Στεκόμασταν κάτω απ' το ρινγκ όπου ο Απόστολος Σουγκλάκος έστελνε τον Hulk Hogan να χτυπήσει στα σχοινιά και μετά με μια λαβή τον ξάπλωνε στο καναβάτσο. Οι μυημένοι απολάμβαναν τη χορογραφία, οι αφελείς συμπονούσαν τον 'δαρμένο', ο θείος Νώντας το θεώρησε καλή αφορμή για ένα λογίδριο. "Έτσι ήταν και το κλασικό ροκ παιδιά μου, ένα ακίνδυνο show, έτσι είναι και το μεγαλύτερο μέρος του σύγχρονου. Μας είχαν πείσει οι πλασιέ του ότι ήταν επικίνδυνο με τις συνεχείς αναφορές στο Altamond μέχρι που είδαμε σε αγώνα πυγμαχίας βαρέων βαρών σαγόνια να ξηλώνονται, μύτες να ισοπεδώνονται, νοκ άουτ χωρίς επιστροφή και συνειδητοποιήσαμε τη διαφορά. Εννοώ Sex Pistols, Black Flag, Birthday Party και παρόμοια. Να θυμάστε πως όλα έχουν τη χάρη τους, αρκεί να ξέρετε τι παρακολουθείτε, αρκεί να μην τρώτε παραμύθι". [Τα υγρά όνειρα μ' έχουν εγκαταλείψει, ίσως επειδή αντικατέστησα στις βραδινές ακροάσεις την Kylie με τους Cazals και τους ομοίους τους].
Δε θα τοποθετούσα τους Cazals (πέντε εγγλέζους με άσχημο, νυν μουστάκια και προσεχώς φαλακρό τραγουδιστή - σαν τον πληκτρά των Sparks στα γυμνασιακά χρόνια του μοιάζει) στην κατηγορία των professional wrestlers αλλά στην κατηγορία των πυγμάχων, των πολύ ελαφρών κατηγοριών όμως. Αν έγραφα σε αγγλικό έντυπο θα χαρακτήριζα τους Cazals (πέντε εγγλέζους που απ' το 2005 που σύστησαν μπάντα έχουν κυκλοφορήσει 6-7 singles σε περιορισμένες ή απεριόριστες εκδόσεις και αυτό είναι το πρώτο άλμπουμ τους) διαδόχους των Jam και ο βλοσυρός αρχισυντάκτης μου θα έκανε μια γκριμάτσα που θα έμοιαζε με χαμόγελο, κάτι που θα του προκαλεί, όσο ζει, κάθε αναφορά στα ιερά τέρατα της γενιάς του. Η πρόταση όμως "θα στοιχημάτιζα ότι το "Turning Japanese" είναι το αγαπημένο τους τραγούδι" δε θα έφτανε ποτέ στο τυπογραφείο. Αντ' αυτού θα έφτανε στο mailbox μου το "εδώ οι Bloc Party είναι εκτός μόδας κι εσύ μου διαφημίζεις τους Vapors;".
Οι Cazals (πέντε εγγλέζοι που βρήκαν ανοιχτή την αγκαλιά της παρισινής γουρούνας Kitsune, η οποία αποφάσισε μαζί με τα electro παιδιά της να θηλάσει κι ένα κιθαριστικό ροκ) είναι τσιτωμένοι, έχουν το ρυθμό που ονειρεύεται κάθε μπασκετικός κόουτς, παίζουν γρήγορα αλλά όχι και σε γελοίες ταχύτητες που θα στρίμωχναν ασφυκτικά τις μελωδίες του άσχημου, η γραφή τους είναι κλασική, κιθάρες, ρυδμ σέξιον και φωνή μπροστά, τα κήμπορντς με μέτρο, ρίχνουν και λίγη ηλεκτρονική ρίγανη, οι στιγμές που πλατειάζουν και οι στιγμές που αφήνονται στη βολή της επανάληψης είναι όσες και οι γυναίκες στο Άγιο Όρος. Είναι και σοβαροί όπως κάθε γκρουπ που συνδυάζει πετυχημένα tropical, black metal και italian pop (αστειάκι στο space τους). Το ροκ μπορεί να είναι η χειρότερη μουσική, αλλά εδώ είναι στα καλύτερα χέρια, όπως θα έλεγε και μια Ρίτα που δεν ήταν Ριτάκι. Μουσική για να χορεύεις ασταμάτητα μεν, να θλίβεσαι δε, γιατί δεν πρόκειται να ξαναγίνεις είκοσι.
Η διασκευή των Cazals (του τραγουδιστή που απέτυχε να γίνει ηθοποιός, του κιθαρίστα που κάνει και τον μάνατζερ, του δεύτερου κιθαρίστα που ζει απ' το deejaytal, του μπασίστα που κάνει και τον παραγωγό) στο "To cut a long story short" των Spandau* αξίζει μια θέση ανάμεσα σ' αυτές που ξεπέρασαν το πρωτότυπο. Δεν είχαν παρά να αφήσουν έξω το μπλαζέ νεορομαντιλίκι του αυθεντικού, να προσθέσουν τις κοφτερές κιθάρες που έλειπαν, να το κάνουν πιο νευρικό κι ο μυστακιοφόρος να τραγουδήσει σαν τον Frankie Stubbs - ναι, μόνο οι Leatherface θα μπορούσαν να το κάνουν καλύτερο.
Θα συμφωνήσουμε μαζί τους ότι η ζωή είναι βαρετή αφού πρώτα προσθέσουμε το χωρίς μουσική. Ή αν ακούς όλη τη μέρα λάθος μουσική. Willard Grant Conspiracy αντί για Cazals ας πούμε.
* Δείτε εδώ ποιος από τους συντελεστές του δίσκου τους αναφέρεται πρώτος.