Κάθε χρόνο κυκλοφορούν χιλιάδες δίσκοι (επιμένω να χρησιμοποιώ αυτό τον τεχνολογικά ξεπερασμένο αλλά συναισθηματικά φορτισμένο όρο). Οι περισσότεροι είναι αδιάφοροι, πολλοί είναι καλοί, πιο πολλοί κακοί και μερικοί πολύ καλοί. Όσο πάει και πιο λίγοι όμως είναι οι δίσκοι που μένουν στη δισκοθήκη σαν αποκτήματα και παίζουν για μια ζωή. Οι δίσκοι που μπορεί να ξεχαστούν για πολύ καιρό, αλλά κάποτε ξαναβγαίνουν στην επιφάνεια με μυστηριώδη τρόπο και ακούγονται με την ίδια ευχαρίστηση που πρόσφεραν στην αρχή ή ακόμη και με μεγαλύτερη. Τέτοιους δίσκους έχει φτιάξει στο παρελθόν ο David Byrne και κάτι μου λέει ότι το Look Into the Eyeball είναι ακόμη ένας από αυτούς.
Δεν είναι τυχαίο ότι ελάχιστοι άνθρωποι στο χώρο της μουσικής σήμερα έχουν το ειδικό βάρος, το κύρος αν θέλετε, του Byrne. Όχι μόνο σαν μουσικός, αλλά και σαν παραγωγός, και σαν ψυχή δισκογραφικής εταιρίας (της Luaka Bop) και σαν διανοούμενος (διαβάστε στο εκπληκτικό site της Luaka Bop το άρθρο του με τίτλο "I Hate World Music") έχει να επιδείξει τεράστιο σε ποιότητα αλλά και σε ποσότητα έργο. Αυτό που μας κάνει όμως να τον λατρεύουμε και όχι απλά να τον εκτιμάμε και να τον θαυμάζουμε, είναι το ότι δεν έγινε ούτε για μια στιγμή ακαδημαϊκός ούτε επαναπαύτηκε στις δάφνες του. Αντίθετα, είναι πάντα ανήσυχος, ενθουσιάζεται και παθιάζεται σαν έφηβος και δε συμβιβάζεται με τη μετριότητα. Με τον κίνδυνο να φανώ πομπώδης, ο Byrne είναι άνθρωπος με χαρισματική προσωπικότητα και φωτισμένο μυαλό.
Σαν τέτοια περίπτωση καλλιτέχνη, έχει καταλάβει μερικά στοιχειώδη πράγματα που όμως οι περισσότεροι δεν αντιλαμβάνονται ή απλά ξεχνάνε. Όπως ας πούμε το ότι από τη στιγμή που, ηθελημένα ή αθέλητα, επέλεξε να απευθυνθεί σε κοινό που αγαπάει και ψάχνει σε βάθος τη μουσική και όχι στη μεγάλη μάζα, πρέπει να αγγίζει με κάθε δίσκο του την ψυχή του χωρίς να προσβάλλει τη νοημοσύνη του, κοινώς να έχει κάτι ουσιαστικό να πει. Όπως ακόμη το ότι αυτός που θα δώσει τα δεκαπέντε δολάρια, τις δέκα λίρες, τις τριανταπέντε χιλιάδες λιρέτες ή τις πεντέξι χιλιάδες δραχμές του (του χρόνου θα είναι πιο απλά τα πράγματα) για να αγοράσει το δίσκο του, τον τιμά με την επιλογή του και δεν έχει δικαίωμα να του πουλήσει φύκια για μεταξωτές κορδέλες υποκύπτοντας στην ευκολία της πείρας και της φήμης του, πράγμα που δεν έκανε ποτέ. Όπως τέλος το ότι ο πειραματισμός και οι μουσικές ανησυχίες έχουν νόημα μόνο μέσα στα πλαίσια της υψηλής ποιότητας ψυχαγωγίας όταν είσαι ένας pop τραγουδοποιός.
Το νόημα όλων των παραπάνω βρίσκεται στα περίπου σαράντα λεπτά του 'Look Into the Eyeball'. Η διάρκειά του μπορεί να φαίνεται μικρή στην εποχή των φορτωμένων CD, αλλά είναι πάνω - κάτω ίδια με όλων των κλασσικών δίσκων, και από αυτή ακριβώς την πάστα είναι φτιαγμένος και αυτός. Δώδεκα τραγούδια άρτιας δομής, μελωδίας, ρυθμολογίας και εκτέλεσης αποτελούν ένα σύνολο απ' όπου τίποτα δεν περισσεύει και τίποτα δε λείπει και αφήνει μια αίσθηση πληρότητας και ευφορίας που ενισχύεται με κάθε άκουσμα. Το ξέρω καλά αυτό γιατί στην προσπάθειά μου να είμαι όσο πιο αντικειμενικός γίνεται, το άκουσα πάρα πολλές φορές απανωτά και το αποτέλεσμα ήτανε να υποκύψω εντελώς στη γοητεία του!
Όλα τα στοιχεία που ο Βyrne αποκόμισε από τη μακρόχρονη και χωρίς παρωπίδες και όρια τριβή του με τη μουσική, βρίσκουν εδώ τη θέση τους μέσα σε τραγούδια - διαμάντια των λίγων λεπτών. Οι κοφτερές κιθάρες των πρώτων Νεοϋορκέζικων ημερών ξύνουν το χρόνο στο 'Broken Things'. Οι μεταλλαγμένοι Αφρικάνικοι ρυθμοί των ώριμων Talking Heads απογειώνουν τα 'U.B. Jesus' και 'The Moment of Conception'. H ρομαντική και ενορχηστρωτικά πλούσια soul της Philadelphia των 60s αποστάζεται και συνοψίζεται στο 'The Neighborhood', όπως και η λευκή soul στο 'Everyone's in Love with You', και η calypso στο 'Smile', και το crossover mambo στο 'Desconocido Soy', και πάντα υπάρχουν αυθεντικά Byrnικά αριστουργήματα, όπως τα 'Like Humans Do' και 'Walk on the Water'. Πλήρες!
Το έγραψα και πριν: ο Byrne είναι και γάτα και παλιός. Και ξέρει ότι μόνο τέτοιους δίσκους έχει νόημα να βγάζει: Για μια ζωή.