Συνειδητά, όλα τα ανεξάρτητα διαδικτυακά και έντυπα περιοδικά, έχουν την τάση να ανακαλύπτουν τις καλύτερες ανεξάρτητες μπάντες, οι οποίες ανήκουν σε μικρές εταιρίες και με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, να χτυπούν τις πόρτες των μεγάλων εταιριών και να παρουσιάζουν στους εκάστοτε υπευθύνους τα 'ευρήματά τους'. Όταν πλέον πέσουν οι μεγαλοϋπογραφές, τα ίδια αυτά περιοδικά, περιμένουν στη γωνία για να πυροβολήσουν την παλιά τους αγάπη, που πλέον έχει μετατραπεί σε άσπονδο εχθρό, για να κλείσει έτσι όμορφα, απλά και μεθυσμένα ο φαύλος κύκλος της (απο)ανεξαρτοποίησης. Μια χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση είναι και οι Decemberists, οι οποίοι πάντοτε, ενδόμυχα ίσως, ήθελαν να αποδεσμευτούν από τις ανεξάρτητες εταιρείες τους.
Το βασικό προτέρημα του Colin Meloy, του οδηγού του άρματος των Decemberists, είναι ότι δεν έγινε γνωστός μέσα σε μια νύχτα, όπως τόσοι άλλοι που μας περιτριγυρίζουν τόσα χρόνια. Από το 2002 και κάθε χρόνο μέχρι σήμερα, μας πρόσφερε και από μια κυκλοφορία τους. Έντονη η αίσθηση του χιούμορ του, όπως διάφορες θεατρικές φωτογραφίσεις της μπάντας, είτε ντυμένοι μεξικάνοι είτε με τη στρατιωτική φορεσιά του νότου της εποχής του εμφυλίου αλλά και με τις ίδιες τις κυκλοφορίες τους, με διάφορους (αυτο)σαρκαστικούς στίχους ή με τους τίτλους των άλμπουμ όπως στο πρώτο τους EP "Five Songs", ενώ περιείχε έξι τραγούδια... Το περσινό "Picaresque", για πολλούς ήταν ο δίσκος της χρονιάς και σίγουρα το εισητήριο τους για την Capitol, αφού φάνηκε πως ο κόσμος φάνηκε να θέλει να ακούσει πως θα ακούγονταν οι πρώιμοι Belle And Sebastian αν κατάγονταν από τον αμερικάνικο νότο. Κάπως έτσι πάνω κάτω...
Και όμως το παρανοϊκό αλλά συνάμα ταλαντούχο μυαλό του Meloy, μας αφήνει κατάπληκτους για άλλη μια φορά, υπογράφοντας (όλα τα τραγούδια ο ίδιος) τον πιο 'δύσκολο' δίσκο των Decemberists αλλά και τον πρώτο σε πολυεθνική... Και εκεί που όλοι περιμέναμε ένα δίσκο που το μεγαλύτερο κομμάτι να μην ξεπερνάει τα τέσσερα λεπτά, εκείνος υπογράφει δύο τραγούδια που εκτείνονται πάνω από τα έντεκα... Εκεί που όλοι περιμέναμε να είναι ο πιο ανάλαφρος και ακουστικός δίσκος που έχουν κάνει μέχρι τώρα, εκείνος παραμέρισε τους τρίλεπτους ποπ ύμνους του και όπλισε τις ηλεκτρικές τους κιθάρες και τις εκπυρσοκρότησε με ομοβροντία. Εκεί που όλοι περιμέναμε να μιλάνε τα τραγούδια για καινούργιες ή χαμένες αγάπες, εκείνος πρόσθεσε πολέμους, φαντάρους και εγκλήματα, με φόντο την Ιαπωνία. Εκεί που όλοι περιμέναμε να ακουστεί πιο αμερικάνος από ποτέ, εκείνος με απίστευτη απλότητα και ευκολία ξεσκόνησε όλους τους δίσκους του Donovan αλλά και των Who και έφτιαξε τον πιο βρετανικό του άλμπουμ. Μάλλον, έπραξε αυτό που πάντα ήθελε να κάνει, όταν θα του δινόταν η ευκαιρία, γιατί όχι, να γίνει παγκοσμίως γνωστός. Να κάνει δηλαδή, απλώς, αυτό που θέλει... πάλι...
Ο δίσκος γενικώς χαρακτηρίζεται από μια ελαφριά προοδευτική χροιά, αντίστοιχη με εκείνη των 70's. Η δωδεκάλεπτη σουϊτα 'The Island' που χωρίζεται σε τρια υπομέρη, 'Come and See', 'The Landlord's Daughter', 'You'll Not Feel the Drowning' (στο τελευταίο μέρος υπάρχει μια τεράστια έκρηξη διαφόρων κρουστών και πλήκτρων, που οδηγεί το κομμάτι σε καλλιτεχνική ονείρωξη), μας φέρνει στο μυαλό τις αντίστοιχες σουϊτες των Strawbs και των Emerson, Lake and Palmer, σε σύγχρονη εναλλακτική μορφή. Δεν θα επεκταθώ όμως, στα υπόλοιπα κομμάτια, το βρίσκω ανούσιο... Είναι τόσο πολυσυλλεκτικά, διαφορετικά μεταξύ τους, αλλά και περίτεχνα δεμένα το ένα με το άλλο, με τέτοια μαεστρία που θα χαρακτήριζα τον δίσκο concept, χωρίς να είναι, σαν ένα εξηντάλεπτο έργο, σε δέκα ομοκεντρικά μέρη και η μυθική φωνή της Laura Veirs στα φωνητικά, όπου χρειάστηκε, να μαγεύει το πίσω μέρος του μυαλού μας.
Οι Δεκεμβριανοί αν και στις αρχές του Οκτώβρη, έκλεισαν τη χρονιά τους, με τον καλύτερο τρόπο, να φιγουράρουν στις πρώτες θέσεις, εκ των προτέρων, στις ανάλογες λίστες με τους καλύτερους δίσκους της χρονιάς, πείθοντας ότι δεν ξεπουλήθηκαν, τολμώντας με θράσος να αποδείξουν τη μουσική τους αξία, ενώ παράλληλα να κερδίσουν περισσότερο κόσμο μέσω της πολυεθνικής. Δεν θα κλείσω την κριτική με καμιά πομπώδη έκφραση, δεν έχω να πω τίποτε άλλο εκτός από το κλασικό : "ακούστε τους", αν και με την παρούσα κατάσταση, είναι το μόνο σίγουρο πως αυτό θα γίνει φέτος, είτε το θέλετε, είτε όχι.