II
Πρώτο αμάρτημα ασφαλώς το ότι έχουμε παραλείψει να αναφερθούμε στο B/E/A/T/B/O/X/X των Glass Candy, ένα από τα καλύτερα και πιο συνετά χορευτικά άλμπουμ των τελευταίων ετών. Πάμε λοιπόν απευθείας στο project που είχε για χρόνια ο Johnny Jewel στο μυαλό του και ολοκλήρωσε τελικά όταν σε κάποιο "ομιχλώδες" club του Montreal βρήκε την τενόρο Megan Louisse να ταλαιπωρείται με μελωδίες του Jean-Pierre Massiera (Γάλλος μάστορας του πρώιμου avant garde night drive). Με την προσθήκη του Nat Walker από τους Chromatics στα drums, περισσότερο από υποψήφιο σούπερ γκρουπ, οι Desire έρχονται να επιβεβαιώσουν τον χαρακτήρα της Italians ως label καλλιτεχνών με αλληλεπίδραση και συνέργεια, όπως τον παλιό καλό καιρό.
Λιγότερο εντυπωσιακό σε όγκο και σουξέ από ότι το παραπάνω άλμπουμ των Glass Candy, το ΙΙ γυρίζει το χρόνο το ίδιο πίσω, αλλά διαφοροποιεί τον χώρο. Στο tracklisting του θα μπορούσε να έχει ασφαλώς περίοπτη θέση μια calm orientated διασκευή στο Voyage Voyage των συνονόματων προγόνων τους. Παρούσα άλλωστε σε μεγάλο βαθμό η πάντοτε λογοτεχνική χροιά του Γαλλικού new wave ήχου, της Nouvelle Vague για την οποία σας μίλησε κάποτε ο Ξαγάς και όχι ο Best Radio.
Χαρακτηριστικό τους τα σχεδόν ψυχρά φωνητικά της Megan, η οποία παρότι διαθέτει εύρος φωνητικών δυνατοτήτων, επιλέγει να συγκεντρωθεί περισσότερο στις συναισθηματικές της ικανότητες. Και τα καταφέρνει μια χαρά καθώς θέτει μονίμως τον ακροατή σε κατάσταση εξάρτησης απέναντι στο ευπρόσδεκτα λιγόψυχο της φωνής της. Κύριο μέλημα του Jewel είναι να χρησιμοποιήσει τα synthesizer με τον πλέον ερασιτεχνικό και απλοϊκό δυνατό τρόπο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Oxygene -υποψήφιο high light του δίσκου- όπου μοιάζει να αναπαράγει ολόκληρη τη μελωδία από το S.O.S. των ΑΒΒΑ σε έναν και μοναδικό τόνο.
Εδώ και εκεί διασπείρονται πλαστικού τύπου σαξόφωνα, περισσότερο σκοτεινά από ότι επιτρέπεται στιχάκια, αλλά ενίοτε και μία ευπρόσδεκτα ανάλαφρη ποπ αισθητική, όπως στο Don't Call, που ισοσκελίζει την φιλοσοφική διάθεση του δίσκου, που υπακούει στον κανόνα "τόσο νέοι και όμως τόσο ψυχροί".
Το ΙΙ πέραν των σαφώς προσανατολισμένων ηχητικών του αναφορών, που ασφαλώς θα κάνει μία συγκεκριμένη μερίδα ακροατών και μόνο να το πλησιάσει με τη θετική αύρα που απαιτείται, είναι από τα ξεχωριστά εκείνα άλμπουμ που αποστασιοποιείται αρχικά από την αγάπη ως βιωμένο συναίσθημα, για να σε ξαφνιάσει όταν στο τέλος καταλάβεις ότι αναφέρεται μόνον σε αυτή και σε τίποτε άλλο πέραν αυτής.