Hole In My Head
Στα "κουτάκια" με τα οποία πολλές φορές σκεφτόμαστε, η Κορέα (η Νότιος!) στη μουσική μας φέρνει αμέσως στον νου την Κ-pop. Δεν μπορεί όμως να είναι μόνο αυτό, και δεν είναι μόνο αυτό... Του Αναστάσιου Μπαμπατζιά
Η «πειραματική» μουσική δεν είναι πια συνήθειο της Δύσης. Υπάρχουν παντού, σε όλο τον πλανήτη μουσικοί μικρόκοσμοι, πολύ συχνά εντελώς ξεχωριστοί, αισθητικά αυτόνομοι, αλλά χωρίς να είναι αδιάφοροι για το... παραέξω, που δυστυχώς πάρα πολύ δύσκολα (ακόμα και σήμερα που το internet μας έχει φέρει όλους πιο κοντά), θα ακουστούν από ένα ευρύτερο μουσικόφιλο κοινό. Χάνονται μέσα στα απέραντα κύματα της πληροφορίας. Γι’ αυτό, επειδή δε θέλουμε να ακούμε συνεχώς ανεπίτρεπτες βλακείες του στυλ «δεν υπάρχει καλή μουσική σήμερα» από ανθρώπους που έχουν ακούσει δυο τρία πράγματα (αυτά που πονηρά πλασάρονται) και βγάζουν αυτόματα συμπεράσματα, θα επιμένουμε να γράφουμε για τα σημαντικά από αυτά. Υπάρχει τεράστιος πλούτος γύρω μας και με την απαραίτητη προτροπή είναι εύκολα προσβάσιμος πια. Δεν αρκεί παρά να δείξουμε ένα κάποιο ενδιαφέρον.
Ένας τέτοιος ηχητικός μικρόκοσμος είναι η σύγχρονη avant της Νότιας Κορέας και όπως κάθε ξεχωριστή περίπτωση, της αξίζει σοβαρή μελέτη και παρουσίαση. Προς το παρόν όμως εδώ θα ασχοληθούμε με τον τελευταίο δίσκο δύο εκ των σημαντικότερων εκπροσώπων της, το ‘Hole In My Head’ των εξαιρετικών Choi Joonyong και Jin Sangtae. Οι τύποι αυτοί παίζουν μια μουσική πραγματικά ιδιότροπη και προσωπική και ας είναι η εκκίνησή τους ο ελεύθερος αυτοσχεδιασμός που πολύ συχνά μέσω αυτού καταφέρνουν να γίνονται κάποιοι το αντίθετο δηλαδή ανελεύθεροι και συντηρητικοί εμμένοντας σε μια σύμβαση δήθεν ελευθερίας που τελικά αποκτά πάρα πολύ συγκεκριμένα και απόλυτα χαρακτηριστικά. Μια μανιερίστικη διαδικασία η οποία δυστυχώς τείνει να επικρατήσει. Όμως ας μην καταδικάσουμε τώρα τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό επειδή αυτοί οι κάποιοι τον παρεξηγούν, ούτως ή άλλως σε όλες τις εκφάνσεις της τέχνης σήμερα λίγοι είναι αυτοί που βγάζουν το φίδι απ την τρύπα μέσα σε έναν ωκεανό παραγωγής τέχνης (φυσικό είναι).
Ξεπερνιέται με άνεση εδώ αυτή η παγίδα της μανιερίστικης πρακτικής αφού οι δύο κύριοι με τις συσκευές τους, ηλεκτρονικές, αυτοσχέδιες, ιδιοκατασκευές και άλλες (σίγουρα ακούγονται και διάσπαρτα αντικείμενα να θορυβούν εδώ και κει) φτιάχνουν ένα κόσμο. Ένα ζωντανό οργανισμό που παλεύει να μη χάσει την υπόστασή του μέσα στο φευγαλέο τερραίν που στήνεται ως σκηνικό για να υπάρξει.
Αυτός ο κόσμος μερικές φορές είναι παραστατικός. Μοιάζει με τοπίο (το σκηνικό που λέγαμε) μέσα στο οποίο λαβαίνουν χώρα περιστατικά και επεισόδια. Τα φαντασιωνόμαστε εύκολα ακούγοντας τα. Δράσεις και πράξεις άγνωστων όντων, ανθρώπων ή άλλων. Εργασίες και πειράματα, ηλεκτρικοί συριγμοί, παύσεις και θόρυβοι. Άλλες φορές όλα τα παραπάνω αλλάζουν υπόσταση και ξεφεύγουν από το σκηνικό. Δε μοιάζουν με τίποτα γνώριμο γίνονται εντελώς abstract, μετατρέπονται δηλαδή σε μια ποίηση των ήχων που απομακρύνεται από αφελείς και επιφανειακές συναισθηματικές επιβολές.
Θα μου πείτε τώρα «και πια η διαφορά με τα υπόλοιπα χιλιάδες τέτοια πράγματα που γίνονται καθημερινά στον πλανήτη;» Μα ακριβώς εκεί είναι η δυσκολία και το ενδιαφέρον. Είναι κανείς σε θέση να λειτουργήσει χωρίς τυποποιημένο μπούσουλα και να βρει μια δική του γλώσσα; Ένα προσωπικό σύμπαν; Εδώ χωράει μεγάλη συζήτηση σχετικά με την επιδίωξη αυτή. Όταν ο καλλιτέχνης κυνηγά το προσωπικό ύφος επί τούτου τρώει τα μούτρα του χωρίς εξαιρέσεις. Καταλήγει σε κάτι ψεύτικο και υπερφίαλο γιατί πια ο στόχος του δεν είναι η δημιουργία, η ζωντανή έκφραση, αλλά η εγωτική ανάγκη να ξεχωρίζει.
Η διαφορά λοιπόν των κυρίων εδώ αλλά και όλων των σπουδαίων αυτοσχεδιαστών είναι ότι βυθίζονται μέσα στο «παιχνίδι» των ήχων. Τους μετατρέπουν, τους αναπλάθουν, τους παίζουν, τους χτίζουν τούβλο-τούβλο. Χαίρονται το παιχνίδι περισσότερο απ ότι τους ενδιαφέρει η αναγνώριση. Και αυτό οδηγεί στην ζωντανή τέχνη. Στην εκφραστικότητα. Στην άλογη αλήθεια που κάνει την πράξη ξεχωριστή. Και γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, θα ‘πρεπε να επέλθει και η αναγνώριση κάθε τέτοιας πράξης. Να την συναντούμε εύκολα μπροστά μας. Να την απολαμβάνουμε, να ακολουθούμε το νήμα της, να είναι το μέηνστρημ μιας ουτοπικής κοινωνίας.