Red Fin Sunset
Η καλύτερη γνωριμία από όσες θα κάνεις αυτό το μήνα. Του Γιώργου Λεβέντη
Έχουμε πέντε με έξι μέρες να συστήσουμε κάποιο χαμένο ταλέντο στον κόσμο και μπορεί να ανησύχησε. Κόσμε, από εδώ ο Dave Jackson, cult indie ήρωας των 80s. Ο Dave ήταν η ψυχή των The Room και Benny Profane. Οι The Room έχουν στο ενεργητικό τους το θρυλικό (;) In Evil Hour ενώ οι Benny Profane κατάφεραν στις αναλαμπές τους, ιδίως του Dumb Luck Charm, να συγκινήσουν το κοινό που έχει τον υπερβολικό ελεύθερο χρόνο το πάθος να αναγνωρίσει το σημείο τομής των χιτ που φαντάστηκε ότι έγραψε ο Gedge και αυτών που φαντάστηκαν ότι άκουσαν οι φαν των Οne Thousand Violins. Dave, από εδώ ο κόσμος, να τα λέτε πιο συχνά.
Αφού έκανε διάφορες βόλτες μετά το τέλος της μη καριέρας του στα 80s - κυρίως με τους Dead Cowboys στις αρχές των 00s, τα κομμάτια των οποίων θα σας γελάσω αν σας πω ότι θυμάμαι πώς ακούγονται - το 2010 έβγαλε το εξαιρετικό Cathedral Mountain και τώρα επιστρέφει με έναν δίσκο που αποτελείται από έξι νέα τραγούδια και πέντε ακουστικές διασκευές των γνωστότερων κομματιών των Profane. H ιδέα αποδεικνύεται επιτυχημένη και ο Dave γράφει ένα πολύ καλό άλμπουμ στο οποίο κυριαρχούν murder ballads, wannabe σκοτεινιές και γενικά μουσική αρκετά καλή για να σε κάνει να αντέξεις αυτούς (εμένα δηλαδή) που θα τη χαρακτηρίσουν ''κινηματογραφική''. Τραγούδια που ενώ στέκονται και μόνα τους μια χαρά, ως σύνολο είναι ένα δυνητικό σάουντρακ μιας από αυτές τις φοβερές ταινίες που γυρίζονται σε σουρεαλιστικές πόλεις δίπλα σε αμερικανικά χωράφια και στις οποίες ο ένας φίλος υποψιάζεται τον άλλον, όλοι μαζί τον μπάρμαν και στο τέλος το έγκλημα το έχει κάνει ο σερίφης.
Αντί για ντραμς έχουμε διάφορες χορωδιακές φωνούλες, αλλά δεν υπάρχει λόγος να αγχώνεται κανείς. Θα αποδώσω τα σέβη μου στον Dave, γιατί έχω μεγάλη εκτίμηση σε κάθε δίσκο που περιτριγυρίζει στερεότυπες αισθητικές συνδηλώσεις χωρίς να καρικατουρίζει. Τρανό παράδειγμα το ''Saltspell Man'' στο οποίο ο τροβαδούρος πιάνει με τη μία Cash / Cave / Waits και όμως το κομμάτι παραμένει 100 % Jackson. Τα ''oυυυυ, ουυυυ'' μού έχουν κολλήσει εδώ και λίγες μέρες ενώ το ανεπαίσθητο λαχάνιασμα της φωνής με ''πιάνει'' κάθε φορά (τέτοια πράγματα θα μας συγκινούν δηλαδή όσο μεγαλώνουμε;). Είτε μιλάμε για χαιλάιτ όπως αυτό, για διαμαντάκια όπως το ''Dragon-Headed Cane'' (το καλύτερο μάλλον του δίσκου) ή για το ντροπαλό ροκ εν ρολ του ''Ladyfriend'' το συνθετικό επίπεδο είναι σταθερά υψηλό.
Στα τραγούδια των Profane τώρα εμφανίζεται ένα στιγμιαίο μπλοκάρισμα στην πρώτη μου αντίδραση. Ενώ έχουμε ακούσει τα πιο κουλά σε αυτή τη ζωή και ενώ δε μιλάμε για τίποτε περισσότερο από απλές ημιακουστικές εκδοχές ούτως ή άλλως ακίνδυνων κιθαριστικών τραγουδιών, αποδεικνύεται ότι η αιώνια αθωότητα της υστεροφημίας τoυ indie των 80s στο κάνει δύσκολο να φανταστείς τα τραγούδια του σε άλλες εκδοχές. Σιγά τα ωά βέβαια και από τη δεύτερη ακρόαση και μετά όχι μόνο τα φαντάζεσαι, αλλά για μερικά αναρωτιέσαι και μήπως θα έπρεπε να έχουν ηχογραφηθεί έτσι από την αρχή. Η ομίχλη του Λίβερπουλ και το πνεύμα του μουστακιού του Ιαν Ρας να με συγχωρέσουν, αλλά το ''Parasite'' μάλλον μου αρέσει περισσότερο όπως είναι εδώ. Σημασία έχει ότι οι συγκεκριμένες εκτελέσεις ταιριάζουν μια χαρά με τον υπόλοιπο δίσκο και το συνολικό αποτέλεσμα τον κάνει την καλύτερη δουλειά του Jackson.
Δεν προτιμώ τα παλιά του όπως καταλάβατε. Αν είναι έξυπνος θα καθιερώσει αυτή την ιστορία και θα περάσουμε όλοι τέλεια. Το έχει άνετα να γράφει μια καλή πεντάδα καινούριων τραγουδιών τη φορά και το μόνο που μένει είναι να διαλέγει τη σωστή καλτ indie πεντάδα να κολλήσει. Δεν έχει άλλα δικά του βέβαια, αλλά μπορεί να δανειστεί από αλλού. Αρκετά αφήσαμε τόση bossa nova κρυμμένη στους Ellery Bop.