Χρειάστηκαν έξι χρόνια και τέσσερις δουλειές, στο 'Collisions' του '05 όμως η μεταμόρφωση των τριών νεοϋορκέζων ήταν θεαματική. Εκεί κατάφεραν ν' αποτινάξουν οριστικά την κλειστοφοβία του studio και να συμπυκνώσουν την ακαθόριστη ατμοσφαιρική μελαγχολία σε τραγούδια που παρέσυραν πολλούς (και τον υπογράφοντα) σε συγκρίσεις με τους Interpol. Είναι αλήθεια βέβαια πως ο Aurelio Valle κι η παρέα του έβαλαν σέπια αποχρώσεις στο μαύρο ματ χρώμα των επιφανών αυτών συμπολιτών τους, η επόμενη δουλειά όμως έρχεται σήμερα να δείξει ότι ο Valle είναι πολύ απορροφημένος απ' το βασανισμένο εσωτερικό του τοπίο για να προσέξει τέτοιες συμπτώσεις.
Αυτό είναι που τον ενδιαφέρει, να εξωτερικεύσει και, αναπόφευκτα σχεδόν, επιστρέφει στις ζοφερές διαθέσεις που χαρακτήρισαν την αρχή τους. Οι Calla έχουν όμως αποκτήσει πλέον ταυτότητα και ήχο, art-rock αναγνωρίσιμο ακόμη κι όταν η ακουστική κιθάρα αντικαθιστά την ηλεκτρική στα μισά περίπου τραγούδια του Numbers και, καθώς συνεχίζουν να κρατούν τα ηλεκτρονικά τεχνάσματα μακριά απ' την επιφάνεια, το αποτέλεσμα λειτουργεί. Σε τραγούδια όπως το 'Sanctify' της υποδοχής, ανακεφαλαιώνουν και διυλίζουν τη μέχρι τώρα πορεία τους, καθώς το βαρύ κι έντονο mid-tempo δίνει μορφή στην ατμοσφαιρική μελαγχολία, ενώ τα λιτά riffs υπογραμμίζουν τη φωνή του Valle που απειλεί να εκραγεί οποιαδήποτε στιγμή.
Οι Calla επιλέγουν και κρατούν εδώ τα πιο αντιπροσωπευτικά στοιχεία απ' όλες τις δουλειές τους, συγκεντρώνουν μ' άλλα λόγια τις δυνάμεις τους και τις διοχετεύουν σε μερικά από τα καλύτερά τους τραγούδια, όπως το προαναφερόμενο ή το επιθετικό 'Bronson', με ασυνήθιστη γι' αυτούς ένταση, φανερή ακόμη και μέσα στην πολύπλοκη ψυχεδέλεια του 'Le Gusta El Fuego' ή την ανήσυχη μελαγχολία του 'Malicious Manner', όπου αναδύονται -για λίγο- και τα ηλεκτρονικά. Αυτό είναι άλλωστε και το κεντρικό θέμα του Numbers όπως το εκθέτει διεξοδικά ο Valle στο 'Rise', την καλύτερη μάλλον σύνθεση των Calla, όπου διαπιστώνει το λάθος του ν' αναζητήσει την ασφάλεια στην αποδοχή των πολλών ("I have beaten on a cold dead horse") και αντιλαμβάνεται τη δύναμη που μπορεί ν' αντλήσει απ' τον εαυτό του πρώτα και το άμεσο περιβάλλον του έπειτα ("strength in numbers is a surefire bet, don't say this to no one else").
Αυτονόητες και τετριμμένες πιθανόν διαπιστώσεις, οπλίζουν όμως τον Valle με εστιασμένη ένταση που ενημερώνει και κάνει να σιγοκαίνε σαν αναμμένα κάρβουνα ακόμη και οι πιο απλές θλιμμένες μπαλάντες ('Defenses Down', 'Sleep In Splendor', 'A Sure Shot', 'Sylvia's Song') ενώ, όπου αυτή απουσιάζει, η γνώριμη μελαγχολία που φορούν σα δεύτερη φύση οι Calla φαίνεται πλέον ελλιποβαρής και μέτρια ('Dancers In The Dust', 'Stand Paralyzed', αλλά και το straight rocker 'Simone' που θα είχε καλύτερη θέση στο Collisions).
Προσωρινή (πιθανόν) στάση κάνουν λοιπόν οι τρεις Calla στη διαδρομή που τους έφερε απ' το Texas στην Νέα Υόρκη κι από τη σχολή του Michael Gira στους Interpol και, όπως κρατούν μόνον τα απαραίτητα απ' όσα έχουν προηγηθεί, εμφανίζονται πιο αποτελεσματικοί από ποτέ, παρουσιάζοντας την καλύτερη και πιο αντιπροσωπευτική δουλειά τους, παρά τις -λίγες- αδύνατες στιγμές, αλλά και την επιμονή του Valle να φορά τη βάσανό του σαν περιβραχιόνιο, καθώς καταφέρνουν εδώ να δώσουν τραγούδια που στοιχειώνουν ύπουλα τον ακροατή και αρνούνται να τον εγκαταλείψουν, όπως άλλωστε προειδοποιεί απ' την αρχή κι ο ίδιος: "I'm comin' at you from behind... when you least expect it" ('Sanctify').