Συγχωρέστε τον κυνισμό, αλλά το συνηθέστερο concept πίσω από ένα album με διασκευές είναι αυτό της αρπαχτής. Όταν ένα συγκρότημα δεν έχει υλικό για νέο δίσκο αλλά ταυτόχρονα θέλει να δώσει το δισκογραφικό παρόν, έχει δύο συνήθως λύσεις: η μία είναι να κυκλοφορήσει ένα live album, η δεύτερη είναι να ηχογραφήσει μια σειρά από διασκευές. Τα αποτελέσματα ποικίλουν: το έχουμε δει με αποτελέσματα τραγελαφικά (πχ Tori Amos), απογοητευτικά (πχ Brian Ferry), παντελώς αδιάφορα (πχ Αnnie Lennox), διασκεδαστικά (πχ Metallica) ή απλά ενδιαφέροντα (πχ Kristin Hersh). Αυτός ο δίσκος των Czars είναι μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που τα αποτελέσματα είναι θεαματικά. Και εξηγούμαι:
Καταρχήν, δεν πρόκειται τόσο για νέο album όσο για συλλογή, μιας και αφενός οι Czars είναι πλέον διαλυμένοι προ πολλού, αφετέρου, τα περισσότερα κομμάτια από εδώ μέσα είχαν ηχογραφηθεί παλαιότερα για να σκορπιστούν σε συλλογές ή σε b-sides του συγκροτήματος. Αυτό εξηγεί και το ετερόκλητο των επιλογών - από το "My Funny Valentine" του 1937 μέχρι το "Angel Eyes" των ABBA, με ενδιάμεσες στάσεις στην Patsy Cline, τον Tim Buckley ή τον Paul Simon. Aυτό που παραμένει να εξηγηθεί είναι το πώς οι The Czars έχουν κατορθώσει να διατηρήσουν ένα αξιοθαύμαστα ενιαίο κλίμα στις 11 αυτές διασκευές και να τις σφραγίσουν με την χαρακτηριστική τους αισθητική: όλα ανεξαιρέτως τα standards του "Sorry I Made You Cry" έχουν ηχογραφηθεί με μια noir παλαιομοδίτικη διάθεση που υπερτονίζει το μελαγχολικό στοιχείο, όχι τόσο για χάρη του αναμφισβήτητου στυλ του (άλλωστε, υπάρχει πιο ανυπέρβλητο icon από μια πληγωμένη Patsy Cline να τραγουδάει το "Crazy" σε ένα μικρό club γεμάτο καπνό;), αλλά κυρίως για να εγείρουν μια ευεργετική νοσταλγία και θλίψη που έχει τη δύναμη να προκαλεί ψυχική ανάταση.
Αυτό που φτάνει τελικά στα αυτιά μας είναι έντεκα διαδοχικές συναισθηματικές κορυφώσεις. Δεν είναι μονάχα η χαρισματική ερμηνεία του John Grant που δίνει στα κομμάτια αυτά νέα πνοή και κάνει τον όποιο Chris Martin να μοιάζει εγκληματικά ρηχός και υπερεκτιμένος. Δεν είναι απλά ο σεβασμός με τον οποίο το group προσεγγίζει τα κομμάτια, ούτε το γεγονός ότι δε διανοείται να αλλάξει στο παραμικρό τους στίχους των τραγουδιών για να ταιριάζουν σε έναν άντρα ερμηνευτή: έτσι, ακούμε για παράδειγμα, τον Grant να τραγουδάει "where the boys are / someone waits for me" και αντί να ηχήσει περίεργο, αντίθετα καταδεικνύει την πέρα για πέρα κλασική φύση του κομματιού, πέρα από εποχές ή ο,τιδήποτε άλλο. Ούτε είναι το συγκλονιστικό πάντρεμα του "My Funny Valentine" με το δικό τους "Val" (και δεν υπάρχει τίποτα πιο τιμητικό από το να έχουν καταφέρει να έχουν συρράψει μια δική τους σύνθεση σε αυτό το τραγούδι χωρίς να είναι φανερή η αλλαγή σε όποιον δεν ξέρει τα δύο κομμάτια), ούτε η πάντα σαγηνευτική Paula Frazer που συμμετέχει στο "Leavin' On Your Mind", ούτε η διαυγής, λυτρωτική εκδοχή τους στο "Song To The Siren" που πρέπει να έκανε τον Simon Raymonde (Cocteau Twins) που ηγείται της εταιρείας τους να ξανααγαπήσει ένα τραγούδι που αντιπαθούσε για τόσα χρόνια. Πάνω από όλα, είναι αυτή η εικόνα που επανέρχεται, αυτή μιας παλιάς γιορτής σε ασπρόμαυρο φόντο και με επίσημο ένδυμα, λεπτές εκδηλώσεις αβρότητας και ηλεκτρισμός στον αέρα, όλα να εκπέμπουν λυρισμό, και ανυπέρβλητη κομψότητα.
Υπάρχει όμως και μια άλλη εικόνα. Αυτή ενός κρεβατιού με τσαλακωμένα σεντόνια, και κάποιος ή κάποια να στέκεται ξαπλωμένος και να αναπολεί με δάκρυα στα μάτια - τα δάκρυα για τα οποία μας ζητάνε συγγνώμη οι The Czars προκαταβολικά στον τίτλο του δίσκου - ακούγοντας κάπου στο βάθος τον Grant να τραγουδάει "you don't know what love is / till you learn the meaning of the blues"... Κάπου σε αυτές τις διασκευές υπάρχει σκοτάδι παρόμοιο με αυτό τον Joy Division και οι ονειρώδεις διαδρομές της 4AD, σε ένα ευτυχές πάντρεμα με τη στόφα των pop κλασικών. Σαν ένα album του Rufus Wainwright χωρίς τις εκκεντρικότητες, ταξιδιάρικο και ποιητικό, και με ενισχυμένο τον αέρα διαχρονικότητας που τού χαρίζουν όχι μόνο η επιλογή των συνθέσεων καθεαυτή αλλά κυρίως η προσέγγιση που τούς έχει επιφυλάξει το ίδιο το group, το "Sorry I Made You Cry" είναι ένα από τα πολυτιμότερα πράγματα που μπορούν να κοσμήσουν οποιαδήποτε δισκοθήκη.