Το ότι ο David Holmes είναι κάποιος από τον οποίον δεν ξέρεις τι να περιμένεις είναι πάνω κάτω γνωστό. Επίσης γνωστό είναι ότι στο κουρμπέτι έγινε πρώτη μούρη όταν καταπιάστηκε με την μουσική επένδυση χολιγουντιανών υπερπαραγωγών, με άκρως ικανοποιητικά αποτελέσματα κατά γενική ομολογία.
Αν πάρεις την πορεία του όμως από την αρχή δεν μπορώ να πω πως είχε υποπέσει σε κάτι κακό ή έστω μέτριο. Η ώρα λοιπόν έφτασε και γι' αυτό, γεννώντας μάλιστα ταυτοχρόνως κάποιους προβληματισμούς που θα αναφερθούν παρακάτω.
Αφού ακροάστηκα πολλάκις το "The Holy Pictures" έχοντας προαποφασίσει να μην γνωρίζω τίποτα γύρω από αυτό, δηλαδή επιρροές, συντελεστές, κ.λπ., έμεινα κάπως μετέωρος μάλλον περισσότερο γιατί δεν ήθελα να παραδεχτώ ότι πρόκειται για ένα αδιάφορο πόνημα, επαγγελματικότατα στημένο με σχεδόν όλα να περιστρέφονται γύρω από το τρίπτυχο -επαναληπτικοί ρυθμοί, υπνωτικά φωνητικά, φαζαριστές κιθάρες-.
Πραγματικά μένεις να απορείς για ποιο λόγο ο πολυπράγμων Ιρλανδός βγάζει ένα άλμπουμ που ακούγεται σαν ευνουχισμένοι Suicide (ο Martin Rev συμμετέχει μάλιστα στο εναρκτήριο I Heard Wonders), μπαγιάτικοι Death In Vegas (φαντάσου!) και ξενέρωτοι Primal Scream. Ειδικά για τους τελευταίους, πέταγα την σκούφια μου ότι δεν μπορεί, κάπου θα έχει βάλει το χεράκι του ο Bobby... αλλά τελικά όχι. Πρόκειται απλώς για ξεπατικωτούρα και τίποτα περισσότερο!
Τώρα, αν η όλη ατμόσφαιρα είναι εμπνευσμένη από τη γενέτειρά του το Μπέλφαστ όπως δηλώνει, αν δε χόρτασε δημοσιότητα και ήθελε να φτιάξει ραδιοφωνικά άσματα που θα διέπρεπαν στο "Νέο Rock Fm" και τον "Red", αν η προσαρμοστικότητα που διαθέτει και λειτουργούσε ως αρετή μετατράπηκε σε καιροσκοπισμό του στυλ "Ρε 'σεις τι παίζει τώρα; Λίγο kraut, λίγο fuzz, λίγος Eno που αποδίδει και πρεστίζ και έτοιμο το γλυκό" ή αν πρόκειται για απλά μια άτυχη, ανέμπνευστη στιγμή, είναι ερωτήματα που ούτε χρειάζεται να μας πολυσκοτίζουν, ούτε παροντικά μπορούν να απαντηθούν.
Το γκολ της τιμής πάντως, μετά από τεσσάρα, έρχεται κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή μιας και "The Ballad Of Sarah & Jack" είναι ένα πανέμορφο, βασισμένο στο πιάνο, ορχηστρικό κομμάτι με πλούσια -ω τι έκπληξη!- κινηματογραφική υφή. Ο μπαγάσας, την τέχνη της παραπλάνησης-αποπλάνησης δεν την έχασε απ' ό,τι φαίνεται. Κι έτσι με την γλυκιά αυτή αποχώρηση θα μείνουμε κι εμείς αναμένοντας την επόμενη δημιουργία για να ρεφάρουμε. Ρε συ David μήπως να το γυρίσεις στην γκρούβα πάλι;