High hopes
Διασκεύασε Suicide και Saints, φώναξε και τον Tom Morello να παίξει. Τσιμπάμε; Της Χίλντας Παπαδημητρίου
Για την καλή χρονιά, σας έχω ένα νέο ευχάριστο κι ένα νέο δυσάρεστο: Έβγαλε καινούργιο δίσκο ο Springsteen! Και το ευχάριστο ποιο είναι; θα αναρωτηθείτε οι μισοί. Για τους άλλους μισούς που θα το θεωρήσουν ευχάριστο, έχω τώρα και το δυσάρεστο: και να μην τον είχε βγάλει...
Μετά την πρώτη ακρόαση, ο δίσκος σου αφήνει την απορία: τι ακριβώς είχε στο μυαλό του ο ποιητής; Για πολλά μπορείς να κατηγορήσεις τον Bruce, αλλά όχι για έλλειψη σαφούς προσανατολισμού και στόχου. Ο ίδιος έχει παραδεχτεί ότι σε κάθε άλμπουμ του διαπραγματεύεται μια ιδέα, λίγο ως πολύ. Ότι αντιμετωπίζει τον κάθε δίσκο σαν μυθιστόρημα, κάτι που δίνει στην πλειοψηφία τους το χαρακτήρα concept. Το πρόσφατο Wrecking Ball, για παράδειγμα, ήταν το άλμπουμ της Οργής και της Κρίσης. Το Rising του 2002, το άλμπουμ του Πόνου, της Απώλειας και της Δύναμης που αναζητούμε μέσα μας. Το High Hopes είναι λοιπόν το Πάτσγουερκ από Ανόμοια Πράγματα. Αυτό οφείλεται στο ότι είναι ο πρώτος δίσκος του Bruce που αποτελείται από διασκευές, outtakes και ξαναδουλεμένα παλιότερα κομμάτια. Οι φαν του πιστεύουν ότι μερικά από τα outtake (κομμάτια δηλαδή που ηχογραφήθηκαν αλλά έμειναν έξω από κάποια άλμπουμ), είναι εφάμιλλα αν όχι καλύτερα από εκείνα που μπήκαν τελικά. Το πρόβλημα του δίσκου δεν είναι το επίπεδο των τραγουδιών μόνο, αλλά και ο τρόπος που διαχειρίστηκε το παλιότερο υλικό του ο Bruce. Ο παραγωγός Ron Aniello παρέλαβε έτοιμο, ηχογραφημένο υλικό, κι αφαίρεσε/πρόσθεσε/έκοψε κι έραψε - δημιουργώντας την κουρελού που ακούμε τελικά. Δεν λέω, είναι συγκινητικό να ακούς τον Clarence Clemons στο Harry's Place, αλλά η αγριεμένη κιθάρα του new kid on the block, Tom Morello, δεν κολλάει με τον ήχο της E Street Band και της αλλάζει τις ισορροπίες - ή τα φώτα.
Το ομώνυμο High Hopes είναι σύνθεση του folk κιθαρίστα Tim Scott McConnell, ο οποίος το είχε ηχογραφήσει μόνος το 1987 και με τους Havalinas το 1990. Ο Springsteen το είχε βάλει σ' ένα ep που συνόδευε την VHS του ντοκιμαντέρ Blood Brothers (1996). Πρόκειται για κλασικό μπρουσικό anthem, με θεματολογία και μουσική γραμμή που μοιάζει φτιαγμένη ειδικά για τον Bruce και τις αρένες. Το εντυπωσιακό είναι πόσο σύγχρονοι παραμένουν οι στίχοι: "Give me help, give me strength /Give a soul a night of fearless sleep /Give me love, give me peace /Don't you know these days you pay for everything / Got high hopes..." Τα κρουστά μοιάζουν πιο μηχανικά, τα παλιότερα φωνητικά είχαν περισσότερη γλύκα - κατά τα άλλα, η καινούργια εκτέλεση κερδίζει στα σημεία.
Το American Skin (41 shots) είναι η απόδειξη ότι κάθε τραγούδι με καυτό θέμα δεν είναι κατ' ανάγκη καλό. Βασισμένο στο περιστατικό της δολοφονίας του μετανάστη Amadou Bailo Diallo από τέσσερις ένστολους αστυνομικούς στη Νέα Υόρκη, το 1999, θα μπορούσε να γίνει κάτι ανάλογο του Hurricane. Όσο το κομμάτι παραμένει σε χαμηλούς τόνους, σχεδόν σε κερδίζει` μόλις μπαίνει η σκληροτράχηλη κιθαριστή γέφυρα, χάνεται η θλίψη και η οδύνη που αποπνέουν οι στίχοι.
Εκεί που πραγματικά έχει διαπραχθεί δολοφονία είναι στην επανεκτέλεση του the Ghost of Tom Joad. Από ακουστικό, χαμηλών τόνων, συγκινητικό τραγούδι που θα έκανε περήφανο τον Woody Guthrie, γίνεται κιθαριστική δεξιοτεχνική επίδειξη κατάλληλη για το κοινό των Rage Against the Machine. Μη με παρεξηγήσετε: ο Morello είναι σπουδαίος κιθαρίστας αλλά δεν κολλάει στην E Street Band. (Θέλουμε τον Steve!) Το rap-metal ηχόχρωμα της κιθάρας του έχει αντικαταστήσει την ακουστική κιθάρα της πρώτης εκτέλεσης, δημιουργώντας ένα άλλο πνεύμα-ήθος-ύφος. Το ύφος που ταιριάζει στους RAtM - όπως το διασκεύασαν το 1997. Οι λίγες νότες του βιολιού της εισαγωγής θυμίζουν αμυδρά τη φυσαρμόνικα που το συνέδεε με τη γενιά των τραγουδοποιών του protest song, αλλά τι να σου κάνει το βιολί της Soozie Tyrell δίπλα στην αγριεμένη κιθάρα του Morello.
Αληθινή έκπληξη είναι το Just Like Fire Would των Αυστραλών Saints, της μετά-punk περιόδου τους. Ευτυχώς, ο Aniello έχει αντιγράψει τα πνευστά της αρχικής εκτέλεσης, και το τραγούδι παραμένει ένα αληθινό κομψοτέχνημα που αποφεύγει να βαρύνει ο Bruce με τον υπερβολικό στόμφο που τον διακρίνει μερικές φορές.
Το τραγούδι που διασώζεται είναι το Dream Baby Dream, των Suicide, με το οποίο τελειώνει όλες τις συναυλίες του ο Bruce από την εποχή της περιοδείας Devils and Dust. Εδώ, χωρίς συνθεσάιζερ και βαρυφορτωμένες ενορχηστρώσεις, ο Bruce σε πείθει ότι δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να ονειρευόμαστε.
Τα υπόλοιπα κομμάτια προσπαθώ να ξεχάσω ότι τα άκουσα. Όπως και την ιδέα του Aniello (ή του Bruce) να κολλήσει διάφορα συνθεσάιζερ και ηλεκτρονικά εφέ, εδώ κι εκεί. Ή μια gospel εισαγωγή στο Heaven's Wall, την οποία υπονομεύει αμέσως μετά η μεταλλάδικη κιθάρα. Η νοσταλγική ιρλανδέζικη ατμόσφαιρα του This is your Sword δεν διασώζει το κομμάτι.
Πάω να διαβάσω τη βιογραφία του για να παρηγορηθώ.