Ξεπεράστε ασχολίαστα το κακό εξώφυλλο και κρατήστε γερά στη μνήμη σας μόνο το όνομα David Jack. Το φέρει Σκοτσέζος μουσικός, από το νησί Mull, που τώρα ζει στο Εδιμβούργο. Στα εικοσιέξη του χρόνια (το όριο ηλικίας που βάζει η Inter rail για χορήγηση κάρτας απεριορίστων διαδρομών σε νέους - έτος που σηματοδοτεί το τέλος της νεότητας λοιπόν;) κυκλοφόρησε το πρώτο του σαρανταπεντάρι (σε διάρκεια) cd. Mogwai και Kid 606 τον αγγάρεψαν ήδη να τσοντάρει απ'το πλεόνασμα του ταλέντου του στα επόμενα δικά τους, κι ένα remix του σε τρακ του Schnieder TM περιμένει τη μέρα κυκλοφορίας του. Η ριμιξοζήτηση προβλέπω πως θα αυξηθεί θεαματικά στο μέλλον, άρα το βιοποριστικό του ας το θεωρήσουμε λυμένο.
Αυτός ο μέχρι χτες άσημος / άγνωστος / ανύπαρκτος για τη δισκογραφία τύπος (ως αγοραστής βέβαια σημαντικός όπως όλοι οι σαμπλομανιακοί - αποκάλυψα κιόλας το πάθος του) μαζί με τους επίσης "πασίγνωστους" κολλητούς (τιμητικά αναφέρω τα ονόματά τους : dj Extra (Brian Jones για τον ληξίαρχο), Nasty P. (o ληξίαρχός του πέθανε), Jeff Hallam και Gary Hallam (γνωστοί και ως αδελφοί Μαχλά) δούλεψαν μήνες κατ' οίκον (μόνο οι έχοντες πιθανότητες για ποπ στάρντομ προσλαμβάνονται απ'τους γίγαντες της δισκογραφίας και τους παρέχονται για 1-2 χρόνια όλες οι ανέσεις για τέλειες εμπνεύσεις) και βγαίνοντας μας πέταξαν στη μούρη αυτό το μικρό διαμαντάκι. Για κάτι τέτοιες εκπλήξεις συνεχίζω να ζω.
"To abstract hip-hop", διαβάζω σε μουσικό λεξικό, "είναι τυπικά ινστρουμένταλ και περίπλοκο. Στρώματα από samples συνδιάζονται για να φτιάξουν μουσική που, αν και βασίζεται σε χιπ-χοπ beats και scratching, έχει πολλά κοινά με το τριπ-χοπ και την electronica. Οι DJ Krush, The Automator, Luke Vibert και DJ Shadow είναι όλοι εξαίρετοι εκπρόσωποί του". Δε λείπουν τα φωνητικά από το δίσκο του David Jack (έχω κλείσει το λεξικό), δεν ακολουθούν όμως τη συνήθη κουπλέ, ρεφρέν, κουπλέ κλπ διαδρομή κι ούτε είναι το κερασάκι στην τούρτα. Μουρμουρίζουν στο βάθος ή στο... ύψος, έρχονται, φεύγουν και δεν ξανάρχονται, είναι αμφίφυλα, αμφίχρωμα, φρέσκα ή κονσέρβα : κάτι που μοιάζει κλεμένο από κινέζικη όπερα, κάποιος που θα έπαιρνα όρκο πως είναι ο Άκης Μπογιατζής, διάλογοι από φίλμς, φωνές που κάποιος με διεστραμένο χιούμορ έχει παραμορφώσει απίστευτα.
Ο ρυθμός δε σταματάει στιγμή και τα φτιαχτά ή δανεισμένα ριφ, κρότοι, στριγκλιές, ξυσίματα σου επιτίθενται από παντού, κάνοντας κύκλους. Αραιά και που, κάτι θυμίζει κάτι που παλιότερα είχες απορρίψει. Είναι αξιοθαύμαστη δουλειά τεχνικά αλλά και καλλιτεχνικά. Τον συγκρίνουν συχνά με τους Portishead, αλλά αυτοί μου φαίνονται τώρα τόσο απλοί, τόσο ποπ, τόσο υπέρμετρα μελοδραματικοί! Ας πούμε πως είναι μια παρέκλιση προς το πιο δύσπεπτο, καθόλου μελό, αυτό που απαιτεί να του δώσεις την προσοχή σου και το χρόνο σου για να σε αποζημιώσει. Ας πούμε ακόμα, πως είναι γι' αυτούς που αναρωτιόταν 'μετά τους Portishead, τί;'
Ποιά είναι τα όρια της ποπ τελικά; Μήπως ακούμε περισσότερη ποπ παρά ροκ όπως πολλοί δηλώνουμε; Όλα αυτά τα μελωδικά τραγουδάκια που μας συντροφεύουν καθημερινά, τα σφυρίζουμε και τραγουδάμε τα πιασάρικα ρεφρέν τους, πόσο σοβαρή μουσική είναι; Το "Paranoid" σε unplugged εκτέλεση, πόσο θα απείχε απ'το... "California dreamin'; Μόνο τα λαλαλά λείπουν. Οι ενισχυτές και τα watt κάνουν τον ροκά;
It's all pop to me! Ο David Jack όμως είναι ροκ. Και απευθύνεται σ'αυτούς που πιστεύουν πως η μουσική είναι πιο σοβαρή υπόθεση από την επικρατούσα αντίληψη.