Occult Machine
Έγχορδα ανάμεσα στο πλαστικό + το συναισθηματικό, μελωδίες που πριν καταντήσουν αιθέριες προλαβαίνουν + κατασπαράζονται από μία ρυθμική βάση με υπερ-εγώ. Του Άρη Καραμπεάζη
Απολύτως καλό το timing για τον Porl King και τις post Roseta Stone δραστηριότητες του, δεκαπέντε πλέον χρόνια μετά τη διάλυση/ παύση δραστηριοτήτων του αμήχανα συμπαθούς εκείνου σκοτεινού σχήματος, με τις ροκ υπερβολές του. Αν τυχόν επρόκειτο για κάποιο άγνωστο one man project θα μπορούσαμε να το κατατάξουμε δίπλα σε περιπτώσεις τύπου The Soft Moon, που επαναφέρουν στην επικαιρότητα και των indie-alternative ακροατηρίων, την κοινώς εννοούμενη dark electronica, η οποία κατά τα λοιπά εντός κλειστών κύκλων ποτέ δεν έπαυσε να έχει αξιόμαχη παραγωγή, όποια κι αν τυχόν είναι η γνώμη μας για αυτή. Κάπου έπεσε το μάτι μου στον όρο grave wave... και ομολογουμένως γέλασα αρκετά με τους τύπους που πασχίζουν να τα σκεφτούν κάτι τέτοια.
Το Occult Machine ενώ πριν από 5-6 χρόνια θα το χαρακτηρίζαμε απλά παλιομοδίτικο και αναλόγως των αναφορών μας νοσταλγικό, σήμερα οφείλουμε να του αποδώσουμε τα εύσημα του επίκαιρα παλιομοδίτικου ακούσματος, χωρίς καν να ανησυχούμε για την αντοχή του στο χρόνο. Τα υλικά είναι γνωστά: sampes, drum machines και κλειστοφοβικά εφφέ, θαμμένα απόκοσμα φωνητικά και αραχνιασμένη αισθητική για να θυμούνται οι παλιοί και για να φοβούνται οι νεότεροι. Έγχορδα ανάμεσα στο πλαστικό και το συναισθηματικό, μελωδίες που πριν καταντήσουν αιθέριες προλαβαίνουν και κατασπαράζονται από μία ρυθμική βάση με υπερ-εγώ. Εν πολλοίς ταξινομούνται με εύστοχο τρόπο και τεχνηέντως ερασιτεχνικά σε αρκετά σημεία, με τρόπο που έξυπνα δεν υπογραμμίζει τα μαύρα ένσημα του δημιουργού, αλλά συντάσσει αυτόν επάξια στις τάξεις των διαδόχων- ακολουθητών του (αν υποτεθεί ότι έχει τέτοιους), ως φρέσκο σκοτεινό μυαλό.
Στην αντιπέρα όχθη του ενοχλητικά σκληρού E.B.M. που επικράτησε υπογείως για αρκετά χρόνια (και ίσως και να επικρατεί ακόμη, δεν ξέρω ομολογώ, μη βαράτε), υπό τον διακριτικό τίτλο των In Death It Ends προσφέρεται μία αισθητική που έχει γίνει μεν οικεία από τους μεγάλους του είδους (όποιοι κι αν είναι αυτοί, ο καθένας ας διαλέξει τους δικούς του, μην το κουράζουμε), όχι όμως σε τυχόν γκραντιόζα και στάντιουμ γκοθ μορφή της, αλλά ακριβώς στο σημείο εκείνο που ήταν ακόμη ζεστή και αναλογική και ενώ ήδη αφορούσε πολλούς, έδειχνε να μην ενδιαφέρεται κύρια για τη γνώμη των πολλών. Μία θεμιτά εξωστρεφής αντεργκραουντίλα εν ολίγοις, που είναι από τα απολύτως ευπρόσδεκτα πράγματα στη μουσική, αν σκεφτείς ότι η εσωστρεφής θεωρείται συνήθως μίζερη και κομπλεξική, ενώ και τα χαϊρια των υπέρ-φιλόδοξων τα είδαμε τόσα χρόνια...
Αρκετά τραγούδια εδώ μέσα δεν είναι τίποτε περισσότερο παρά μία εξαντλητικά εκτεταμένη χρήση και κατάχρηση τελικά μιας ενδιαφέρουσας μπασογραμής και ενός επιτυχημένου προγραμματισμού στους συνθετητές, αλλά ως γνωστόν τέτοια πράγματα είναι απολύτως απολαυστικά για όσους συνήθως τα απολαμβάνουν (κοινώς αν ακούτε μέχρι Strokes, μακριά). Μετά από αρκετές ακροάσεις θα αναζητήσετε εδώ κι εκεί τη φωνή του Mark E. Smith καθώς οι όποιες άτακτες ηλεκτρονικοί περίοδοι στις στουντιακές ενορχηστρώσεις των Fall έχουν επιφέρει και τέτοια θαυμαστά αποτελέσματα, τα οποία εδώ ανακαλούνται ως d?j? vu διαρκείας.
Το άλμπουμ κυκλοφόρησε σε τριακόσια αντίτυπα βινυλίου που ήδη εξαντλήθηκαν, το CD περιέχει εφτά έξτρα κομμάτια και εδώ μπορείτε να ακούσετε ό,τι άκουσα και εγώ για να γράψω τα παραπάνω.