Deadfile
Μονοπρόσωπο σχήμα με πηγές έμπνευσης τα προπολεμικά μπλουζ, τα σάουντρακ και τους GY!BE. Του Πάνου Πανότα
Καταπώς φαίνεται το ποστ-ροκ έχει ξεμακρύνει πια από μας. Ακόμη και δίσκοι θεμελιώδους αξίας όπως ο πρώτος των Godspeed You Black Emperor! ή μερικοί απ' τους σημαντικότερους της προηγούμενης δεκαετίας, λ.χ. οι "Παρενθέσεις" των Sigur Ros και το "Rise And Fall Of Academic Drifting" των Giardini di Miro, ούτε που παίρνουν σειρά για μια ακρόαση φρεσκαρίσματος. Κρατούν όμως ενάντια στη φθορά, και γίνεται φανερό απ' τα ίδια τα πράγματα ότι η φαιά ουσία που τους δημιούργησε είναι λιγότερο γερασμένη απ' τον χρόνο της πράξης της καθαυτό.
Είναι σύνηθες βεβαίως, μάλλον και φυσιολογικό, πρότυπα τέτοιου μεγέθους να ενεργούν κύρια ως βάρος. Έστω κι από κάτω του, πάντως, ο ήχος που ξέραμε, του οποίου η υπόθεση ανοίγει εκ νέου με τη σημερινή αφορμή (σαν έγκλημα που δεν παραγράφηκε), κατάφερε ανέλπιστα να εκσυγχρονιστεί. (Θα το πω) έτσι όπως ο ακροατής τον ζητούσε για καιρό.
Τον τρόπο για το πώς γνωρίζει ο Βασίλης Παγκράτης, ένας ιθύνον νους με πολύπλευρο ταλέντο τελικά, που τρέχει το παρόν πρότζεκτ με έδρα την Κέρκυρα. Και δεν έρχεται φυσικά απ' το πουθενά. Όσοι γνωρίζουν τους The Vicious Sloth Parade, μέλος των οποίων υπήρξε, θα διαπιστώσουν πως συχνά πατάει σε σχεδόν οικεία εδάφη. Η σελίδα του στο bandcamp ήδη γεμίζει με τις ελεύθερες προς κατέβασμα κυκλοφορίες του αλλά το αξιοσημείωτο μ' αυτές δεν είναι το αν κερδίζουν πολλούς και πόσους πόντους στο παιχνίδι των εντυπώσεων (το πετυχαίνουν πανεύκολα). Μα το γεγονός ότι ο συνθέτης τους δείχνει μια κατανόηση του όλου πακέτου περί ινστρουμένταλ ποστ-ροκ πολύ μεγαλύτερης της βασικής. Έχει δηλαδή τα έμφυτα στοιχεία που του επιτρέπουν να αποκωδικοποιεί εύστοχα και με λιγοστές απώλειες.
Πιθανόν όχι ηθελημένα, αλλά ένα κομμάτι της εικονογραφίας του "Deadfile" είναι και το να μην σιγουρεύεσαι ακούγοντάς το ότι έχει φτιαχτεί από ένα μοναχικό άνθρωπο. Διαταράσσονται αρκετές βεβαιότητες σε ό,τι μας ενδιαφέρει μουσικά δω μέσα, αν καταλάβατε. Μία απ' τις εξέχουσες είναι κι αυτή. Είτε το γεγονός συσχετίζεται με τα σαμπλ από παμπάλαια μπλουζ που σε κάνουν να θέλεις να γκουγκλάρεις ξανά το όνομα του Alan Lomax ("This Hollow Land"). Είτε με τα πάνω τού δίσκου, απ' τη στιγμή που εγκαθίσταται ένας νοούμενος τράιμπαλ ρυθμός ("Arachnae"). Είτε αντιστρόφως, με τα χαλαρώματά του, όταν σου δίνει την εσφαλμένη εντύπωση του σημειωτόν. Είτε όπως αλλιώς ("Zeitokonomie"). Πάνε όλα μαζί λες σε κυματιστό θεατράλε.
Ιδιαίτερη δε σημασία αποκτά, πάντοτε στο πλαίσιο της παρούσης συγκυρίας, πως δύο ελληνικές κυκλοφορίες αυτούσιες, το σπουδαίο άλμπουμ των Adolf Plays The Jazz κι ασφαλώς το προκείμενο, δίνουν με το περιεχόμενό τους περισσότερα στο χώρο απ' ό,τι πολλές εκδόσεις σχετικών λέιμπελ του εξωτερικού τα τελευταία χρόνια, τονίζοντας στα συμφραζόμενα πως αμφότερες είναι ιντερνετικές κι επί της ουσίας ανεξάρτητες.
Θα ξαναπώ κάτι κλείνοντας παρόλο που ξέρουμε το θέμα: Μουσική δεν δημιουργήθηκε ποτέ απ' το πουθενά, όπως ποτέ δεν γράφτηκαν έτσι και τραγούδια. Γι' αυτό πάντοτε υπάρχουν για να βρίσκονται οι λίγες εκείνες προτάσεις που 'ναι προτιμότερες απ' τις άλλες. Κι αν υπό το κράτος των παραπάνω φτάνει ώστε να ακούγεται αυτό ως αυτονόητο, έχει ίση ή ίσως και μεγαλύτερη σημασία και το ότι στις λίστες με τις επιλογές που ξεχωρίζουν στην ενδοχώρα για τη χρονιά που βαδίζει ο Deadfile θα 'χει το δικό του δικαίωμα. Ως είθισται να συμβαίνει ακριβώς όταν κάποιος χτίζει ένα σημείο με χαρακτηριστικά αναφοράς, που τουλάχιστον από νοήματα κρίνεται περίπου πλήρες. Απομένει να 'ρθει κι ο χρόνος που θα το αναδείξει πιο πολύ από τώρα.