Αγάπη, πού θα περάσουμε το μήνα του μέλιτος;
Έχω βρει το κατάλληλο μέρος... Θα κάνουμε το γύρο των Ηνωμένων Πολιτειών με αφετηρία το Όκλαντ. Θα βιώσουμε έτσι την εμπειρία που έζησε ο Jack London στα τέλη του 19ου αιώνα αρχικά ως μέλος της Βιομηχανικής Στρατιάς των ανέργων και αργότερα ως μοναχικός «αλήτης». Και αν είμαστε τυχεροί μπορεί να συναντήσουμε στο δρόμο τους Communique να ξεγελούν τους σιδηροδρομικούς με επικίνδυνα κόλπα πάνω στα τρένα... Πώς σου φαίνεται η ιδέα μου;
Τέλεια! Οι Communique μπορεί να τονίζονται στη λήγουσα αλλά είναι νέα αμερικάνικη μπάντα με μέλη που έχουν punk αίμα στις φλέβες τους, συγκεκριμένα οι τρεις από τους πέντε έχουν μαθητεύσει στους American Steel (σχήμα που κυκλοφόρησε το ντεμπούτο του το 1998, ενώ στη συνέχεια υπέγραψε στην Lookout! Records που έβγαλε τη συλλογή «Lookout! Freakout, Vol.3» με το «Cross your Heart» των Communique και με το τελευταίο κομμάτι που ηχογράφησαν οι American Steel πριν διαλυθούν, το «More like a Dream»). Αυτή πάντως είναι η πρώτη τους δισκογραφική απόπειρα που διανέμεται στην Ελλάδα από την Olon Music. Θα μου την αγοράσεις μωρουλίνι;
Θα σου την αγοράσω γιατί σε νοιάζομαι και φροντίζω πάντα για τη μουσική σου παιδεία. Το συγκρότημα λειαίνει εδώ την punk rock επιφάνειά του και υιοθετεί μια περισσότερο indie ταυτότητα, για την ακρίβεια το EP μοιάζει να είναι μοιρασμένο: τα τρία πρώτα κομμάτια περιλαμβάνουν δυνατές κιθάρες ενώ τα άλλα τρία οικοδομούν ένα πιο pop περιβάλλον. Το «Cross your Heart» με την classic rock εισαγωγή και τα τραχιά φωνητικά του Rory Henderson, το «Ugly Moon» με τα ρυθμικά ντραμς και τον 80s βρετανικό ήχο, το «Love Unconditional» στη μόνη post-grunge στιγμή με κιθάρες τύπου Blink-182 και Candlebox, το «Evening in the City» με τον πολύ όμορφο πιανιστικό του ρυθμό, το «Drummer Boy» με τη βαθιά υπόκλιση στους ήχους των Smiths και τέλος το «Annabelle» με την περισσότερο ατμοσφαιρική αλά Clientele μελωδία του.
Οι Communique έχουν ανεξάρτητο ήθος, διαθέτουν επίσης καλές στιχουργικές ιδέες, ενώ οι συνθέσεις τους -χωρίς να εκπλήσσουν- ευχαριστούν με το λιτό τρόπο προσέγγισης. Ξεπερνώντας ένα μικρό πρόβλημα όσον αφορά στη συνοχή του δίσκου, θα προτιμήσω τα τρία τελευταία κομμάτια (με κορυφαίο το «Drummer Boy») και θα περιμένω εναγωνίως την πρώτη τους ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά, για την οποία ελπίζω να βρουν χρόνο ανάμεσα στις βραδινές αλητείες τους.
ΥΓ. Μιας που μιλάμε για Όκλαντ, πεταχτείτε λίγο παραδίπλα και ακούστε τους The Aislers Set για τους οποίους είχε γίνει παλιότερα ένα εξαιρετικό αφιέρωμα... τόσο κατατοπιστικό που είναι μάλλον περιττή μια επιπρόσθετη κριτική του τελευταίου τους δίσκου «How I learned to write backwards». Το υστερόγραφο μόνο και μόνο γιατί το καλοκαίρι πέρασε υπό τους επαναλαμβανόμενους αλλά ανησυχητικά μη βαρετούς ήχους του «Emotional Levy» και «Mission Bells»... για να μην αναφερθώ στο «The Train #2». Και να φανταστείτε ότι κουράζομαι αφόρητα με κάτι τύπους σαν τους Pastels και Belle & Sebastian...