Από τα νέα πρόσωπα στο χώρο της folk, η Cara Dillon είναι μια σύγχρονη Ιρλανδή με καταγωγή από το Dungiven του County Derry. Στα πρώτα της βήματα υπήρξε τραγουδίστρια σε παραδοσιακές μπάντες όπως οι Oige και De Dannan, μέχρι που μετακόμισε στην Αγγλία για να αντικαταστήσει την Kate Rusby στους Equation το 1995. Αν και αυτοί οι τελευταίοι είχαν υπογράψει στη Warner, το album που ηχογράφησαν μαζί της δεν κυκλοφόρησε ποτέ. Για την Cara Dillon, όμως, η όλη εμπειρία της δεν είχε μόνο τη μουσική πλευρά. Τότε ήταν που γνωρίστηκε με τον Sam Lakeman και έκτοτε πηγαίνουν πακέτο - στη μουσική και στη ζωή.
Το ‘Sweet liberty’ είναι το δεύτερό της album και γράφτηκε στο σπίτι των δύο στο Somerset. Αφήνει, όπως και το πρώτο της, να φανούν οι πάμπολλες επιρροές τους από την αστείρευτη κέλτικη μουσική, τόσο στις διασκευές σε παραδοσιακά της πατρίδας της, όσο και στις δικές τους συνθέσεις.
Η φωνή της Cara Dillon είναι όμορφη, ζεστή και έχει την κλασική χροιά που έχει στο νου του κάποιος για να την ταιριάξει στις ιρλανδικές μπαλάντες που ερμηνεύει. Η ρηχότητα του ‘Sweet liberty’, ως σύνολο τραγουδιών πια, δεν είναι η Cara Dillon καθαυτή, αλλά η αυστηρή θέση και προσήλωση πάνω στις φόρμες του παραδοσιακού, τόσο που δίνεται η εντύπωση πως το αποτέλεσμα κρατιέται σε ένα είδος πισωγυρίσματος στο παρελθόν (με τις έννοιες του καταγεγραμμένου και του ιστορικού ως συμβάντα, και όχι άλλες). Σε κάθε δίλημμα, σε κάθε στροφή που απαιτείται χρώμα ή μια φράση, οι συνθετικές λύσεις έρχονται λες έτοιμες.
Τα ‘The germ of the Roe’ και ‘The winding river Roe’ είναι δύο παραδοσιακά του Dungiven γύρω από τον θρύλο της πριγκίπισσας Finvola, με τον οποίο "...μεγαλώνουν όλα τα παιδιά" σε αυτή την ιρλανδική πόλη και η αγάπη της Cara Dillon γι’ αυτόν την σπρώχνει να τον κάνει γνωστό και αλλού. Το ‘Standing on the shore’ είχε γίνει γνωστό από την Anne Briggs. Μια ακόμα διασκευή, το ‘There were roses’ του Tommy Sands αναφέρεται άμεσα στο πρόβλημα της Βόρειας Ιρλανδίας. Είναι το μοναδικό σημείο όπου οι ρίζες γίνονται εφαλτήριο πολιτικού λόγου. Οι αυθεντικές συνθέσεις απλώς υπάρχουν.
Ο συμβιβασμός που ανέφερα προηγουμένως είναι εν προκειμένω βραδυφλεγής στο ‘Sweet liberty’, όπως και οι εμμονές των ιθυνόντων ώστε αυτό να παραμείνει στην ευθεία με σταθερό βήμα. Λιγότερος συντηρητισμός θα του έδινε την ελαφρύτητα της μέθης και απώτερα την λοξοδρόμηση της ανατρεπτικότητας. Θα ξέφευγε πάντως από το τέλμα του τετριμμένου της easy listening folk που είναι συγκινητική μόνο σε βετεράνους πολέμων.
Αν συγκρίνει κάποιος το παρόν cd με το ‘The mask and the mirror’ της Loreena McKennitt, κάποια τραγούδια της Enya, ακόμη και των Clannad, τον τρόπο που αποποιήθηκε αυτόν τον ρόλο της παράδοσης η Sinead O’Connor (το mainstream έχει πάρα πολλές θεωρήσεις, τρομάξατε;), αν και του έμεινε σχεδόν πάντα προσηλωμένη, θα καταλάβαιναν οι Cara Dillon και Sam Lakeman πως δεν αρκεί μια αναφορά στις σελίδες του Songlines. Χρειάζεται να μην αυτοχαρακτηρίζονται εκ των προτέρων ως μουσειακά κειμήλια. Πάντοτε, το ζητούμενο θα είναι στο να μην βλέπουμε το κοσμικό της ιστορίας μέσα από το παράθυρο, αλλά κατάματα.
Το ‘Sweet liberty’ είναι μια ψευδαίσθηση που ενέχει όντως πληθωρικό ρομαντισμό, ενίοτε αιθέριο. Όταν όμως αυτός υλοποιείται, πέφτει κατευθείαν στο κενό. Και μη με ρωτάτε, τα έχω πάρα πολύ με τις επιλογές πλέον της Rough Trade, οι οποίοι εκεί που είχαν το κεφάλι στραμμένο μπροστά, τελευταίως όλο προς τα πίσω κοιτούν. Είναι άραγε θέμα εμπορικότητας και σχετικής ανάγκης; Ό,τι κι αν είναι πέφτουν σε παγίδες, όπως αυτή. Μετριότητα. Μικρή η σημασία ακόμη και του...