Bromst
Ο Dan Deacon είναι γύρω στα 30. Ίσως και κάτι λιγότερο. Έχει σπουδάσει σύνθεση με ηλεκτροακουστικά όργανα στο Πανεπιστήμιο. Το "Bromst" είναι το δεύτερο μεγάλης διάρκειας έργο του που μας καταθέτει, μετά το ευρηματικό (και ως προς τον τίτλο του αλλά και ως προς το περιεχόμενό του) "Spiderman Of The Ring", του οποίου μπορείτε να διαβάσετε την κριτική από τον Λάμπρο Σκουζ εδώ. Για όσους βαριούνται να διαβάσουν την παλαιότερη κριτική να σας επισυνάψω κάτι μικρό, που μου έκανε μεγάλη εντύπωση και ίσως καταλάβουμε την περίπλοκη προσωπικότητα του Deacon : "Κάπου διάβασα πως τον κουράζει να σκύβει πάνω από τα laptop και τις καφετιέρες και φτιάχνει ψηλά τραπέζια, στο ύψος του κεφαλιού του, ώστε να παίζει ευκολότερα".
Το "Bromst" είναι πιο χαλαρό από τον προκάτοχό του. Πιο εύπεπτο, μπροστά στους πειραματισμούς του ντεμπούτου του. Είναι πιο κατασταλαγμένο, πιο ώριμο, πιο μεστό, έχει ταυτότητα. Δεν είναι ένα κολάζ τραγουδιών που σφαδάζουν από την εμμονή της διαφορετικότητας αλλά είναι ένα επίτευγμα ομοιογένειας εμβολιασμένο με το φάρμακο κατά της μετριότητας. Γενικώς ο Deacon έχει καλό γούστο. Ο δίσκος ξεκινάει με ένα slow-tempo drone κομμάτι, το 'Build Voice' το οποίο είναι κτισμένο γύρω από τη φωνή του, που επαναλαμβάνει τα ίδια λόγια και νιώθουμε να μας κυκλώνει μέσα στην επανάληψή του. Να μας βάζει στο κέντρο, στο μάτι του κυκλώνα, για να μας ισοπεδώσει ολοκληρωτικά στη συνέχεια με το 'Red F' -ίσως η καλύτερη στιγμή του δίσκου-, ένα αλά-Animal Collective -στα καλά τους- κομμάτι.
Ο Deacon έχει αρπάξει την κουτάλα και ρίχνει στο τσουκάλι της μουσικής του μόνο υλικά άριστης ποιότητας. Σαν μια καλή μουσική νοικοκυρά ξέρει από καλούς Devo και M83. Με τις άκρες των ακροδαχτύλων του ρίχνει μπαχάρια από Mouse On Mars και Animal Collective, αφού έχει ανακατέψει για τα καλά το μίγμα του. Εξάλλου εκατό χρόνια Philip Glass άκουγε, έχει ψηθεί... Αλλά Dan πρόσεχε αγόρι μου, τα μακαρόνια να είναι μόνο Deacon.