Πριν από χρόνια, είχα διαβάσει στη νεκρολογία ενός συγγραφέα μια εκτενή αναφορά στα 4-5 πρώτα του βιβλία (από τα 35 που έγραψε) και στο τέλος την έκφραση 'συνέχισε να γράφει βιβλία μέχρι το θάνατό του'. Με το πέρασμα των χρόνων συνειδητοποίησα ότι το ίδιο μπορεί να γραφτεί και στις νεκρολογίες του 99% των μουσικών μας.
Ο Robert Smith είναι ονειρεμένη περίπτωση του 'δε θυμίζω τίποτα - συγκλονίζω με τις συνθέσεις μου - αναγνωρίζομαι ταχύτατα λόγω αυτών και χωρίς να ανεβώ στο κύμα κάποιας σκηνής για να το πετύχω'. Μόνος σαν τον ήρωα του Ξένου που ενέπνευσε το 'Killing an Arab' του. (Από την ίδια περίοδο προτιμώ και το 'Griding halt' που δεν αναφέρεται ποτέ δίπλα στους πασίγνωστους ογκόλιθους του).
Παρένθεση: Το πρώτο ντέμο των Cure στην Polydor το παρέλαβε ο παραγωγός Chris Parry ο οποίος λίγους μήνες μετά παραιτήθηκε, έφτιαξε την Fiction και εκμεταλλεύτηκε όσο καλύτερα μπορούσε το λαχείο που του έπεσε στα χέρια.
Αν ο Robert Smith πέθαινε μετά το 'The top' ίσως τώρα στο Λυκαβηττό να έπαιζαν οι The Cure of the 21st Century. Όμως συνέχισε να ζει και να βγάζει δίσκους. Και θα βγάζει δίσκους για πάντα, έστω κι αν αναγκαστεί να πληρώνει τα έξοδα απ'την τσέπη του. Το να ζητάς από κάποιον καλλιτέχνη να σταματήσει νέος, είναι σα να ζητάς από κάποιον να σταματήσει το σεξ στα 30.
Ορμές και νιάτα από τη μια, κοινωνική θέση, χρήμα και εύκολη αγορά σεξ από την άλλη. Έμπνευση, φρεσκάδα και λίγες ευκαιρίες από τη μια, εύκολα συμβόλαια και άνετο γέμισμα σταδίων από την άλλη. Ας δούμε αν το σημερινό καλλιτεχνικό προϊόν του Robert Smith είναι το ίδιο θλιβερό με το σεξ ενός ώριμου ζευγαριού που πολλοί δε θα ήθελαν να παρακολουθήσουν.
Το δράμα είναι η καρδιά κι αυτού του δίσκου, του γεμάτου don't και can't, ο κήπος των ηδονών του Ροβέρτου. Δεν μπορεί να μπει στο μυαλό, στην καρδιά, στην ψυχή (θα μπορούσε να βάλει κι ένα σώμα) του ερωτευμένου. Ο ήλιος είναι ψυχρός, τα άστρα μαύρα, το σπίτι σκοτεινό και το κρεβάτι σκληρό. Οι έρωτές του τελειώνουν με πόνο. Όλα τα όνειρά του πραγματοποιήθηκαν. Οδεύει προς το πουθενά. Τίποτα πια να νοιώσει, να κάνει, να δώσει. Πολύ λίγες οι αναλαμπές χαράς και αισιοδοξίας. Μήπως αυτή η θεματολογία παραείναι έιτις;
Ένα δευτερόλεπτο μετά το ξεκίνημα του 'Lost' μπαίνει η φωνή του και δεν σταματά καθόλου σ'όλη τη διάρκεια του δίσκου. Στο 'The end of the world' δεν αφήνει ούτε ένα δευτερόλεπτο να πάει χαμένο. Γιατί δεν το βουλώνει λίγο να αφήσει τα όργανα που δωρικά τον συνοδεύουν να ζωγραφίσουν με τα δικά τους χρώματα όπως στο 'Anniversary'; Γιατί δε βγαίνει απ'το αδιέξοδο προσπαθώντας να κάνει μουσική περισσότερο, παρά τραγούδια; Ή γιατί δεν κάνει έναν εντελώς ψυχεδελικό δίσκο σαν αυτόν που φωτογραφίζει το 'Labyrinth'; Έχει ακόμα να αποδείξει τίποτα; Φοβάται μη χάσει το κοινό του; Φοβάται την πρόκληση;
Τα παραπάνω βέβαια ισχύουν γι'αυτούς που έχουν ακούσει πάνω από 6-7 δίσκους των Cure και θα θεωρήσουν πως τα νέα τραγούδια είναι αποτυχημένο ρεζουμέ ολόκληρης της καριέρας τους. Αν, όπως μια Ουκρανή που σε ένα board δήλωνε ενθουσιασμένη με τους Cure τους οποίους μόλις ανακάλυψε και ρωτούσε αν θα έγραφαν μουσική για μπαλέτο, είστε αγνοί παρθένοι ακροατές, θα ακούσετε στο 'The Cure' (να σημαίνει κάτι η επιλογή του ομώνυμου τίτλου;) ένα πολύ ορεξάτο εναλλακτικό ροκ γκρουπ με δικό του ήχο, με ωραία, παραπονιάρικα φωνητικά, σχεδόν απίστευτα ορεξάτο αν υπολογίσετε ότι ο πρώτος τους δίσκος κυκλοφόρησε πριν από 25 χρόνια (να οφείλεται στην τετράχρονη στέρηση του στούντιο;). Έχουμε άραγε αναγνώστη που τον τελευταίο μήνα ανακάλυψε τους Cure;
Οι Cure είναι σήμερα οι Robert Smith - voice, guitar, Simon Gallup - bass, Perry Bamonde - guitar, Jason Cooper - drums, Roger O'Donnell - keyboards. Και νομίζω πως αυτοί μας χρειάζονται πια περισσότερο απ'όσο εμείς αυτούς.
Πάω να ψάξω για κανένα νεαρό ζευγαράκι...