Anywhere But Desert
Πάντως ως ψαλμωδίες μέσα από θάλασσα εμένα με έπεισαν. Ο λυρισμός των Church Of The Sea είναι σαν του βυθού, θολός, απόμακρος σαν τον λυγμό του πνιγμένου. Το ξέρω ότι ακούγεται ασφυκτικό αυτό, αλλά επειδή το εννοώ απολύτως θετικά, αναρωτιέμαι αν συμβαίνει και επαρκώς. Γιατί εμένα η μουσική τους με μετέφερε σε μαύρο-μπλε ωκεανό από την πρώτη νότα.
Οι Church Of The Sea δημιουργήθηκαν στην Αθήνα το 2017 από την Irene (ονειρεμένα αιθέρια φωνητικά), τον Vangelis (κιθάρες) και τον Alex (synths και samples). Το “Anywhere But Desert” κυκλοφόρησε σε ηλεκτρονική μορφή τον περασμένο Οκτώβρη και πλέον διατίθεται και σε κασέτα (αν προλάβετε, ειδάλλως εκ νέου σε ηλεκτρονικό φορμάτ) μέσω της A Man Out Of A Man του Στυλιανού Τζιρίτα.
Διαβάζω στο δελτίο τύπου ότι παραπέμπουν μουσικά στους Cocteau Twins και τους Dead Can Dance και ότι ο ήχος τους έχει χαρακτηριστεί ως doomgaze. Συμφωνώ απόλυτα και επιπλέον θα επέκτεινα τις μουσικές αναφορές στη drone, noise-rock σκηνή, με έντονα μεταλλικά και σκοτεινά ηλεκτρονικά στοιχεία. Η Lisa Gerrard μάλλον είναι ο προφανής φωνητικός συνειρμός, αλλά προσωπικά ακούω και την gothic μελαγχολία της Chelsea Wolfe, την shoegaze ευαισθησία της Rachel Goswell των Slowdive και την νεοκλασικίζουσα darkwave εκφραστικότητα της Anna von Hausswolff. (Στο μεταξύ διαβάζω πως το mastering έχει επιμεληθεί ο Chris Common, γνωστός για τη δουλειά του με τους Pelican, τους Mastodon και, για δες, την Chelsea Wolfe!)
Βέβαια, η Irene έχει απόλυτα διακριτή προσωδία τελικά. Πιστεύω πως η φωνή της ενσωματώνει και στοιχεία μοιρολογιού. Και γενικότερα όμως, τον βαρύ, fuzzy ήχο του αθηναϊκού τρίο διατρέχει στα σημεία το ίδιον της ελληνικής μουσικής παράδοσης, με αιχμή (ως προς αυτό το στοιχείο) το “XVII”, το δεύτερο κομμάτι του EP. Κι αυτό γίνεται αισθητό, τουλάχιστον για μένα ως ακροάτρια, με έναν τρόπο όχι ιδιαίτερα εμφανή, αλλά υπαινικτικό. Σαν να είναι η τοπική ταυτότητα παρούσα για να πλαισιώσει το μουσικό στίγμα της μπάντας ως εγγενές στοιχείο της, ακριβώς όπως συμβαίνει με τους δίσκους των Mono για παράδειγμα, όπου ο post-rock ηχητικός πυρήνας σημαδεύεται από την εμφυή θλίψη του Ιάπωνα. Δεν ξέρω αν είναι ηθελημένο αυτό στην περίπτωση των Church Of The Sea, αλλά το θεωρώ βασικό στοιχείο της γοητείας του θαυμάσιου EP ντεμπούτου τους.
(Δράττομαι της μοναδικής ευκαιρίας επίσης να δηλώσω αφοσιωμένη αναζητήτρια στοιχείων πολιτισμικής εντοπιότητας στον ήχο. Άλλο η παγκόσμια διάσταση της μουσικής - με την έννοια πως η τέχνη δεν γνωρίζει σύνορα και απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους αρκεί να της ανοίγουν την πόρτα - και άλλο οι πομπώδεις γραφικότητες που διαβάζουμε κάθε τρεις και λίγο περί μουσικής που “δεν έχει πατρίδα”, από ανθρώπους που μπερδεύουν την έννοια της τοπικής κουλτούρας και ταυτότητας με τον διαχωρισμό των λαών).
Κλείνω την (κυριολεκτική) άνω παρένθεση για να επανέλθω... χμ στο ίδιο ακριβώς θέμα. Ναι, έλεγα λοιπόν ότι τα τέσσερα κομμάτια αυτής τη κασέτας μου θυμίζουν την συμπαγή electronic-rock έρημο των Earth μεταφερμένη στα συννεφιασμένα βουνά της Πίνδου και βουτηγμένη σε θολές ηλεκτρονικές γραμμές με βαριά beats, που μεταδίδουν μια αίσθηση υπνωτικής θλίψης και θα έλεγα και απειλής μαζί.
Doom μελαγχολία, shoegazy διάθεση, darkwave αισθητική και ουράνια φωνητικά σαν θρήνος και ψαλμωδία είναι οι βασικοί άξονες στους οποίους κινείται το “Anywhere But Desert”, με το οποίο οι Church Of The Sea αναπτύσσουν έναν προσωπικό και ευδιάκριτο μουσικό χαρακτήρα, με ειρμό, γοητεία και πυκνότητα ήχου που νιώθω ότι με αφορά. Ένα εξαιρετικό ντεμπούτο, “Sweet Surprise” όνομα και πράγμα, όπως τιτλοφορείται και το πρώτο κομμάτι του EP. Πολλά μπράβο και αληθινή αδημονία για τη συνέχεια.