Pompeii
Η Πομπηία στην Ιστορία έχει μείνει σύμβολο της αιφνίδιας καταστροφής, στην ποπ κουλτούρα χαράχτηκε με τους Pink Floyd. Εδώ αποκτά πλέον και μεταφορικές προσωπικές διαστάσεις. Της Μαρίας Φλέδου
Δεν είναι απαραίτητο να γνωρίζει κανείς ολόκληρη τη δισκογραφία της Cate Le Bon πριν ακούσει το ‘Pompeii’ αλλά ένα background check βοηθάει λίγο στην κριτική του, τουλάχιστον σε σχέση με το ‘Reward’ του 2019, αν όχι την πορεία της ως εκεί, από folk μέχρι experimental και από την Ουαλία ως το LA.
Τότε λοιπόν, μπήκε οικειοθελώς σε απομόνωση κάπου στο Lake District για να γράψει τον πέμπτο δίσκο της -το ‘δεύτερο πρώτο άλμπουμ’ όπως το περιέγραψε η ίδια- έχοντας μια ολοκληρωμένη ιδέα για τι και πώς πάει να κάνει, κόνσεπτ και μέθοδο, και το αποτέλεσμα ήταν (όχι μόνο) για μένα 10/10. Αυτή τη φορά η απομόνωση (στο Cardiff) δεν ήταν επιλογή αλλά σημείο των καιρών και εκ των πραγμάτων μια διαφορετική εμπειρία και για την ίδια. Είναι όμως αυτό αρκετό ώστε να χαρακτηρίσει την διάθεση ενός δίσκου ή μία απλουστευμένη εκδοχή της δημιουργικής της διαδικασίας;
Την Cate Le Bon συνήθως την συνοδεύει ο χαρακτηρισμός musical artist, παρά ένα σκέτο μουσικός ειδικά με την ευρύτερη έννοια του pop ως popular, που ακούγεται δηλαδή συχνά στα ραδιόφωνα (κι ας είναι radio 6), που μπορούμε εύκολα να δούμε ζωντανά, να διαβάσουμε ή ακούσουμε συνεντεύξεις της και βέβαια να αγοράσουμε τους δίσκους της, οι οποίοι ανήκουν μεν στα πλαίσια της avant garde ως είδος, αλλά δεν είναι και δυσεύρετα έργα τέχνης. Σίγουρα δεν την λες και household name, αλλά, στη Βρετανία τουλάχιστον, από το ‘Reward’ και μετά απέκτησε μεγαλύτερο κι ευρύτερο μουσικά κοινό.
Το ένα βέβαια δεν αποκλείει αναγκαστικά το άλλο και το ‘musical artist’ δεν κάνει αυτόματα το κάθε έργο αυστηρά conceptual, ή μάλλον εγκλωβισμένο στην ιδέα χωρίς ποτέ να ξανοιχτεί στις δυνατότητες/πιθανότητες που υπάρχουν πρακτικά αλλά και λόγω των συγκυριών. Έτσι, με αυτό το άλμπουμ -και αυτό έχει να κάνει σε ένα βαθμό με τις συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία έστω ως αφορμή- φαίνεται πως γίνεται πιο επικοινωνιακή όσο και ‘multidirectional’ και στις μουσικές αναφορές της αλλά και μέσω των στίχων της. Και αυτή τη φορά είναι και συμπαραγωγός.
To ‘Pompeii’ ξεκινάει όπως ακριβώς θα περίμενα το follow up του ‘Reward’, με το ‘Dirt on the bed’. Όμως όπως διαπιστώνει η ανυποψίαστη ακροάτρια στο δεύτερο κιόλας κομμάτι, είναι κάθε άλλο παρά προβλέψιμο. Το ‘Moderation’ μάλλον είναι το πιο εθιστικό κομμάτι που έχει γράψει ποτέ, pop-μελωδικό, με αρχή, μέση, build up και τέλος και ένα ρεφραίν που θες κι εσύ να τραγουδήσεις μαζί χωρίς να είσαι σίγουρη πώς το εννοεί.
Το ρετρό vibe γίνεται ακόμη πιο έντονο (και πιο synth) στο ονειρικό ‘French boys’ και αν το ομότιτλο ‘Pompeii’ διακόπτει για λίγα λεπτά την μελωδία και δεν της επιτρέπει να το καταπιεί, από το ‘Harbour’ ως το ‘Remembering me’ η Cate Le Bon σχεδόν με έχει πείσει ότι αυτός ο δίσκος είναι το δικό της ποπ εγχείρημα.
Και τελευταία στιγμή τα γυρίζει πάλι.
Το ‘Pompeii’ κλείνει ακριβώς όσο συγκροτημένα όσο ξεκίνησε, με το ‘Wheel’ να μας θυμίζει ότι τίποτα στη δουλειά της δεν είναι τυχαίο ή εντελώς improvised, όσο προσιτό και αν πάει να γίνει. Και η αλήθεια είναι ότι κάτω από τα synths, τα σαξόφωνα και τα όποια easy listening στοιχεία που μπορεί να βρίσκονται στην επιφάνεια υπάρχουν οι λεπτομέρειες που κάνουν κάθε άκουσμα λίγο διαφορετικό από το προηγούμενο.
Κάποτε η Cate Le Bon στο μυαλό μου βρισκόταν κάπου ανάμεσα στον Gruff Rhys και τους Broadcast Το ‘Pompeii’ πέρα από τις αναφορές ή φόρους τιμής σε κάποια από τις φάσεις του Bowie (διαλέξτε), στα synth pop 80s και το κατά πόσο τελικά φέρνει η φωνή της σε Kate Bush, μου θύμισε -κι ας είναι η τελευταία φορά που θα γράψω το όνομά του-τον John Maus στις πιο συναισθηματικά φορτισμένες του στιγμές, εκεί όπου αφήνει περιθώρια στους ακροατές να εισχωρήσουν και λίγο πιο μέσα και να ταυτιστούν με κάτι που δίνει την εντύπωση του προσωπικού. Και φυσικά στα basslines, τα οποία η ίδια και έχει γράψει αλλά και εκτελεί, όπως και όλα τα υπόλοιπα σε αυτό το άλμπουμ με εξαίρεση την επιστροφή της Stella Mozgawa των Warpaint στα ντραμς.
Όσο και να διαφέρει η προσέγγιση της σε αυτό το άλμπουμ -ειδικά από το μακρινό παρελθόν της δισκογραφίας της όπως το ‘Crab Day’- δεν νομίζω ότι η εμπειρία της πανδημίας από μόνη της αρκεί για να υπεραναλύσουμε τις προθέσεις της ή να αποκωδικοποιήσουμε κάθε κομμάτι του ‘Pompeii’. Σίγουρα περιέχει λιγότερες ή τουλάχιστον προφανείς μεταφορές ξεκινώντας από τον ίδιο τον τίτλο του (every fear that I have I send it to Pompeii) αλλά και την επιλογή του πορτραίτου της ως καλόγρια για εξώφυλλο χωρίς να χάνει ποτέ την εκκεντρικότητα της. Από τη μία δοκιμάζει πιο κατανοητά και μπανάλ μοτίβα ‘I get by, one eye in the sky but I can’t put my finger on it/I wanna cry, I’m out of my mind trying to figure it out’. Από την άλλη το ‘Picture the party where you’re standing on a modern age’ δεν περιγράφει απλά την universal εμπειρία της απομόνωσης, αλλά ούτε είναι ο πιο absurd στίχος που έχει γράψει.
Το ‘Pompeii’ μπορεί δημιουργικά να μην είναι ένα τεράστιο άλμα, ή να ξεπερνάει την ιδιαιτερότητα το ‘Reward’, αλλά την διατηρεί. Η Cate Le Bon εδώ δεν κάνει ‘ποπ’, αντιθέτως την κρατάει σε απόσταση αναπνοής-ενός beat. Παραποιεί όμως μία αναγνωρίσιμη ποπ αισθητική και την φέρνει στα μέτρα της.