Musick To Play In The Dark 1
H φάμπρικα των επετειακών επανεκδόσεων δουλεύει σε υψηλούς ρυθμούς. Ευκαιρία για να κινηθεί η (επαν)αγορά. Αλλά και η επαναξιολόγηση. Του Άρη Καραμπεάζη
Υπάρχει ένα ζήτημα, μάλλον θεμελιώδες (στην περίπτωση μου βέβαια, δεν θέλω να πάρω και άλλους στο λαιμό μου), κάθε φορά που τα βάζεις κάτω για να γράψεις πέντε - δέκα πράγματα της ανθρωπιάς για έναν δίσκο. Εξηγούμαι.
Την ώρα και στη διάρκεια που γράφεις, πρέπει ή όχι τελικά να ακούς τον ίδιο τον δίσκο; Και αν όχι, τι ακριβώς θα γράψεις για τον δίσκο; Ό,τι και όπως το θυμάσαι; Το συναισθηματικό, ψυχικό ή ιδεατά διαστροφικό αποτύπωμα από τις όποιες και όσες προηγούμενες ακροάσεις του; Τα πραγματολογικά στοιχεία και το εκτενές ή συνοπτικό ιστορικό που αφορά στο πως ηχογραφήθηκε, κυκλοφόρησε και τι αντίκτυπο τέλος πάντων είχε αν όχι σε ολόκληρη την κοινωνία, τότε σε τουλάχιστον τρεις ανθρώπους πέρα από εσένα; Και αν το πας προς τα εκεί, μήπως θα πρέπει να αναφερθούν τα στοιχεία αυτά σε σχέση και με τον δημιουργό του δίσκου; Θες να αφήσεις πίσω μία σελίδα ικανή για το Allmusic ή για το Quietus τελικά;
Στο τέλος του κειμένου τελικά έχεις γράψει για τον δίσκο; Έχεις τυχόν κατρακυλήσει σε μία ούτως ή άλλως καταδικασμένα ελλιπή βιογραφία του συγκροτήματος, ή μήπως απλώς έχεις παρασυρθεί σε μία επιστημονικοφανή εννοιολογική αναφορά στοιχείων και εννοιών που κατάφεραν μεν να εντάξουν αποτιμητικά τον δίσκο στο ευρύτερο δημιουργικό του πεδίο, αφήνοντας (σοφά) στην άκρη την αναλυτική επιμέρους παρουσίαση τραγουδιών;
Το έσχατα μαθησιακό δηλαδή εκείνο είδος δισκοκριτικής, που προσομοιάζει σε μία ευτελώς συναρπαστική ραδιοφωνική περιγραφή ποδοσφαιρικού αγώνα, στη διάρκεια της οποίας υπήρχε συνεχώς η αίσθηση ότι η φάση είναι για γκολ, αλλά όταν μπήκε το γκολ κανείς δεν συγκινήθηκε πραγματικά.
Αν αλλάξεις τα ονόματα, τις χρονολογίες, τους τίτλους κ.λ.π. μπορεί να χρησιμοποιηθεί το κείμενο για κάποιον άλλο δίσκο ή γράφτηκε αποκλειστικά στην υπηρεσία του, προτάσσοντας το αντικείμενο έναντι της υποκειμενικής του θεώρησης; Και είναι σίγουρο ότι στην πρώτη περίπτωση έχεις πράξει σωστά και στην δεύτερη όχι;
Ποια η αξία των δίσκων αν βγάζουμε τον εαυτό μας έξω από αυτούς;
Ανατριχιάζεις με τον δίσκο καθώς γράφεις το κείμενο ή το αντίστροφο συμβαίνει; Επιτέλους μπήκαμε και στο θέμα μας.
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν δύο σημαντικά – και μέσες/ άκρες ανυπέρβλητα στο φαντασιακό - εμπόδια, που μας υποχρεώνουν να γράφουμε ανελεύθερα για την επανέκδοση του ‘Musick To Play In The Dark 1’, δηλαδή του καλύτερου δίσκου που ηχογράφησαν, αλλά και συνειδητά κυκλοφόρησαν, ποτέ οι Coil (περί αυτού παρακάτω).
Το πρώτο είναι το ότι οι 9/10 από όσους θα (αυτο)κληθούν από οποιοδήποτε πόστο να γράψουν κάτι, έχουν διαβάσει τουλάχιστον μία φορά στα τελευταία δεκαπέντε χρόνια το βιβλίο (και καθώς τα χρόνια περνάνε, ‘Ευαγγέλιο’) ‘England’s Hidden Reverse’, του David Keenan και μάλιστα με ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή στα κεφάλαια που αναφέρονται στους Coil. Ευλαβικά θα λέγαμε, αν η έκφραση δεν είχε αποκτήσει κάπως γελοίες διαστάσεις, τη χρονιά που έφυγε.
Πράγματι το εν λόγω βιβλίο εμφανίζεται τελικά να κάνει μια κάποια ανυπολόγιστη ζημιά στο θέμα του, παρότι πρόκειται ίσως για την καλύτερη καταγραφή/ βιογραφία μιας σκηνής συγκροτημάτων που γράφτηκε ποτέ (το ‘Our Band Could Be Your Life’ έρχεται δεύτερο για ήσσονος σημασίας λόγους – κυρίως για την πιο χαλαρή συνοχή στο αντικείμενο που εξετάζει-, αλλά πάντως έρχεται).
Και αυτής της ζημιάς το ανυπολόγιστο, πολλαπλασιάζεται έστω και εκ του αγνώστου, ειδικά στην περίπτωση των Coil, που είναι και το μόνο από τα τρία κεντρικά σχήματα του βιβλίου, το οποίο και δεν δύναται καν να υπάρξει πλέον, και όχι απλά έχει διαλυθεί ώστε να μπορούμε να ελπίζουμε. Τα άλλα δύο είναι οι Current 93 και οι Nurse With Wound, αυτή είναι η λεγόμενη Αγία Τριάδα άλλωστε, όπως τυχόν θα έχετε ακούσει, και ενώ όλοι ξέρουμε ποιοι έχουν τον ρόλο του Θεού (αντίθετα Stapleton και Tibet εναλλάσσονται διαρκώς στους ρόλους Υιού και Αγίου Πνεύματος).
Και η έννοια του ανυπολόγιστου πάει κυρίως στο ότι δεν την είχαμε όχι απλά υπολογίσει την ζημιά, αλλά ούτε καν προβλέψει, μέχρι να αρχίσουμε να διαβάζουμε κείμενα, άρθρα, απόψεις, αφορισμούς και δηλώσεις λατρείας για αυτήν ακριβώς την επανέκδοση.
Πείτε μας την αγαπημένη σας έκδοση/ επανέκδοση κ.λπ. για το 2020, ρώτησε τους πιστούς της στη σελίδα της στο Facebook η πλέον εξειδικευμένη στο θέμα Vinyl On Demand, υποσημειώνοντας ότι αποκλείεται ως απάντηση κάτι περί των Coil, καθώς το ζήτημα ανάγεται σε επίπεδο θρησκείας και όχι δισκογραφικής κυκλοφορίας. Βουνό το δίκιο τους, και μάλιστα ιερό.
Δεν μπορώ να ξέρω, αλλά μπορώ να υποθέσω, πως ενώ οι Coil είναι ένα σχήμα για το οποίο γράφτηκαν και γράφονται συνεχώς εκατομμύρια λέξεις, στο δίκτυο, σε περιοδικά, σε forum πιστών κλπ, τελικά είναι το βιβλίο του Keenan που τουλάχιστον στην παρούσα φάση, συνιστά σχεδόν μονοπωλιακό σημείο αναφοράς, και αυτό σε βαθμό που για όποιον έχει διαβάσει το βιβλίο, σχεδόν προβλέπει το τι θα διαβάσει παρακάτω σε οποιοδήποτε κείμενο γράφεται για τους Coil και το MTPITD 1
Πάρτε για παράδειγμα την ιστορία γύρω από το ‘Are You Shivering?’, το εναρκτήριο, και για πολλούς – εμού συμπεριλαμβανομένου- το πλέον σημαντικό, τραγούδι του δίσκου. Ένα άφθαρτο και στιβαρό μνημείο αιφνιδιαστικής αυθυποβολής του ακροατή από τα πρώτα δευτερόλεπτα, σε βαθμό που ποτέ δεν θα μπορέσει να ξεφύγει από ότι θα συμβεί παρακάτω στο δίσκο (και διαρκώς θα αισθάνεται μια περίεργη ψύχρα, είναι αλήθεια) . Κουράζομαι πάντως και μόνο στην ιδέα ότι πρέπει να γράψω και εγώ και εδώ τα τέσσερα γράμματα του MDMA και από εκεί και πέρα.... κλπ κλπ κλπ.
Το δεύτερο εμπόδιο είναι ίσως κάπως πιο ‘μεταφυσικό’ (μάλιστα…), και με κάποιον τρόπο πηγαίνει λίγο παραπέρα από τις παρυφές των πραγμάτων, που μέχρι στιγμής συνειδητά μόνο αυτές επιλέγουμε να προσεγγίσουμε σε αυτό το κείμενο (και ως το τέλος τους, προειδοποιώ).
Το ‘Musick To Play In The Dark’ (και το 1 και το 2 επί της ουσίας, αλλά για το δεύτερο θα τα πούμε αναλυτικά όταν έρθει η ώρα, εκείνο άλλωστε είναι σαν το δεύτερο Ευρωμπάσκετ που κατακτήσαμε, κανείς δεν υποτιμά τη σημασία του, αλλά και ποτέ δεν θα έχει την αίγλη του ’87) ήταν πρακτικά και για πάνω από είκοσι χρόνια όχι μόνον ένας δίσκος εκτός κυκλοφορίας, αλλά ένας δίσκος που στην πραγματικότητα δεν μπορούσε να τον βρει να τον ακούσει κάποιος, και αυτό ισχύει περιέργως και για όσους τον είχαμε ήδη στην κατοχή μας σε μορφή ύλης (και όχι γενικώς και αορίστως στην ψυχή μας).
Το ότι υπήρχε στο youtube, σε blogs παλιότερα, στο soulseek και στα διάφορα terra πεδία που κυκλοφορούν εδώ κι εκεί περί των Coil, δεν θεωρώ ότι αναιρεί τα παραπάνω. Εδώ δηλαδή δεν τα αναιρεί το ότι το είχαμε στη δισκοθήκη μας, τέτοια θα λέμε τώρα;
Θα αναιρούνταν ίσως, αν ο δίσκος υπήρχε στο Spotify, στο Apple Music ή αλλού, έστω και αν συνέχιζε να απουσιάζει η φυσική μορφή από κάποιους από εσάς και η ιδεατή φυσική μορφή από κάποιους από εμάς.
Τότε ναι, ας μην είμαστε μορμόνοι - μουσικόφιλοι, αυτά έχουν λήξει. Έστω και υπό την έλλειψη του φυσικού format, θα υπήρχε ως κομμάτι της ευρύτερης pop κουλτούρας, παρότι η προσβασιμότητα δεν ήταν ποτέ κάτι που απασχόλησε τους Balance & Christopherson *, τουλάχιστον σε βαθμό τέτοιο που να επιδρά στο τελικό αποτέλεσμα των δημιουργιών τους.
* Δηλώνω ότι είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι οι Coil είναι 51% Balance & 49% Cristopherson, εξ ου και τον προτάσσω πάντοτε
Αυτή λοιπόν η ίσως και προσχηματική τελικά, αλλά πάντως ουσιαστική κατά τα ανωτέρω, απουσία των MTPITD 1 & 2 από τα δισκογραφικά εγκόσμια κατά τα τελευταία 20 χρόνια, εντάθηκε σε βαθμό παραληρήματος τα τελευταία τουλάχιστον 5-6 χρόνια, οπότε και οι επανακυκλοφορίες δίσκων, μη δίσκων, σχεδόν δίσκων, πλατό κλπ από την πράγματι αχανή ηχογραφία των Coil έχουν σαρώσει, έως ισοπεδώσει την αγοραστική μας ικανότητα.
Με αφορμή ένα τραγούδι τους, που δεν το είχε ακούσει παρότι τους παρακολουθεί πάνω από 40 χρόνια, ένας πιστός του γκρουπ έγραψε πρόσφατα σε κάποιο από τα forum αποτίμησης πίστης τους, ότι οι Coil είναι ένα σύμπαν που συνεχώς γεννάει, ακόμη και τώρα που πρακτικά έχει πεθάνει. Παρότι δε αυτή η φράση είναι καλά ποτισμένη από το σύνολο της μυθολογίας του γκρουπ, εμπεριέχει αρκετή δόση αλήθειας (συνεπώς και αρκετή μη αλήθειας).
Ενώ σχεδόν όλοι υποστηρίζουν ότι το κάνουν, οι Coil υπήρξαν ένα από τα ελάχιστα συγκροτήματα της pop/rock ιστορίας που πραγματικά άφηναν πίσω τους (αλλά και μακριά τους) την μουσική τους, όποτε διαισθάνονταν ότι όχι είχαν τυχόν τελειωτικά πετύχει κάτι, αλλά έστω ότι πλησίαζαν στον εκάστοτε στόχο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η «πίσω» δισκογραφία τους, να έχει σημαντικά μεγαλύτερη αξία από τα b-sides & rarities που έχουμε συνηθίσει, με αποτέλεσμα βέβαια τώρα οι διάδοχοι και οι κληρονόμοι να έχουν κάθε δίμηνο μια-δυο κυκλοφορίες ως μόνιμη στα οικονομικά τους προβλήματα λύση **.
** By The Way, αν τυχόν έχετε ανάγκη από έναν ιδανικό οδηγό για την παρά-δισκογραφία των Coil (όπου παρά βλέπε και ‘ο παράς/ οι παράδες’) θα τον βρείτε εδώ από τον Διδάκτωρα και Υφηγητή της Coilολογίας Μανώλη Παππά, ο οποίος βέβαια έχει μπει στην ιερά υποχρέωση της κάθε τόσο επικαιροποίησης του
Η φράση/ ερώτηση/ διαμαρτυρία «ωραία όλα αυτά ρε παιδιά, αλλά πότε θα κυκλοφορήσουν επιτέλους και τα δύο τα MTPITD να τα πιάσουμε κι εμείς στα χέρια μας;» έγινε τελικά ευχή και κατάρα.
Όταν λοιπόν κυκλοφόρησαν (δηλαδή το πρώτο από αυτά μέχρι στιγμής), και για αρκετές στιγμές στον χρόνο που ακολούθησε ήταν σαν κανείς να μην ήθελε πραγματικά να είχαν κυκλοφορήσει.
Απλουστευτικά θα πούμε ότι όπως και με την αφήγηση του ‘England’s Hidden Reverse’ και την στη συνέχεια αμετροεπή αναπαραγωγή της, έτσι και με αυτό το reissue ξαφνικά η... Μαγεία άρχισε να χάνεται, και σε καθεστώς αυθυποβολής όλοι πιστέψαμε ότι άμεσα πρέπει να αντιδράσουμε για να μην εξαφανιστεί δια παντός.
Και αν σας φαίνεται αστεία η χρήση της έννοιας Μαγεία, τότε μάλλον είστε εντελώς νέα/ νέος στο σύμπαν των Coil, οπότε μια χαρά την έχετε, σας μένουν πολλές συγκινήσεις να ζήσετε ακόμη στο υπόλοιπο της ζωής σας. Σας χαίρομαι και χαίρομαι για εσάς.
Το παράδοξο αυτό συναίσθημα των οπαδών ενισχύθηκε ασφαλώς από τα συνήθη παρατράγουδα που πλέον συνοδεύουν τέτοιου είδους επανακυκλοφορίες άγιων – και κυρίως ιερόσυλων- δισκοπότηρων από το παρελθόν, που όπως έχουμε ξαναπεί είναι πλέον πάντοτε μακρινό, έστω και αν μιλάμε για λίγα χρόνια πριν. Λίγες ώρες μετά την πρώτη «οιονεί» κυκλοφορία του δίσκου (δηλαδή όταν ξεκίνησαν οι προ-παραγγελίες), οι κόπιες που ακόμη δεν υπήρχαν, πωλούνταν ήδη στο e-bay για 250 και 300 ευρώ.
Το γεγονός – και το φιάσκο που πήγε να δημιουργηθεί- αποκαταστάθηκε με άμεση ανακοίνωση για ακόμη περισσότερες κοπές και κόπιες, και μάλιστα σε ακόμη περισσότερα χρώματα και συνδυασμούς χρωμάτων.
Και αυτή η κίνηση όμως χαιρετίστηκε ύποπτα, καθώς χάναμε το ένα χρώμα, βρίσκαμε το άλλο, και τελικά μας εξανάγκασε η Dais να αγοράσουμε τον ίδιο δίσκο σε 2-3 διαφορετικά χρώματα, ίσως και σε 2-3 διαφορετικούς συνδυασμούς των ίδιων χρωμάτων, δεν ξέρω, σε ένα σημείο χάθηκε όντως και η μπάλα και το φεγγάρι, ενώ ακόμη περιμένουμε να έρθει η κλασική μαύρη κόπια, για να τον ακούσουμε σωστά.
Το MTPITD 1, το οποίο θυμόμαστε ότι αρχικά οι Coil επέλεξαν να το κυκλοφορήσουν ομοίως με απολύτως περιοριστικό τρόπο, ενώ ταυτόχρονα ήταν μουσικά και δημιουργικά το επιστέγασμα μίας άλλης σειράς κυκλοφοριών του γκρουπ *** στο γνωστό μοτίβο inner circle, που παραμένει περιορισμένη και απρόσιτη ως φυσικό προϊόν μέχρι σήμερα (εξαιρούνται κάτι αμφιβόλου ηθικής bootleg και πάλι), μοιάζει τελικά να εκδικείται τους πάντες.
*** φήμες λένε πάντως ότι και οι περιβόητες ‘Moon’s Milk In Four Phases’ ηχογραφήσεις, που προηγήθηκαν των δύο MTPITD και εγκαινίασαν την ‘σεληνιακή’ φάση του γκρουπ, θα κυκλοφορήσουν και αυτές μετά και το 2 από την Dais, συνεπώς όλα καλά, εδώ θα είμαστε και πάλι να τα λέμε.
Όχι μόνο τους ακροατές και κυνηγούς του, αλλά και τους ίδιους τους δημιουργούς του, από όπου τέλος πάντων βρίσκονται τώρα που μιλάμε, καθώς μετατρέπεται σε ένα αυτοτελές και ανεξάρτητο εμπορικό προϊόν, το οποίο μπορεί και υπάρχει ως τέτοιο πέρα και ανεξάρτητα από το περιεχόμενο του, χωρίς μάλιστα το γεγονός αυτό να αλλοιώνει στο ελάχιστο το περιεχόμενο του, αλλά και αντίστροφα χωρίς πλέον το περιεχόμενο να είναι κύρια αυτό που προσδιορίζει την κρίσιμη εμπορική αξία του. H υπεραξία στα χέρια των Coil η αλήθεια είναι ότι θα μπορούσε να συγχύσει ακόμη και τον Marx, κανείς δεν το αρνείται αυτό.
Υπό τις παραπάνω συνθήκες, τεχνητές ή υπαρκτές δεν έχει σημασία, θεωρώ ότι έχουμε χρόνο και χρόνια μπροστά μας και για να ακούσουμε επιτέλους όπως του πρέπει το (τα) ‘Musick To Play In The Dark’ και να μιλήσουμε και πιο συγκεκριμένα, συνεπώς και πιο συγκεχυμένα, επ’ αυτού.
Άλλωστε και οι κόπιες από τα CD της World Serpent, που είχα στα χέρια ράφια μου μέχρι αυτήν την επανακυκλοφορία, διαπιστώνω με έκπληξη ότι είναι ύποπτα άθικτες, για ένα ντουέτο δίσκων, που τουλάχιστον τα τελευταία δέκα χρόνια ποτέ δεν τους έχω βγάλει από μία διαρκώς εναλλασσόμενη λίστα με τους δέκα αγαπημένους μου δίσκους όλων των εποχών.
Είναι το MTPITD 1 όμως ο καλύτερος δίσκος των Coil; Θεωρώ πως ναι είναι. Και μαζί με το 2 είναι κάτι παραπάνω από αυτό, που θα έλεγε και ο Bryan Ferry, αν τυχόν κάποιος τον ρωτούσε.
Είναι ο σπουδαιότερος δίσκος των Coil; Όχι δεν είναι, αυτός είναι το ‘Horse Rotorvator’.
Είναι ο πιο ακραίος δίσκος των Coil; Όχι δεν είναι, αυτός είναι εξ ορισμού το ‘Scatology’.
Είναι ο πιο... Coil δίσκος των Coil; Όχι δεν είναι, αυτός είναι το ‘Love Secret Domain’ (για το οποίο έχουν ήδη ανακοινωθεί δύο διαφορετικές επανεκδόσεις μέσα στο 2021, μία από την Infinite Fog, και σε ξύλινο κουτί μεταξύ άλλων που έχει ήδη εξαντληθεί, και μία από την Wax Trax, που πάντως υπόσχεται περισσότερη πίστη στο πρωτότυπο υλικό και σύμπραξη με τους συμμετέχοντες σε αυτό).
Το ‘Musick To Play In The Dark 1’ είναι όμως ο μόνος δίσκος των Coil, που μετά από όλα αυτά τα χρόνια έχει καταφέρει να σταθεί με παράδοξο τρόπο τόσο βαθιά μέσα, όσο και ανακουφιστικά επιτέλους έξω από το Coil-ικό σύμπαν (όπως και αν το ορίζει κανείς αυτό μέσα του).
Μία παρολίγον παραφωνία στην ιστορία και την δισκογραφία τους (επίσημη και ανεπίσημη), που ταυτόχρονα συνοψίζει και εμπεριέχει κάθε ακραία, αλλά και κάθε περιττή, πτυχή του συγκροτήματος.
Ο μύθος που έχει δημιουργηθεί γύρω από τους Coil, τους εμφανίζει πλέον (και εν πολλοίς τον αποδέχομαι κι εγώ, για να μην παρεξηγηθώ) ως ένα σχήμα που σχεδόν ποτέ δεν έκανε λάθος, και που οι μόνες αδύναμες στιγμές των ηχογραφήσεων τους, εμφανίστηκαν όποτε προσπάθησαν να προσεγγίσουν (όχι τυχοδιωκτικά, αλλά απλώς παρασυρόμενοι - κατά τον ίδιο πάντοτε μύθο), τα επίκαιρα ηχητικά σήματα των καιρών, δηλαδή πρακτικά όταν το έριξαν στο rave.
Σε αντίθεση με την παραπάνω συλλογιστική, το MTPITD 1 είναι κατά βάση ένας δίσκος που πέρα από τις αφετηρίες του και την βαθύτερη προσέγγιση των δημιουργών σε όλη τη διαδικασία, δίπλα στις ατέλειωτες εργατοώρες, που με εμμονή ξόδευαν οι Balance - Christopherson και οι εκάστοτε συνεργάτες τους, προκειμένου να πετύχουν όχι απαραίτητα το καλύτερο, αλλά αυτό που φάνταζε στη κάθε επιμέρους στιγμή ως το κατάλληλο ηχητικό αποτέλεσμα (έστω και αν δεν ήταν), ανεξάρτητα από την εξαντλητική επιμονή στις λεπτομέρειες (στις οποίες σε κάθε τέχνη και επιστήμη κρύβεται ο διάβολος, ως γνωστόν), εγκαθιδρύει (και αμέσως μετά το καθαιρεί) το ηχητικό σύμπαν των Coil, ως ένα ανερυθρίαστα new age επίστρωμα, το οποίο όμως για πρώτη φορά δεν είναι απαραίτητο, και ίσως τελικά να είναι και ζημιογόνο για την ηχητική και αισθητική εμπειρία, να το σηκώσει κανείς για να ψάξει, να βρει και να ακούσει τι υπάρχει από κάτω.
Δεν είναι απροσπέλαστο, αλλά ως τέτοιο εμφανίζεται. Δεν είναι άθραυστο ασφαλώς, γιατί τότε σίγουρα δεν θα ήταν Coil, αλλά είναι περισσότερο συνεκτικό από ότι στα χέρια οποιουδήποτε άλλου επιχειρεί να εξανθρωπίσει την βιομηχανική electronica, καταλήγοντας τελικά να την ευτελίζει, ειδικά όταν την μετατρέπει σε κάτι επιβλητικό και κυριαρχικό.
Σε τελική ανάλυση, και αυτό αποδείχτηκε στην πράξη και στην πραγματική ζωή, το new age των Coil σε αντίθεση με τους κανόνες του είδους, δεν οδηγεί σε κανενός είδους αυτοβελτίωση ή έστω επιβίωση, αλλά είναι υποδόρια διαβρωτικό και τελικά οδηγεί πιο γρήγορα στην καταστροφή από ότι όλες οι προηγούμενες επιθετικές και ακραίες μορφές και εκφράσεις τους ως γκρουπ, δηλαδή τόσο ως ντουέτο, όσο και με τον εκάστοτε κύκλο φίλων, συνεργατών και συμμετόχων. Τόσο απλό όταν υπάρξει, τόσο πολύπλοκο σε όλη τη διαδικασία δημιουργίας του.
Ό,τι υπάρχει και ό,τι υπήρξε από κάτω, οι εξαρτήσεις, οι εμμονές, οι αρρώστιες, τα κάθε είδους άκρα και όλες οι πτώσεις, η καταστροφή και η αυτοκαταστροφή, η αηδία και η πρόκληση, δεν έχουν παύσει να υπάρχουν, είναι ακόμη εδώ για όποιον τυχόν τα χρειάζεται, για να συνεχίσει να υπάρχει και ο ίδιος στο σύμπαν των Coil και σε οτιδήποτε τέλος πάντων του προσφέρει αυτό, για να τα βγάλει πέρα με μια ζωή που ασφαλώς καμία σχέση δεν έχει με την ζωή των Coil.
Παρόλα αυτά, το MTPITD 1 (όπως και το 2 ασφαλώς) σε κάθε ουσιαστική ακρόαση του παραμένει ένας κατά βάση καθαρός δίσκος, ένας δίσκος που αφήνει την ψευδεπίγραφη εντύπωση ότι προέρχεται από ένα ψυχικά, διανοητικά, αλλά και σωματικά υγιές συγκρότημα - ομάδα ανθρώπων, παρότι ασφαλώς το εντελώς αντίθετο συνέβαινε.
Αν μάλιστα μας επιτραπεί να ανατρέξουμε και εμείς για μία και μόνη φορά στα όσα γράφονται στο ‘England’s Hidden Reverse’, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η περίοδος κατά την οποία οι Balance/ Christopherson είχαν σχεδόν αποσυρθεί στα προάστια και στα όρια της αγγλικής επαρχίας και φέρεται να ζούσαν μια αν όχι νορμάλ, τότε τουλάχιστον λιγότερο έντονη ζωή, σε σχέση ιδίως με την αμέσως προηγούμενη φάση τους, είναι τελικά η φάση εκείνη στην οποία ειδικά ο πρώτος βίωσε την πιο έντονη εσωτερική κλινοπάλη, η οποία και κατέληξε σε έναν θάνατο κάπου ανάμεσα στο ηρωικά τραγικό και στο ανήμπορα γελοίο.
Το MTPITD 1 είναι οι Coil μετά τους Coil και για ελάχιστες στιγμές οι Coil χωρίς τους Coil.
Και αυτό θα γίνει ακόμη πιο απτά κατανοητό στο MTPITD 2, οπότε και θα κυριαρχήσει αν όχι το πνεύμα, τότε οπωσδήποτε η συμπαγής μουσική ιστορικότητα που έφερε μαζί του ο Μεγάλος Thighpaulsandra. Αυτά όμως θα τα πούμε αναλυτικά όταν έρθει η ώρα.