Οι Chumbawamba πάντοτε στόχευαν σε στίχους - συνθήματα, από αυτούς που μπορείς να γράψεις στους τοίχους και να φωνάξεις στους δρόμους. Συνήθως τα καταφέρνουν πολύ καλά και συνήθως σε όσα λένε έχουν δίκιο. Γι αυτό και ενοχλούν αρκετούς, που κατά καιρούς προσπαθούν να τους ακυρώσουν είτε γιατί ηχογραφούσαν στην πολυεθνική ΕΜΙ, είτε γιατί ξεφτίλισαν την τάδε απονομή βραβείων στην οποία πήγαν καλεσμένοι κλπ κλπ.
Πρόσφατο παράδειγμα: Το διασημότερο ίσως αμερικάνικο μουσικό site, Pitchfork, χρησιμοποίησε τον όρο "chumbawamba-factor" για να δώσει ένα παράδειγμα συγκροτήματος, τα cd του οποίου μέσα σε λίγους μήνες καταλήγουν να πουλιούνται σε καφάσια. Δεν λέω ότι όλα τα τραγούδια των Chumbawamba είναι το ίδιο καλά, ούτε ότι μετά το 'Tubthumping' έγραψαν άλλο mega-hit. Αλλά φοβάμαι ότι η χρησιμοποίηση του ονόματός τους από το, καλό κατά τα άλλα, αλλά και συχνά υπογείως συντηρητικό Pitchfork, (θυμάμαι την εποχή του τελευταίου πολέμου στο Ιράκ, που την έπεφτε σε διάφορους διαφωνούντες) δεν είναι και απολύτως αθώα.
Προσπαθώντας να είναι κάθε άλμπουμ τους διαφορετικό από τα προηγούμενα, οι Chumbawamba έχουν κινηθεί μουσικά σε πολλές κατευθύνσεις. Στοχεύοντας στην αμεσότητα, εισάγουν πάντα στη μουσική τους folk στοιχεία, που δίνουν αυτή τη διάσταση. Στο τελευταίο 'A Singsong And A Scrap' αυτά τα folk στοιχεία έχουν βγει μπροστά, καθώς στο δίσκο συμμετέχει μόνον η ακουστική πτέρυγα της μπάντας (Lou Watts, Jude Abott, Boff Whalley, Simon Lanzon και Neil Ferguson). Μια συλλογή από τραγούδια που πατάνε στην παραδοσιακή Αγγλική μουσική, ελαφριά αλλά διεισδυτικά, παιγμένα με μαντολίνα, φλάουτα, ακουστικές κιθάρες, γκάιντες, ακορντεόν, και τραγουδισμένα με απλότητα. Οι Chumbawamba γνωρίζουν τη δύναμη αλλά και τα όρια της folk. Οπότε δεν μακρηγορούν, αποφεύγουν φιγουρατζίδικες δεξιοτεχνίες και μελοδραματισμούς. Μπαίνουν στην καρδιά σου, γιατί τελικά δεν είναι ριζοσπαστικοί μόνον στους στίχους αλλά και στις αρμονίες. Νομίζω ότι πρώτη φορά ακούγονται τόσο μετρημένοι και σχεδόν συνεσταλμένοι.
Οι Chumbawamba μιλάνε για όσα μιλούσαν πάντοτε: θρησκευτικό φονταμενταλισμό, 45ρηδες punk που συναντάς στο pub κάτω από το σπίτι, εργάτες που πεθαίνουν στη δουλειά (στην κυριολεξία). Διασκευάζουν το 'Bella Ciao', με στίχους γραμμένους στα αγγλικά ειδικά για τον Carlo Giuliani που σκοτώθηκε από την αστυνομία στη Genova το 2001 κατά τη διάρκεια της G8, και το 'Bankrobber' των Clash σε μια a cappella, gospel απόδοση. Γράφουν με πάθος αλλά και ειρωνεία. Στο 'Learning to Love', η κόρη που περιμένει τον καλό της να γυρίσει από τον πόλεμο, από τα κλασικότερα θέματα στην αγγλική folk παράδοση, "μαθαίνει να αγαπάει" με άλλους στρατιώτες που γνωρίζει περιμένοντας.
Είκοσι χρόνια μετά το 'Pictures of starving children sell records', οι Chumbawamba παραμένουν πάντα συνεπείς στις αντιφάσεις τους.