσική υπόκρουση του Parks. Γιατί τα "κανονικά" τραγούδια φωτίζουν υπέροχα, όπως το σούπερ doo-wop Good Kind of Love, το νοσταλγικό βιμπραφωνίζον Forever She'll Be My Surfer Girl, το Mexican Girl που μαντεύετε ακριβώς τι είναι, το Live Let Live.
Μεγάλη μπουγκιά παίξε, μεγάλη κουβέντα μην πεις. Γι' αυτό και το σούπερ boogie Going Home blues μιλάει γι' αυτά που δεν ειπώθηκαν τότε: για την ζοφερή εκείνη εποχή των τελών των 60ς που ο BW άρχισε να χάνει το χαμόγελό του και τα νεύρα του την υπομονή τους. Οι εποχές έχουν αλλάξει και στις παραλίες δεν υπάρχει η σερφ ανεμελιά αλλά η σφαγή των φαλαινών (στην οποία αφιερώνει το έξοχο Live Let Live). Κάποιοι πήραν τα διαμάντια από την ψυχή του και τα μετέτρεψαν σε κάρβουνο, μας λέει στο Oxygen To The Brain. Αλλά ο αίλουρος είναι εδώ και τους φτύνει ήλιο: I wasted a lot of years, I'm filling up my lungs again and breathing life.
Μοναδικό παράπονο: που αυτά τα φωτεινά ταξιδιάρικα τραγούδια κυκλοφορούν το Σεπτέμβριο, που εδώ για μας είναι μια τόσο αμήχανη, μελαγχολική εποχή. Αλλά θα μου πείτε, ούτε τα καλοκαίρια μας είναι αυτά που ήταν, πόσο μάλλον εκείνου...