Ποιο είδος μουσικής λοιπόν είναι πιθανόν να υπηρετεί η Charlotte Gainsbourg, θυγατέρα του λατρεμένου Γάλλου συνθέτη, ερμηνευτή και διακορευτή Serge Gainsbourg, και της Jane Birkin, της πιο όμορφης γυναίκας που πέρασε ποτέ για περισσότερο από τρεις φορές την πόρτα ενός studio ηχογράφησης; Έχουμε και λέμε:
Α) Νορβηγικό death metal, λόγω της πάλαι ποτέ σχέσης της με τον Euronymous, τον μακελάρη - αρχιερέα του είδους, που για ευνόητους λόγους έμεινε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας (και η σχέση και ο Euronymous).
Β) χαζοχαρούμενη γαλλική pop, λόγω του ότι ήταν συμμαθήτρια και μάλιστα για τρία χρόνια καθόταν στο ίδιο θρανίο (ώσπου τους χώρισε ο καθηγητής των Αγγλικών γιατί αντέγραφαν) με την Vanessa Paradis.
Γ) ultra - αφαιρετική ηλεκτροπόπ, λόγω του ότι έχοντας περάσει είκοσι χρόνια από τότε που ηχογράφησε το προηγούμενο ένα και μοναδικό άλμπουμ της, έχει ήδη ξεχάσει τα βασικότερα στοιχεία που απαιτείται να γνωρίζει κανείς για να θεωρείται ολοκληρωμένος καλλιτέχνης και όχι minimal.
Δ) Τσοντομουσική... καθότι αμαρτίες γονέων παιδεύουσι..., το μήλο κάτω από τη μηλιά..., αλλά και δρυός πεσούσης... που είναι άσχετο, αλλά πάντα επιτυχημένο.
Όλος ο παραπάνω άχρηστος πρόλογος έρχεται για να καταδείξει ότι επιτέλους αυτά τα τέκνα των μεγάλων καλλιτεχνών πρέπει να δείξουν έστω και ελάχιστη πρωτοτυπία στον εκάστοτε δρόμο που αποφασίζουν να χαράξουν. Κι ας λέει ο Julian Lennon ότι αφού όλοι γύρω του αντιγράφουν τους Beatles, γιατί να μην το κάνει και αυτός που τους έχει και στο αίμα του να ρέουν. Φανταστείτε πάντως πόσο ενδιαφέρον θα υπήρχε στο να ηχογραφήσει η Charlotte ένα άλμπουμ ατμοσφαιρικού death metal με ηλεκτρονικά στοιχεία... Είναι κάτι σαν να δίνει ο Πέτρος Κόκαλης εξετάσεις στον ΑΣΕΠ για να διοριστεί στο δημόσιο να πούμε. Δεν θα είναι όλοι περίεργοι για το αποτέλεσμα και στις δύο περιπτώσεις;
Εφόσον λοιπόν όλοι εκεί έξω έχουν ακούσει τουλάχιστον μία φορά, έστω και σε σήριαλ του Παπακαλιάτη το "ζεταίμ" του πατρός, ουδεμία προκύπτει ανάγκη περιγραφής της μουσικής του παρόντος άλμπουμ. Το "ζεταίμ" είναι σε διάφορες άλλοτε σαγηνευτικές, άλλοτε ενδιαφέρουσες και άλλοτε αφόρητα κοινότυπες παραλλαγές αυτού. Στην μουσική επιμέλεια θα βρείτε τους Air, ενώ το ευφάνταστο του όλου εγχειρήματος συμπληρώνεται από σπέσιαλ εμφανίσεις των Jarvis -πάω όπου με καλούν- Cocker και Neil- πάω και ακάλεστος-Hannon. Κάπου χώνει το χεράκι του και ο Niegel- εγώ πάω μόνο όπου με πληρώνουν- Godrich.
Πολύ το πιάνο, πολύ το μυστήριο και ακόμη περισσότερος ο αισθησιασμός. Περίσσιο δε εκείνο το δειλό δάκρυ που στραγγίζεται πριν καν κυλήσει από τα μάτια του ακροατή, που διαισθάνεται μεν το τρυφερό του όλου εγχειρήματος, θυμάται όμως κάθε τόσο ότι κάπου τα έχει ξαναζήσει όλα αυτά. Ίσως μόνο στο "Everything I Cannot See" κρύβεται κάτι που θα μπορούσε να στηρίξει την έννοια μιας αυτόνομης, ενδιαφέρουσας και πραγματικού συναισθηματικού υπόβαθρου μουσικής πρότασης. Ακόμη και στα καλύτερα από τα υπόλοιπα κομμάτια του άλμπουμ (βλ. το σοφιστικέ "Jamais" και το έντεχνα νοσταλγικό "The songs that we sing") τα διαδοχικά deja-vu ζαλίζουν επικίνδυνα κάθε διάθεση προσκολλήματος στις κατά τα άλλα εντυπωσιακές ερμηνευτικές ικανότητες της Charlotte. Η αυτοκρατορία των κλισέ strikes back, που λένε!
Πάντως αξίζει να ψάξει κανείς για το αν πρόκειται όντως για την μεγαλύτερη χρονικά δισκογραφική επιστροφή ever, μιας και πραγματικά το ντεμπούτο άλμπουμ της είχε ηχογραφηθεί και κυκλοφορήσει μαζί με τον Serge το 1986! Ο Terry Callier πόσα χρόνια ήταν εκτός γηπέδου ρε γαμώτο...