Eternal Hails......
Ένα σχήμα που ποτέ δεν στρογγυλοκάθισε στην ασφάλεια του… θρόνου του, θα το κάνει τώρα στον 19ο δίσκο; Της Ελένης Φουντή
Αν είναι ικανοί για ένα πράγμα οι Darkthrone (που μάλλον είναι για όλα, αν σκεφτεί κανείς πως έχουν καταφέρει να εδραιωθούν ως ύψιστο μαυρομεταλλικό τοτέμ και παράλληλα να τρέψουν σε άτακτη φυγή ένα σημαντικό μέρος των πιο true οπαδών τους), ας πούμε ότι αυτό είναι το self-hacking.
Πριν προλάβουν καλά καλά να δώσουν τις γνωστές μονοσήμαντες death metal συστάσεις με το ντεμπούτο τους το 1991, την επόμενη ακριβώς χρονιά έστειλαν στο Yorkshire, στην έδρα της Peaceville Records, δίσκο τελείως διαφορετικού ύφους και στυλ παραγωγής. Ο Fenriz έχει πει ότι του τηλεφώνησαν έξαλλοι και τον ρωτούσαν “what the fuck is this?”, για να πάρουν βέβαια την αποστομωτική απάντηση “black metal ρε μαν”, σαν να μην τρέχει τίποτα. Από το 1999 άρχισαν και κάποιες περίεργες προαναγγελτικές δηλώσεις απόσυρσης, του τύπου “Γιατί ζητάει ο κόσμος συνεχώς καινούριους δίσκους; Τόσους έχουμε βγάλει. Άμα φας 5-6 pancakes, χόρτασες φτάνει”. Τελικά όλα αυτά ήταν τόσο ενδεικτικά της συνέχειας, όσο αξιόπιστη είναι η πεποίθηση των Άγγλων πως it’s coming home. Μετά την κωλοτούμπα από το death στο black και τις τσιριτσάντζουλες εσωστρέφειας, οι Darkthrone άλλαξαν πάλι γνώμη και προσηλώθηκαν σε μια αναπάντεχα πληθωρική δισκογραφική παρουσία, η οποία κιόλας από ένα σημείο και μετά άρχισε να απομακρύνεται τόσο πολύ από το καθαρό black metal, που αρκετοί παραδοσιακοί fans τους δεν θέλουν πια ούτε να τους βλέπουν ζωγραφιστούς.
Πλέον, με το “Eternal Hails......” βρίσκονται στον 19ο δίσκο τους, πράγμα που ήδη ακούγεται εξωφρενικό, αλλά δεν είναι τίποτα μπροστά στη συνειδητοποίηση ότι είναι και εξαιρετική δουλειά. Δεν έχει τελειωμό το self-hacking. Το αγνό κι αμόλυντο black metal το ξεχνάμε και εδώ πάντως. Μετά από μια μακρά περιπλάνηση στο hardcore, σε διάφορες εκφάνσεις του extreme metal, στο punk, στο doom, στο speed metal, ακόμα και στο hard rock, το “Eternal Hails” (αφήνω τις έξι - άκου έξι - τελίτσες στην άκρη από δω και κάτω, κάπου έλεος) μάλλον ενσωματώνει όλα τα παραπάνω (ίσως με εξαίρεση το speed στοιχείο και οριακά και το punk), σε ένα πλαίσιο σαφώς doom, άντε doom / black. Ίσως δεν είναι πρωτάκουστο αυτό για τους Darkthrone, δεδομένου και του “Old Star” πριν δύο χρόνια, αλλά εδώ τα πράγματα σοβαρεύουν. Δηλαδή αν γινόταν να απομονωθούν με κάποιο τρόπο τα φωνητικά, για μεγάλο μέρος του δίσκου θα αναρωτιόμουν αν ακούω Black Sabbath ή Candlemass. Έτσι κι αλλιώς, ο Nocturno Culto το έχει παραδεχτεί πως ο κόσμος δεν τους θεωρεί black metal πια, το δε black metal έχει φορεθεί τόσο πολύ που σε επίπεδο συμβολισμού έχει αποδυναμωθεί πλέον. Και τι να πει ο άνθρωπος βέβαια, όταν πριν καμιά δεκαριά χρόνια άρχισαν να πετάγονται στα καλά καθούμενα μαυρομεταλλικά riffs και growls μέσα από IDM και techno παραγωγές. Δεν το λέω απαραίτητα σκωπτικά, έχουμε ακούσει και συγκλονιστικά τέτοια cross-genre πειράματα. Άλλες φορές όμως το αποτέλεσμα υπέφερε από επιτήδευση και αγωνία να εντυπωσιάσει.
Εν πάση περιπτώσει, το θέμα εδώ δεν είναι η τυπική κατηγοριοποίηση του ήχου. Προσωπικά δεν θεωρώ σκόπιμο να κρίνω αυτό το άλμπουμ ούτε καν σε ένα μέταλ πλαίσιο, αλλά σαν καινούρια μουσική. Το έχουν κερδίσει αυτό οι Darkthrone και το “Eternal Hails” είναι απλώς μαύρος πάγος. Μια μουσική σκοτεινή, σπηλαιώδης και - ελπίζω από επιλογή - όχι ιδιαίτερα επιθετική, επειδή ήδη ο ακροατής αντιμετωπίζει υψηλά επίπεδα απειλής και οποιαδήποτε υπερβολή θα ανέτρεπε το άριστα ισορροπημένο και συνεκτικό οικοδόμημα. Σε περαιτέρω ζητήματα ισορροπίας, τόσο ο Fenriz όσο και ο Nocturno Culto ξέρουν τι κάνουν κατά μόνας αλλά και πώς να συνδιαλέγονται. Το drumming του Fenriz είναι εντυπωσιακά μελετημένο, με σωστούς χρονισμούς, και ωραίο ρέτρο στυλ, αλλού hard rock αλλού πιο metal. Τα riffs του Nocturno φυσικά σκοτώνουν, θα ήταν σίγουρα έκπληξη αν συνέβαινε το αντίθετο. Ανεξάρτητα από τις όποιες διαφωνίες για την ηχητική παρέκκλιση από το πούρο black (που εγώ δεν έχω τέτοια θέματα, με ενδιαφέρει να είναι καλός ο δίσκος, αλλά εγώ δεν είμαι και true), μπορούμε νομίζω να ορίσουμε ως κοινό τόπο αντίληψης της προστιθέμενης αξίας των Darkthrone στη μουσική την κιθαριστική δουλειά στους δίσκους τους. Και μιλάμε για πολλά riffs εδώ, όλα έξοχα, όλα καταλυτικά στο χτίσιμο ενός βίντατζ doom ήχου, με ευθείες αναγωγές στα 70s και στα 80s.
Υπάρχουν άφθονα NWOBHM περάσματα, proto-doom α λα Black Sabbath αισθητική (στο “Hate Cloak” ειλικρινά νόμιζα θα πεταχτεί κανένας Οzzy ως guest), απλά και όμορφα γεμίσματα στα ντραμς, προφανώς μεγάλη αγάπη για τους Celtic Frost, χεβιμεταλλικά riffs για να πάρουμε δυνάμεις στον δρόμο για Βόρειο Πόλο (στο λέει και ο τίτλος του κομματιού: “Voyage To A North Pole Adrift”, τι άλλο να σου πει δηλαδή;), αλλά και ένα συγκλονιστικό φινάλε με moog synth (συγγνώμη για το σπόιλερ, αλλά ειλικρινά δεν γίνεται να μην σχολιαστεί και άλλωστε θα διαπιστώσετε ότι δεν θα σας χάλασα τίποτα).
Δεν ξέρω τι άλλο να πω για να σας πείσω, εκτός ίσως από το να ξαναρίξετε μια ματιά στο εξώφυλλο. Γιατί δεν είναι δυνατόν να μην το προσέξατε. Πρόκειται για έργο του Βρετανού David Hardy που απεικονίζει τον Πλούτωνα και τον δορυφόρο του, Χάροντα μέσα από μία σπηλιά. Βλέπεις αυτό το εκπληκτικό εξώφυλλο πριν ακούσεις και θέλεις να σταθεί ο δίσκος στο ύψος του. Πού να ξέρεις όμως ότι τελικά ο δίσκος όχι μόνο ανταποκρίνεται σε αυτό το επίπεδο, αλλά ακούγεται κιόλας ακριβώς έτσι; Σαν ουράνια μουσική που βγαίνει από σπήλαιο. Οι Darkthrone κοιτάζουν τα άστρα μέσα από το έρεβος. Ώρα να ξαναμπούν στη θέση τους οι έξι - άκου έξι - τελίτσες......