(...όταν λοιπόν ο Γιάννης Αγγελάκας πριν λίγα χρόνια σοφά σας δίδασκε ότι «...η ζωή είναι μεγάλη μην την κάνεις καρναβάλι...» εσείς λανθασμένα πιστέψατε ότι σε καρναβάλι μια ανθρώπινη ζωή μετατρέπεται μονάχα όταν λουστεί στο φως της αφελούς χαράς. Δεν πέρασε καν από το μυαλό σας πως στο ίδιο αποτέλεσμα την οδηγεί και η πρόζα της ανούσιας θλίψης, που γίνεται στυλ! Τα Διάφανα Κρίνα λοιπόν κυκλοφορούν τον τρίτο τους δίσκο για όλους εσάς...).
Τα Διάφανα Κρίνα κατάφεραν -δικαίως- να τραβήξουν την προσοχή μας ήδη με την πρώτη τους εμφάνιση στη δισκογραφία ('Έγινε η απώλεια συνήθειά μας'-1995). Το κλίμα εκείνου του δίσκου έφερε κάτι από τον περήφανο τρόπο με τον οποίο μονάχα μια μουσική κατάφερε να αντιμετωπίσει κοινότυπα για την τέχνη του τραγουδιού θέματα, όπως ο πόνος, η θλίψη, η απώλεια (πάνω απ'όλα αυτή για τα Κρίνα...): τόν τρόπο που μας/σας/τους δίδαξε το ΑΛΗΘΙΝΟ New Wave της δεκαετίας του '80. Συναισθήματα βιωμένα βαθιά δε, με θάρρος όμως και «τσαμπουκά» ιδωμένα, μουσική που απευθύνεται στον έξω κόσμο, χωρίς να ντρέπεται (ή να γκρινιάζει - το ίδιο κάνει) για τον δικό της εσωτερικό κόσμο. Σε αυτό το σημείο τα Διάφανα Κρίνα είναι ξεκάθαρα ένα γκρουπ που ανήκει στην Ελληνική ροκ σκηνή, διακρίνεται όμως για δύο πράγματα: την αισθητική του (η οποία σαφώς βρίσκεται απέναντι απ'όλη τη σκηνή της εποχής) και το ότι η μπάντα -επιτέλους- ξέρει να παίζει (πράγμα που δε συνέβη πάνω από πέντε φορές στην ιστορία του εγχώριου ροκ...). Τα πράγματα άρχισαν να ...ευωδιάζουν άσχημα όμως ήδη με την κυκλοφορία της δεύτερης δουλειάς τους. Δεν ξέρω πώς, γιατί και με τι σκοπό, άλλα ακριβώς τότε άρχισε η όλη ιστορία που θέλει τα Κρίνα να αποτελούν την Ελληνική version σχημάτων τύπου Tindersticks, και να απευθύνονται όχι στο κοινό του Ελληνικού ροκ, άλλα σε όσους «ανδρώθηκαν» μουσικά με τους μεγάλους «καταραμένους» τραγουδοποιούς του εξωτερικού (να φέρω παραδείγματα;). Ελπίζω και εύχομαι τα ίδια τα μέλη του γκρουπ να μην έχουν την ψευδαίσθηση ότι «πελάτες» τους είναι οι ακροατές των Smog, Telstar Ponies, Paradise Motel κ.λ.π.-γκρουπ που όλα μαζί δεν πουλάνε στη χώρα μας όσο έχει ήδη πουλήσει ο νέος δίσκος των Κρίνων-, αλλά να γνωρίζουν καλά σε ποιους απευθύνονται. Σε ένα κοινό δηλαδή που καταπίνει όλους τους Αχαιούς, Σπαρτιάτες και Δαναούς που ξέρασε τα τελευταία χρόνια το «αναβαπτισμένο» ροκ της χώρας μας, ότι είδους «δώρα» και αν φέρουν αυτοί!.
Δε νομίζω λοιπόν να υπήρχε κάποιος που θα περίμενε δραστικές αλλαγές και στροφή έστω και λίγων μοιρών στο τρίτο βήμα τους (ούτε άλλωστε και βρίσκω το λόγο για κάτι τέτοιο...). Το single-προάγγελος του δίσκου μας είχε ....καθησυχάσει άλλωστε για το τι θα ακολουθούσε. Στέκομαι για λίγο ακόμη σε αυτή τη χρονική στιγμή και δηλώνω ότι αδυνατώ να κατανοήσω το γιατί αντιμετωπίστηκε τόσο διθυραμβικά η κίνηση του γκρουπ να κυκλοφορεί στο εξής τους δίσκους του στην «δική του» εταιρεία 'This Is My Voice'. Τη βρίσκω θετική ως πράξη ειδικά αν η εταιρεία δραστηριοποιηθεί και περαιτέρω...), δεν βλέπω όμως ούτε κάποιον σημαίνοντα συμβολισμό σε αυτή, ούτε θεωρώ πως θα έπρεπε σώνει και καλά και οι υπόλοιποι να ακολουθήσουν. Και ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ υπήρχαν, υπάρχουν (και θα υπάρχουν;) στη χώρα μας, και έχω βαρεθεί τις ιστορίες για καλλιτέχνες που αισθάνονται δεσμευμένοι και θέλουν τον έλεγχο πάνω σε κάθε κίνηση του υλικού τους (λες και έτσι θα γίνει καλύτερο ...).
Τώρα πάμε στο νέο δίσκο λοιπόν. Δέκα τραγούδια (εννιά δικά τους και μια μελοποίηση πάνω σε ποιήμα του Κώστα Ουράνη), διάρκεια εβδομήντα τέσσερα λεπτά, χωρίς πλέον τον «πληκτρά» το συγκρότημα, στο πιάνο ο Θάνος Ανεστόπουλος. Και στα δέκα τραγούδια τη μουσική υπογράφουν τα Κρίνα ως συγκρότημα, όπως ακριβώς ακούγονται και στο δίσκο: σαν μουσικοί που γνωρίζουν καλά (και το κάνουν και πράξη φυσικά...) όχι μόνο το πως θα παίξουν οι ίδιοι, αλλα και οι «συνάδελφοί» τους. Ένα από τα λίγα γκρουπ στη χώρα μας που ξέρει να ενορχηστρώνει, ένα από τα ελάχιστα που δεν έχει ενοχλητικά και κακόηχα κρουστά, ένα από τα μετρημένα που καταφέρνει και έχει δικό του ήχο (ή αλλιώς αναγνωρίσιμο, με την καλή έννοια). Παρ'ότι όλα τα τραγούδια τραβάνε πολύ σε διάρκεια οι μουσικοί των Κρίνων καταφέρνουν και τα εξελίσσουν με ενδιαφέρον χωρίς να τα γεμίζουν με άσκοπα περάσματα και κουραστικές επαναλήψεις σε πολυακουσμένες φόρμες, αλλά χρωματίζοντάς τα κατάλληλα με έξυπνες μίνι-μελωδίες, με μετρημένες ηχητικές ασκήσεις στα έγχορδα και με συχνές αλλαγές στους ρυθμούς και τις εντάσεις.
Με λίγα λόγια δηλαδή το γκρουπ γνωρίζει πώς να «φτιάξει ατμόσφαιρα», πως να την διατηρήσει και να την υποστηρίξει σε διάρκεια και όσο και να κρατάει «χαμηλών τόνων» στάση (ακόμη και όταν «βαράει» λίγο δυνατότερα) εύκολα κερδίζει σε περισσότερες από μία στιγμές τον ρόλο του πρωταγωνιστή. Ιδιαίτερη μνεία στη rhythm section του γκρουπ (Παντελής Ροδόστογλου-Τάσος Μάχας), η οποία κατά τη γνώμη μου είναι αυτή που συνετά χαλιναγωγεί τη μπάντα και δημιουργεί και τον κατάλληλο χώρο τόσο και για τις σωστές κιθάρες των Νίκου Μπάρδη, Κυριάκου Τσουκαλά όσο και για τις παρεμβάσεις από πιάνο και πνευστά.
Κατά γενική ομολογία όμως το δυνατό σημείο των Κρίνων είναι οι στίχοι (που υπογράφουν οι Ροδόστογλου/ Ανεστόπουλος, με το βάρος να πέφτει στον πρώτο) και η ...ψυχωμένη δραματική ερμηνεία του Θάνου Ανεστόπουλου. Οι στίχοι που ...φτύνουν αλήθειες, που στάζουν θλίψη και που εκφράζουν τη μοναδική πραγματικότητα από όλες όσες ψευδώς βιώνουμε καθημερινά: την ύπαρξη της θλίψης δηλαδή, της ίδιας της δυστυχίας που πηγάζει από τις συνεχόμενες απώλειες, από την παρατεταμένη μοναξιά και όλα αυτά που με μαθηματική ακρίβεια μας καλούν προς το οριστικό τέλος. Τους ματωμένους αυτούς στίχους που θα συγκινήσουν όλους σας, θα μιλήσουν για τα πράγματα που και εσείς αισθάνεστε, αλλά δεν έχετε την ικανότητα να εκφράσετε με λόγια, θα σας κάνουν να ζείτε στο εξής στα όρια ενός κόσμου μονάχα (η μοναχά, όπως θα έλεγε κι ο Ανεστόπουλος): τον με στίχους πλασμένο κόσμο των Διάφανων Κρίνων!.
Καλως ήλθατε λοιπόν! Προσοχή όμως αυτή τη φορά δεν είναι ο κόσμος των ρομαντικών (οι ρομαντικοί είναι άνθρωποι θαρραλέοι, που μπορούν και βλέπουν τον κόσμο στα μάτια, που μπορούν και απολαμβάνουν την ιδιαιτερότητα των συναισθημάτων τους...), ούτε καν ο κόσμος των σκεπτόμενα μελαγχολικών (η υγιής μελαγχολία θα έπρεπε να το γνωρίζετε καλά ότι είναι θετικό και δημιουργικό συναίσθημα/κατάσταση). Είναι ο κόσμος της επιτηδευμένης κατατονίας στα όρια της επιδιωκόμενης (με χίλιους τρόπους) μιζέριας. Γιατί πρέπει μερικές φορές να είμαστε ΚΑΙ σοβαροί. Να γνωρίζουμε τι είναι το κάθε τι, να μπορούμε να ξεχωρίζουμε το αληθινό, όχι μόνο από το ψεύτικο, αλλά και από το ειλικρινώς και συνειδητά φτιαχτό. Όπως ακριβώς φτιαχτοί και ετοιμόρροποι είναι οι στίχοι των Διάφανων Κρίνων. Πρόθυμοι να καταρρεύσουν μπροστά στην κρίση του ακροατή που μπορεί και κοιτάει μέσα από τη βιτρίνα. Και η βιτρίνα όμως είναι πολύ άσχημα στημένη. Με φθηνά θα έλεγα κόλπα. Με βαρυσήμαντες λέξεις και φράσεις, με εικόνες φορτωμένες χωρίς κανένα τρόπο, με σοβαρές και μεγαλεπήβολες έννοιες που χωρίς κανένα μέτρο προστίθενται η μία πάνω στην άλλη, σχηματίζοντας τελικά έναν άχρηστο και ενοχλητικό σωρό νοημάτων που δεν οδηγούν πουθενά, δεν έχουν να πουν τίποτα και σε κανέναν (και ας συναντάνε τόσους δέκτες, δε μου λέει τίποτε αυτό). Διακρίνω ακόμη μεγάλη δόση συντηρητισμού στον τρόπο που αντιμετωπίζουν τη γλώσσα, τόσο μέσα σε παλιομοδίτικες λέξεις που συχνά πυκνά κάνουν την εμφάνισή τους στο κείμενο, όσο και από την φορτική επανάληψη όλων (μα όλων;) των κλισέ που αιώνες τώρα χρησιμοποιεί η «τέχνη του πεσσιμισμού» (αν είναι δυνατόν να λέγονται τέτοια πράγματα....).
Το να παραθέσω αποσπάσματα στίχων που αν δεν αποδεικνύουν, τουλάχιστον καταδεικνύουν τα παραπάνω το γνωρίζω ότι μπορεί να είναι «φθηνό» και «ευτελές» ως τέχνασμα, η φθήνια όμως όταν σου προσφέρεται καλά τυλιγμένη και με προσβλητικό τρόπο κρυμμένη πρέπει τελικά να ξεγυμνώνεται, κι ας είναι αυτό να γίνεται με κάθε μέσο. Γιατί φαντάζει τραβηγμένο την ίδια στιγμή που ο ουρανός είναι σακάτης, οι λεπροί να θέλουν χάδια, εμείς να είμαστε γυμνοί κάτω από τα μαύρα σύννεφα (του ίδιου ουρανού;) και να της πλένεις και τα μαλλιά με αμφίβια μύρα και νερό απ' την Παλαιστίνη. Λυπάμαι, άλλα δε γνωρίζω πέρα από το ...καλά νυχτωμένο κοινό του Νεο-Ελληνικού Ροκ που λέγαμε πιο πάνω (όταν ακούς ότι «γέμισε ο κόσμος από μέντορες», ο «χαμός που απλώνεται σα φρίκη στο αίμα» σου ακούγεται σαν το τέλος του κόσμου, σε στιχουργικό επίπεδο...) ποιον οπαδό της ευγενώς οργισμένης απόγνωσης των Cocteau Twins, του ευφυούς αυτοσαρκασμού του Nick Cave και της συνταρακτικής αυτογνωσίας του Will Oldham είναι ικανοί στο ελάχιστο να ξεγελάσουν και να συγκινήσουν αυτοί οι στίχοι. Ή μάλλον γνωρίζω καλά ότι δεν έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν, τουλάχιστον σε τέτοιου είδους περιπτώσεις.
Όλα μου μοιάζουν λοιπόν καλά οργανωμένα για να βρουν το στόχο τους, παραδόξως όμως με τον χειρότερο για εμένα τουλάχιστον τρόπο. Οι πολλαπλές αναφορές στο αλκοόλ και στις ...μπουκαλες που γέμισαν αλήθειες, η συνεχής παρουσία του θανάτου, γίνονται με τρόπο που μου είναι εξαιρετικά δύσκολο να τον πάρω στα σοβαρά (και το κακό είναι ότι γίνονται σε τέτοιο βαθμό ανυπόφορα, που ούτε ως αστείο δεν μπορεί να το εκλάβει κανείς). Προσέξατε ποτέ μήπως πόσο απλοί (στα όρια του απλοικού...) είναι οι στίχοι των Tindersticks, πόσο συγκλονιστικά καθημερινές είναι οι λέξεις και οι φράσεις τους, και από την άλλη σε τι είδους επίπεδα καταφέρνουν και κινούνται τελικά τα λεγόμενα τους και το νόημα αυτών; Δε χρειάζεται καν να κάνετε συγκρίσεις, κάποιες αναλογίες να σημειώσετε μονάχα και θα φτάσετε εύκολα στην σωστή απάντηση. Και δεν είναι ανάγκη να πάτε τόσο μακρυά. Απλά βάλτε το τελευταίο κομμάτι του δίσκου ('Θα πεθάνω ένα πένθιμο του Φθινόπωρου δείλι' σε στίχους Κώστα Ουράνη) πλάι στα υπόλοιπα εννέα. Και ενώ ο Ουράνης μιλάει προλέγοντας τον ίδιο του το θάνατο και το -μηδαμινό- αντίκτυπο του στον κόσμο, στέκεται περήφανος και σχεδόν νικητής απέναντι στο γεγονός, δεν κλαψουρίζει, δε γκρινιάζει για κάτι, δε διαμαρτύρεται για τίποτε. Με ψυχραιμία αντιμετωπίζει την επιλογή του και μιλάει για αυτή με τρόπο απλό και κατανοητό, γεμάτο όμως νοήματα ουσιαστικά, πίσω από κάθε σχεδόν φράση. Η γλώσσα του δεν γίνεται στο ελάχιστο αβανταδόρικη, και ίχνος μίζερης διάθεσης δε καλύπτει τη σκέψη του. Αν και η μελοποίηση του ποιήματος είναι εξαιρετική και το τραγούδι είναι μακράν το ...high-LIGHT ενός κατά τα άλλα «σκοτεινού» δίσκου, τα Κρίνα ίσως θα έπρεπε να το αφήσουν από έξω. Γιατί τελικά έτσι όπως τοποθετείται στο τέλος ξεγυμνώνει και αποκαλύπτει όλα όσα ακούγαμε στα προηγούμενα εβδομήντα λεπτά.
Για το τέλος αφήνω την ερμηνεία του Θάνου Ανεστόπουλου. Ακολουθώντας την φορτωμένη λογική των στίχων, φορτώνει και «φορτώνεται» και ο ίδιος σε υπερβολικό βαθμό, και οι λυγμοί του κάθε άλλο παρά ειλικρινείς ακούγονται. Πόσο μάλλον δεν καταφέρνει να φτάσει στο επίπεδο μιας γνησίως λυρικής ερμηνείας, ή ενός ειλικρινά σπαραχτικού μονολόγου. Όταν καταφέρνει και «συμμαζεύει» το δράμα του ('Σ'ένα όνειρο από χιόνι') τονίζεται ευχάριστα η όντως γοητευτική χροιά της φωνής του, που κατά τα άλλα χάνεται πίσω από άσκοπους θεατρινισμούς (άλλο πράγμα η θεατρική, άλλο η θεατρινίστικη ερμηνεία...) και ενοχλητικά σπασίματα πένθιμου (έως μακάβριου...) χαρακτήρα.
Και να μην αναρωτιέστε γιατί αποφάσισα να ασχοληθώ τόσο πολύ με έναν δίσκο που όπως φαίνεται τελικά δε μου κάθησε και τόσο καλά... Υπάρχουν πολλοί λόγοι. Έπρεπε πρώτα πρώτα να ψάξω να δω τι στο καλό γίνεται με το γκρουπ του οποίου το ντεμπούτο lp κρατάει καλά ακόμη τη θέση του στη δεκάδα με τους αγαπημένους μου ελληνικούς δίσκους. Έπειτα γιατί με ενόχλησε πραγματικά το ότι από όλα τα παραπάνω κινδυνεύει να θαφτεί μια μπάντα που -το επαναλαμβάνω- παίζει σχεδόν άρτια. Γνωρίζω ακόμη καλά ότι τα Διάφανα Κρίνα απευθύνονται σε πολλούς και σέβομαι το τι σημαίνει το γκρουπ για αυτούς... τους πολλούς (συμβαίνει απλά να με ενδιαφέρουν πολύ και οι άλλοι... οι λίγοι!). Πάνω απ'όλα όμως υπάρχουν μερικές φορές που προσβάλλεσαι απο κάποια πράγματα, ενοχλείσαι με κάτι και ξέρεις (ή έστω το υποψιάζεσαι) ότι κάπου σε κοροιδεύουν. Και τότε είναι που αξίζει να ασχοληθείς. Εσείς υποψιάζεστε τίποτε τέτοιο τελευταία;.
Υ.Γ. : ...και να εκτιμηθεί το ότι δεν σχολίασα τον τίτλο του ...δράματος!