The resurrectionists & Night raider
1. Όπως έχεις καταλάβει φίλε/η σέρφερ που με πετυχαίνεις πού και πού να γράφω κάνα κειμενάκι στο Μικ, δεν μ' ενδιαφέρει και πολύ να σε ψήνω ν' ακούς ό,τι μ' αρέσει εμένα, ούτε να στο παρουσιάζω σαν αντικειμενικότητα. (αιχμηρό χαμόγελο) Ίντερνετ έχεις, κατέβαστο και κρίνε.
2. Για να ξέρεις όμως τι περίπου σε βάζω να κάνεις, σου λέω ότι είναι ένα διπλό σιντάκι μιας, ας την πούμε ποστ-ροκ, μπάντας (μια συνέντευξή της εδώ) για τον πρώτο δίσκο της οποίας πιθανόν και να χεις διαβάσει παραδίπλα, δηλ εδώ.
3. Ακολουθεί μια παράγραφος που έπιασα να σκαρώνω αυτόματα με την πρώτη ακρόαση (κόπυ/πέιστ)
Αμάν, γκρουπάρα!
...Φίλε/η σέρφερ, δικαίωμα.
Είμαι στο τέλος μιας κουραστικής κατεβασιάς δεκάδων καινούργιων κυκλοφοριών και τa 'χω παίξει με τα μεγαλόστομα που διαβάζω και τα αδιάφορα που ακούω. Ούτε που θυμάμαι πού τους βρήκα και για ποιό λόγο ψήθηκα να τους κατεβάσω τούτους δω. Λίγα δευτερόλεπτα της ήσυχης μακρόσυρτης εισαγωγής του δίσκου και αναπήδησα με τη λαχτάρα της πρώτης φράσης που διάβασες παραπάνω, φίλε/η σέρφερ. Κάμποσα λεπτά αργότερα, σηκώνω επιδοκιμαστικά τη γροθιά μου ενώ οι φωνές στοιχειώνουν και τα όργανα μαίνονται πριν το φινάλε.
Δεν τον έχω ακούσει ακόμα ολόκληρο, μόλις τέλειωσε και το επίσης φορτισμένο δεύτερο κομμάτι που διάλεξα στο ράντομ, αλλά πλέον το ξέρω, αυτόν το δίσκο θα τον αγοράσω και θα τον λιώσω. Γιατί έχει το ένα και μοναδικό πράγμα που χρειάζομαι από οποιονδήποτε δίσκο οποιασδήποτε μουσικής κι αν ακούσω. Γιατί, πώς το λένε, οι δίσκοι που μ' αρέσουνε βγαίνουν από μέσα, ένα πράμα, κι όχι από έξω, από δηθενιά. Η κριτική εδώ και ώρα αποφάσισε και γράφεται πλέον μόνη της.
4. Μπήκες στο νόημα φίλε/η σέρφερ, έτσι δεν είναι; Συνεχίζω λίγο παρακάτω (βρίζει γιατί έχασε το κείμενο, το ξανασώζει, κόπυ /πέιστ ενώ λέει κάτι για τους υπολογιστές)
Είναι, λέει, οι λεγάμενοι, διάφοροι ήδη πιασμένοι Βρετανοί ποστ-(χαρντ)ροκάδες που ενίοτε μαζεύονται ως Σακάτηδες Μαύροι Φοίνικες και φτιάχνουν "ακροτελεύτιες μπαλάντες". Δεν μας, θα ήταν η πρώτη αντίδραση. Κι όμως, σαρπράιζ! Αυτό που ακούω δεν το βαριέμαι, δεν το προχωράω βιαστικά παρακάτω. Με κάνει και το σέβομαι. Κάθε λεπτό μετράει εξήντα πολύτιμα δεύτερα εδωπέρα. Α, θα ψάξω και τον προηγούμενό τους, πώς μου ξέφυγαν αυτοί οι τύποι τρία ολόκληρα χρόνια; Είχαν έρθει και για λάιβ πρόπερσι θυμάμαι, αγκρρρ.
5. Είδες φίλε/η σέρφερ, υπάρχουν και συντάκτες του Μικ που δεν τα ξέρουν όλα, ούτε καν όσα έχει ήδη παρουσιάσει το Μικ.
(φονικό μειδίαμα) Κάνουνε όμως ό,τι μπορούν μπας και τα μάθουν κάποτε.
...Ήδη ακούω ένα άλλο (τρίπτυχο) κομμάτι που από ποστ-γενικώς εξελίσσεται σε μια ποστ-φλοϋδική μπλουζιά χάρμα και καταλήγει όσο ποστ-προγκ χρειάζεται για να μη με εκνευρίσει. Το επόμενο ηχεί, εχμ, ακροτελεύτια όντως, με κιθάρα, πλήκτρα και τον αποστασιοποιημένο ήχο μιας τρομπέτας. Τό 'χουνε, λέμε.
Αν και το πέμπτο που διάλεξα δεν μου πολυκάνει, ε και, είναι άλλα δεκατόσα κομμάτια που περιμένουν, έχω μπροστά μου μια συναρπαστική μουσική βραδιά!
6. (η φωνή σοβαρεύει) Και μια διευκρίνηση. Αυτή η έκδοση περιλαμβάνει δεκαεννέα κομμάτια και διατίθεται από προχτές υπό τη μορφή διπλού "ντελούξ" σιντί και σε περιορισμένα αντίτυπα από τον ιστότοπο της Invada, μιας εταιρίας πού φτιαξε, ως γνωστόν, ο Τζεφ Μπάροου των Πόρτισχεντ. Η κανονική, ευρύτερη κυκλοφορία όμως είναι μια επιλογή δώδεκα κομματιών (κι όχι απαραίτητα των καλύτερων) σε μονό σιντί κι έχει κι άλλο τίτλο, λέγεται 200 Tons Of Bad Luck. Προς τί όλο αυτό το τζέρτζελο; Τί τους έφταιξαν τα επτά κομμάτια που έμειναν απέξω κι όποιος προλάβει; (καπνοί απ' τ' αυτιά) Έλα μου ντε, με τα αψυχολόγητα των εταιριών!
(σηκωμένο φρύδι) Πώς το 'δανε δηλαδή, τους χάλαγε το κόνσεπτ; Οι Πινκ Φλόιντ είναι; Τι πίνει ο Τζεφ Μπάροου;
(αυλαία)