Πριν από λίγες μέρες βρέθηκα (ίσως αναίτια, μπορεί το μυαλό μου να έδωσε μεγαλύτερες διαστάσεις στο ζήτημα), στριμωγμένος και ταλαντευόμενος ανάμεσα στην παιδική εμπιστοσύνη και τη συνομήλικη φιλία. Ο γιος φίλων, μου εμπιστεύτηκε ένα μυστικό του, το οποίο με παρακάλεσε να μην το αποκαλύψω στους γονείς του. Σκέφτηκα ότι ίσως όφειλα να τους ενημερώσω, γιατί είναι φίλοι και ως γονείς ενδεχομένως να προχωρούσαν σε κάποια παιδαγωγικά μέτρα. Όμως υπερίσχυσε η εμπιστοσύνη της εκμυστήρευσης που μου έδειξε ο πιτσιρικάς. Ένοιωσα αυτήν την μικρή σιωπηλή τιμή, την συνυφασμένη πάντα με την κατάθεση ενός μυστικού. Σημαίνει ότι ο άλλος, σε θεωρεί άξιο της εμπιστοσύνης του και ικανό να του προσφέρεις την ανακούφιση που αισθάνεται κάποιος όταν μοιράζεται το μυστικό που τον σιγοτρώει.
Το γεγονός αυτό το θυμήθηκα όταν άκουσα το "Un", το καινούργιο άλμπουμ των Chumbawamba. Έχω την αίσθηση ότι εδώ και χρόνια, μας εμπιστεύονται παγκόσμια μυστικά, αλλά σε προσωπική έκδοση. Μας θεωρούν ικανούς να αντιληφθούμε την ανησυχία τους και ενδεδειγμένους να τους αποσυμπιέσουμε, προσφέροντάς τους ευήκοον αυτί. Μας καθιστούν κοινωνούς στην αγωνία τους για την πολιτική μικροψυχία, τη σταδιακά επιβαλλόμενη σ' όλη την υφήλιο τηλετρομοκρατία και τη σιλικονούχα δημοκρατία με τα τάνγκα δικαιώματά μας.
Η ίδια διαδικασία ισχύει και στο "Un". Οι αναρχοπάνκς από το Leeds επανέρχονται, περιγράφοντας με τους στίχους τους, τα εγκληματικά στραβά και ανάποδα, τα οποία οι επαγγελματίες πολιτικοί τα βάζουν στο διηπειρωτικό μπλέντερ της εξουσίας και μας τα προσφέρουν σαν κοκτέιλ καθημερινότητας. Αρκετοί όμως μουσικόφιλοι, τους κατηγορούν ότι στρογγύλεψαν τον ήχο τους, καταργώντας τις αιχμές που τους χαρακτήριζαν στην πρώτη περίοδό τους. Αυτό βέβαια, μπορεί να θεωρηθεί και ως εξέλιξη της μουσικής τους άποψης. Και πράγματι στο "Un", υπάρχουν καινούργια ηχητικά δεδομένα, που συνοψίζονται με τον όρο εθνικ, χωρίς όμως αυτό να είναι το κυρίαρχο. Το κυρίαρχο είναι μία βελούδινη ηχητική αίσθηση που τυλίγει περίτεχνα την άγρια ορμή των θεμάτων, που πραγματεύεται κάθε τους τραγούδι. Ο βασικός κορμός των τραγουδιών υλοποιείται με τα γυναικεία φωνητικά, τις κιθάρες, το διακριτικό ακορντεόν και το mid-tempo ρυθμό που κυριαρχεί και μερικές φορές τριπχοπίζει τρυφερά. Χαρακτηριστικό του "Un", που το διαφοροποιεί από τις προηγούμενες μουσικές εργασίες των Chumbawamba, είναι οι πινελιές που με φειδώ, αλλά και ευστοχία προσθέτουν σε ορισμένες συνθέσεις.
Συγκεκριμένα στο 'The wizard of Menlo Park', τα χορωδιακά φωνητικά της εισαγωγής έχουν μια χροιά αφρικάνικης όασης, στο 'Just desserts που ακολουθεί', τα κρουστά τα οποία συνοδεύουν την πρόζα φέρνουν στο μυαλό χορό της κοιλιάς, στο 'On ebay', οι φωνές μοιάζουν με ινδιάνου σαμάνου που καλεί τα πνεύματα, στο 'Be with you', μετά την αναφορά στους Zapatistas, τα πνευστά δίνουν μια μεξικάνικη μυρωδιά, στο 'Buy nothing day', η κιθάρα, τα "παλαμάκια" και το χορωδιακό μέρος παραπέμπουν σε παρακμιακό τουριστικό φλαμένκο, ενώ το λατινοαμερικάνικο λίκνισμα, αναδύεται στο 'We don't want to sing along'. Ιδιοφυή και τα break σε ορισμένες συνθέσεις, τα οποία χωρίς να αλλάζουν δραματικά τη ροή του τραγουδιού, προσφέρουν μια παράδοξη αντίστιξη στα μουσικά συναισθήματα που ήδη έχουν δημιουργηθεί.
Βέβαια, όλα τα λεφτά στο "Un" είναι οι στίχοι. Ενδεικτικά να επισημάνω αγαπητέ μου αναγνώστη το ρεφραίν: When fine society sits down to dine / remember that someone is pissing in the wine, ενώ κατακεραυνώνεται η λεηλασία των έργων τέχνης και μνημείων πολιτισμού από το Ιράκ, καθώς και η διαστρέβλωση της πραγματικότητας από τα ξεπουλημένα ΜΜΕ.
Οι Chumbawamba είχαν καιρό να εμφανιστούν με τόσο οξυδερκές πάθος. Καλώς ήρθαν λοιπόν και μακάρι τα μυστικά που μας κοινοποιούν, να βοηθήσουν τους βραδυφλεγείς να αντιληφθούν την κατάσταση των πραγμάτων.