Fading Frontier
Δεν πρόκειται για τη μουσική συνέχεια του "Monomania", αλλά για την επιστροφή στο "Halcyon Digest". Του Τάκη Κρεμμυδιώτη
Σίγουρα δεν κομίζω γλαύκα εις Αθήνας αν πω ότι δε βγάζει κανείς εύκολα άκρη με τον Bradford Cox. Ίσως τον θυμάστε που, για να τη σπάσει σε έναν ενοχλητικό τύπο, έπαιζε το "My Sharona" των Knack για μία ώρα. Μη φοβάστε όμως, δεν το διασκεύασε για τις ανάγκες του νέου του δίσκου. Μας τρέλανε, όμως, με τις μουσικές επιρροές που είπε ότι δέχτηκε σε αυτόν, κατονομάζοντας μεταξύ τους αυτές των R.E.M., Tom Petty και INXS. Όπως ήδη σωστά έχετε μαντέψει, το "Fading Frontier" δεν έχει απολύτως καμία εμφανή σχέση με αυτές! Είναι μία κατά βάση pop κυκλοφορία, που με όπλο την πεντακάθαρη παραγωγή επιχειρεί να προσεγγίσει μια ευρύτερη ψυχεδελική rock έκφραση, παραμένοντας συγχρόνως εύληπτο. Κι αν με ρωτάτε, αν τελικά τα καταφέρνει, απαντώ καταφατικά, επισημαίνοντας την επιπρόσθετη δυσκολία που δημιουργούν οι όχι και τόσο εύθυμοι στίχοι του.
Την εποχή που ο Cox έγραφε τους στίχους για τα τραγούδια του έβδομου δίσκου των Deerhunter περνούσε δύσκολα. Έπρεπε να συμβιβαστεί με τον πόνο και να προσπαθήσει να μετατρέψει την αδυναμία του σε δύναμη. Η αιτία του κακού ήταν η εμπλοκή του σε τροχαίο ατύχημα, που είχε ως αποτέλεσμα το σοβαρό τραυματισμό του. Η όλη διαδικασία της ανάρρωσης, που ο ίδιος δήλωσε ότι υπήρξε μια κρίσιμη καμπή στη ζωή του, γέννησε εννέα πονεμένα στιχουργικά τραγούδια, τα οποία έντυσε με πολύχρωμες και ως επί το πλείστον χαλαρωτικές νότες. Στα τριάντα έξι λεπτά που διαρκούν, αποκαλύπτεται ένα σαφές λοξοκοίταγμα προς το mainstream, χωρίς όμως να γίνονται εκπτώσεις στην ποιότητα. Η παρέα από την Ατλάντα, χωρίς τον Frankie Broyles, που προτίμησε την προσωπική καριέρα, έπαιξε στα σίγουρα δίνοντας και πάλι δουλειά στον παραγωγό Ben H. Allen. Ο παλιός γνώριμος από το "Halcyon Digest" έκανε αυτό που ξέρει καλά, κι έτσι δεν είναι καθόλου έκπληξη ότι το άλμπουμ ακούγεται ως φυσική συνέχεια της προηγούμενης συνεργασίας τους. Και για να ακριβολογώ, ως πολύ καλύτερη συνέχεια της προηγούμενης συνεργασίας τους.
Παρά τη σχετικά σύντομη διάρκεια του δίσκου, οι Deerhunter μπόρεσαν να ενσωματώσουν σ' αυτόν πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία. Καταρχάς, θα ευχαριστηθείτε τη γλυκιά indie κιθάρα του Lockett Pundt και το "γεμάτο" μπάσο του Josh McKay sto "Breaker", αλλά και στο ψυχεδελικό "Duplex Planet", όπου συμμετέχει και ο Tim Gane (Stereolab). Και μια και ο λόγος για psych επιρροές, θα βρείτε αρκετές από αυτές στο καταληκτικό "Carrion", στο "Leather and Wood", που μοιάζει να ντύνει αργόσυρτα με το "πειραγμένο" ύφος του την παράσταση ενός ψυχεδελικού "καμπαρέ", όπως και στο εγκεφαλικό "Ad Astra", που φέρνει στο νου τους Spacemen 3. Στο "Take Care", όπου συμμετέχει στα πλήκτρα ο James Cargill (Broadcast) επιχειρείται εξαιρετική στροφή στα περπατημένα μονοπάτια της dream-pop, ενώ στο "Snakeskin", με την Zumi Rosow στο σαξόφωνο, αναβιώνει το κέφι των Scissor Sisters με έξυπνες white funk επιρροές. Βέβαια, υπάρχουν και τραγούδια όπως το "Living My Life", στα οποία, ακόμα και με τη μοναξιά που αποπνέουν, είναι πολύ δύσκολο να αντισταθεί κάθε συνειδητοποιημένος indie fan.
Με το "Monomania" ως πρόσφατο παρελθόν και το "Fading Frontier" ως αδιαμφισβήτητο παρόν, να βρίσκει χώρο σε αρκετές λίστες με τα καλύτερα της χρονιάς, προσωπικά δε θα σοιχημάτιζα ούτε σεντ πάνω στο πώς θα ακούγεται η επόμενη δουλειά τους.