Ακόμη περισσότερα τραγούδια για το Λονδίνο, την Αγγλία που ποτέ δεν πεθαίνεις για να την βαρεθείς, τις ανώριμες ερωτικές σχέσεις, τη διαμάχη για το απόλυτο brit anthem της δεκαετίας και την προσθήκη ολοένα και λαμπρότερων σελίδων στην τελική βιογραφία του Paul Weller. Όλα ποτισμένα στα όρια της νομιμότητας αυτή τη φορά. Πείτε στην ηρωίνη ακόμη τους ψάχνει...
Και όπως θα ξέρετε όσοι αφουγκραστήκατε ήδη τα σφυριχτά λα-λα-λά που κατατρέχουν το άλμπουμ, ακόμη περισσότερα τραγούδια να απομακρύνονται από τον άτσαλο ήχο του Waterloo To Anywhere και να εντάσσονται και αυτά αρμονικά στην ουρά της μεγάλης βρετανικής τραγουδιστικής παράδοσης. Φρενίτιδα στοπ! Φρένο ολοταχώς!
Στο τέλος του δρόμου και λίγο πριν το αδιέξοδο όλοι οι Βρετανοί τραγουδοποιοί επιλέγουν τον Ian Dury από τον Howard Devoto, γεγονός που αποδεικνύει ότι η σωματική παραπληγία καθώς μεγαλώνεις είναι προτιμητέο ελάττωμα από την πνευματική. Και ο Carl Barat του 2008 οριστικά δεν είναι τρελός ή αυτοκαταστροφικός. Έχει απλώς λίγα κουσούρια παραπάνω από ό,τι ο μέσος Άγγλος μέθυσος του Σ/Κ.
Με τον ίδιο τρόπο -άλλα όχι τόσο έντονα- που το δεύτερο άλμπουμ των Babyshambles κρεμάστηκε από την ευστοχία του Delivery (και στη συνέχεια γκρεμοτσακίστηκε), το αριθμητικά αντίστοιχο των Dirty Pretty Things επιδεικνύει με λιγοψυχία την ατράνταχτη υπεροχή του Tired Of England απέναντι στις υπόλοιπες έντεκα συνθέσεις. Έντεκα τζαμαρίσματα που κατέληξαν να είναι συνθέσεις και μία σύνθεση που ευτύχησε να είναι Jamάριστή δηλαδή (να μην αφαιρεθούν οι τόνοι παρακαλώ).
Από εκεί και πέρα κάθε που θα κυκλοφορεί νέο άλμπουμ εις εκ των Διόσκουρων το ερώτημα περί του ποιος τελικά ήταν ο πιο γαμάτος, ο πιο ταλαντούχος, ποιος ήταν ο Liam και ποιος ο Noel... θα δονεί τις συνειδήσεις των οπαδών (και τα εξώφυλλα των μουσικών περιοδικών, που συνεχίζουν να υπάρχουν εκεί στον πολιτισμένο κόσμο). Σαχλαμάρες. Για κάθε "σάπιο" μέλος, πάντοτε θα υπάρχει ένας "διεφθαρμένος" εταίρος. Η ανώτατη εμπορική του δικαίου της μουσικής βιομηχανίας τα έχει αποδεχτεί όλα αυτά τελεσίδικα.
Η έκπληξη έρχεται από άλλου. Θα το παράταγε το σφυροκόπημα ο Barat. Κανείς δεν είχε αμφιβολία για αυτό. Ότι θα έφτιαχνε πρόστυχο Morrisey-κό περιτύλιγμα όμως για να καλύψει την αδυναμία του στο να γράφει, να ερμηνεύει και να απογειώνει δραματικές μπαλάντες όμως... ποιος θα το περίμενε...
Στην ατολμία άψυχων τραγουδιών όπως το Faultines και σε τραυματισμένα karaoke όπως το Truth Begins, που φοβισμένα ρέουν μαλακό αλκοόλ σαν να ετοιμάζουν τις βαλίτσες τους για βρετανοκρατούμενο ελληνικό νησί, είναι που βρίσκουν περίσσευμα επιχειρημάτων όσοι θεωρούν ότι το βρετανικό ροκ είναι μια πολύ αστεία υπόθεση για να μη διασκεδάζει κανείς μαζί του και το αμερικάνικο μία πολύ σοβαρή για να μη γράφεις διατριβές για αυτό.
Σαν να μην υπήρξαν ποτέ οι Libertines και το μήνυμά τους για απόλυτη εξάρτηση προς την παρακμή και απεξάρτηση προς την εξέλιξη, ο Barat προσπαθεί να τα βάλει με τους Arctic Monkeys και τους Kooks και αισθάνεται πρόωρα, άδικα και αναίτια (σύμφωνα με τα όσα μας είχε δείξει προ διετίας) όχι και τόσο νέος μέσα στην παρ' ολίγον κατεστραμμένη νιότη του.
Μετά από την παταγώδη αποτυχία των Babyshambles να ανταποκριθούν στις προσδοκίες της αποδόμησης της βρετανικών μουσικών παραδόσεων, η στροφή και των Dirty Pretty Things σε τακτικές γλυπτικής απομίμησης και πισωκολλητού μαϊμουδισμού κλείνει οριστικά το κεφάλαιο της ροκ αναγέννησης των βρετανικών 00s, ανοίγει χωρίς ιδιαίτερο λόγο την κερκόπορτα προς έναν μεσαίωνα σε επανάληψη και παραδίδει την σκυτάλη της σωτηρίας στα χέρια των απολύτως και μόνο μέτριων έως άχρηστων, που έχουν απομείνει για να αποδείξουν ότι έχει όντως περισσέψει λίγη πραγματική νεανική οργή για να γραφεί ένα καλό ρεφρέν.
Και στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι οι Franz Ferdinand δεν είναι Βρετανοί.