Είχα καιρό να ακούσω δίσκο χωρίς να κουβαλάω προκαταλήψεις. Χωρίς να έχω συστάσεις και αναφορές και καμία ιδέα περί τίνος πρόκειται. Απέφυγα κιόλας να ψάξω για λεπτομέρειες στο μεγάλο βιβλίο της Πληροφόρησης (αλλά και της Παραπληροφόρησης) που λέγεται internet. Το όνομα δεν μου έλεγε τίποτε, αρκετά κοινότυπο είναι κιόλας, ομολογώ ότι δεν είχα πάρει χαμπάρι το προ διετίας ΕΡ τους ούτε και υποπτεύθηκα καμία συσχέτιση με το project ονόματι Daftside το οποίο καταπιάστηκε και άλλαξε τα φώτα στον φετινό δίσκο της χρονιάς, το "Random Access Memories" (από την άποψη του μιλητού και του ντόρου εννοώ!). Το όνομα λοιπόν θα μπορούσε να αφορά μια κλασική νταρκίλα, ίσως και κανέναν θορυβώδη πειραματισμό. Ή μήπως είναι ένα κλείσιμο του ματιού σε έναν από τους πιο μοσχοπουλημένους δίσκους όλων των εποχών; (αυτό μπορείτε να το κρατήσετε). Ή μήπως το psychic στον τίτλο είναι ένα επίφοβο (όχι πάλι Θεέ μου!) υπονοούμενο στη μοδάτη ταμπέλα της εποχής; Για να ακούσουμε λοιπόν... Ακρόαση στα τυφλά...
(Μεταξύ μας, θα είχε ενδιαφέρον να γινόταν που και που κάτι τέτοιο και οργανωμένα στα μουσικά περιοδικά, έχει κίνδυνο μεγάλης έκθεσης βέβαια, πριν από χρόνια είχε γίνει κάτι αντίστοιχο με οινογνώστες, οι σατανικοί διοργανωτές τους άλλαξαν τις ετικέτες ανάμεσα σε πανάκριβα κρασιά και σε ξύδια του σούπερ-μάρκετ και μετά όπως καταλαβαίνετε γέλασε και το παρδαλό κατσίκι).
Ο δίσκος ξεκινάει με έναν υπόκωφο βόμβο ο οποίος εμπεριέχει όλες τις δυνατότητες μελλοντικής εξέλιξης. Σκοτάδι. Επίφοβοι ακαθόριστοι ήχοι. Μια μονότονη συνθετική γραμμή αναδύεται σιγά-σιγά. Ένα σπάραγμα μελωδίας επίσης. Ένα καρδιοχτύπι στο υπόβαθρο. Και αυτό εκεί στο βάθος τσέλο δεν είναι; Ο χρόνος κυλά. Ένα μπάσο μπαίνει, ο ρυθμός μπαίνει σε κίνηση, ένα falsetto φωνής υπερίπταται στοιχειωτικό. Το "Golden Arrow" το οποίο ανοίγει και ουσιαστικά επιστεγάζει και καθορίζει εντυπωσιακά το δίσκο, είναι από αυτά τα κομμάτια που είθισται να αποκαλούμε "έπη", μια σχεδόν δωδεκάλεπτη progressive σουίτα μεταλλαγμένης βρώμικης (ουχί όμως ...τερατόμορφης) soul και space παραισθητικής ντίσκο (που λέει και ο Τζιρίτας). Σπουδαίο και πανέμορφο...
Ας μπούμε όμως τώρα και στις λεπτομέρειες (τις "προκαταλήψεις" αν θέλετε). Οι Darkside είναι η συνεργασία του κιθαριστή (και όχι μόνο) Dave Harrington και του Nicolas Jaar, ίσως ενός από τα πιο αξιόλογα από όλα αυτά τα μικρομέγαλα παιδιά-θαύματα που προσπαθεί να πουλήσει τα τελευταία χρόνια η παγκόσμια μουσική βιομηχανία, μια συνεργασία η οποία άνθισε στα διαλείμματα και στα μεσοδιαστήματα των περιοδειών του Νικόλα. Μπορούμε κατά συνέπεια να σταμπάρουμε το δίσκο ως "Nicolas Jaar με κιθάρες" και να ξεμπερδέψουμε; Έχει μια βάση ο αφορισμός αλλά "κλαδεύει" πολλές απόψεις του επίσης.
Δίσκος νύχτας είναι το "Psychic". "Big Night Music" κιόλας, όπως έλεγαν και οι αγαπημένοι Shriekback (νομίζω θα ταίριαζαν σε μια κασέτα δίπλα στους Darkside, το "Metatron" δίπλα στο "Underwaterboys" για παράδειγμα). Γνωρίζετε ασφαλώς τι λέει το ρητό για εκείνον που "νύχτα περπατεί", η νύχτα τούτου του δίσκου όμως είναι ζεστή, χαλαρή (καμία σχέση με chill out αποχαύνωση ε;), ασφαλής, διόλου απειλητική, γεμάτη υποσχέσεις. Ειδικά αν ακούσεις για παράδειγμα τo "Paper trails" με την μπάσα, βραχνή, καπνισμένη από εκατοντάδες τσιγάρα, όλο ερωτικά υπονοούμενα (συμφωνείτε γυναίκες αναγνώστριες;) φωνή και τις μπλουζ παραπομπές σε εκατοντάδες οικεία ακούσματα.
Από όργανα το "Psychic" έχει μέσα την Άρτα και τα Γιάννενα (βάλτε και την Πρέβεζα μαζί!), το αποτέλεσμα όμως δεν ακούγεται διόλου υπερφορτωμένο, μάλλον μινιμαλιστικά ...πληθωρικό θα το χαρακτήριζα. Το αποτέλεσμα όμως καθορίζει αυτή η διαλεκτική επικοινωνία μεταξύ των "ζεστών" κιθάρων και των ψυχρών συνθίων, μια συνάντηση δύο δημιουργών η οποία καταφέρνει πραγματικά να υπερβεί το αναμενόμενο αποτέλεσμα 2 στην εξίσωση 1+1.
23 χρονών είναι μόλις ο Nicolas Jaar, μετά το θριαμβευτικό του ντεμπούτο "Space Is Only Noise" το 2011 σαν να μου φαίνεται ότι διστάζει κάπως να βγάλει τον δεύτερο κρίσιμο δίσκο με το όνομα του, όλο και ανακατεύεται με ένα σωρό αλλότριες δραστηριότητες δεξιά κι αριστερά, συνεργασίες, remix, DJ mixes και δεν συμμαζεύεται. Κρίνοντας πάντως από το "Psychic" ίσως και να είναι καλύτερα έτσι...