Οι αλυσίδες σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής είναι αυτές που καθορίζουν την διαδρομή των στοιχείων αυτής, διαμορφώνουν τον ζωτικό κύκλο, καθώς και τις αναρίθμητες σχέσεις αλληλεξάρτησης μεταξύ των οργανισμών. Δίχως την συνδρομή ενός μέλους τους, οδηγούμαστε σε αδιέξοδο, αναπόφευκτη δυσλειτουργικότητα και κατ' επέκταση καταστροφικές απώλειες. Ως άμεση συνάφεια με τα μουσικά δρώμενα, η αλληλεπίδραση μεταξύ των εκάστοτε ηχητικών συντεταγμένων, των υφολογικών κατευθύνσεων αν προτιμάτε, εκτός από φυσικό επακόλουθο, είναι και μια υγιής εξέλιξη που καταδεικνύει, εκτός των άλλων, το γεγονός ότι πάντοτε η σκυτάλη περνάει στο "παρόν". Ο επόμενός της κάτοχος, διαδοχικά, διανύει επίσης απόσταση απ' το σημείο που την παρέλαβε στο παρελθόν. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι προϋπήρξε κι μια άλλη κούρσα μέχρι την εκάστοτε επικείμενη. Οι ομοεθνείς μας The Dive σίγουρα δεν την παραβλέπουν...
Οι εμμονές του εν λόγω τετραμελούς συνόλου, πέφτουν ολοκληρωτικά στο τραπέζι σαν φύλλα ασημάδευτης τράπουλας και το ανακάτεμα γίνεται με ολόδικούς του όρους. Χωροχρονικά εντοπίζονται τόσο στην grunge πλευρά του Σηάτλ των πρώιμων 90s όσο και στην Καλιφόρνια ελέω της ξέφρενης Kyuss τετραετίας 1991-94 και της ανυπέρβλητης γκροτέσκο καταχνιάς των Tool απ' τα 90s και δώθε. Πραγματοποιούνται, επιπλέον, καταλυτικές 60s στάσεις στο Ντιτρόιτ με τις proto-punk ευλογίες των Stooges και την ψυχεδελική οξύτητα του Hendrix που θα καταγράφονταν αργότερα στα κεφάλαια του stoner rock. Κι ύστερα απ' τις αρχικές ακροάσεις, οι προορισμοί μέσα στην οικειότητά τους ηχούν ξανά εξωτικοί.
Μην σκεφτείτε, συνεπώς, ότι θα ανατρέξετε στην δισκοθήκη σας αποσκοπώντας να ανασύρετε τίποτε αγαπημένα άλμπουμ που τα περιέλαβε η σκόνη. Περιθώρια τέτοια δεν αφήνουν συνθέσεις σαν το "The field", όπου οι The Dive αναπτύσσουν στιβαρά την εγκεφαλικότητά τους προτάσσοντας τεχνοτροπία που δεν αναγάγει την τεχνική στην "μητέρα" όλων των ικανοτήτων, αλλά την χρησιμοποιεί ως πλαισίωση των υπολοίπων. Προσθέστε, την heavy rock ευστοχία τους που εμφανίζεται σε διάφορες περιστάσεις, όπως στα σκληροτράχηλα "Lockjaw" και "Fabio, Fabio.." (με τις ανατολίτικες αναφορές) που συνεπικουρούνται από ψυχεδελικά σόλο και γρεζάτα φωνητικά γυρίσματα. Όσο για την τοποθέτηση της φωνής του Monkey J, αντιλαμβάνεσαι ότι δεν ξεφεύγει απ' τα πρότυπα του είδους, αλλά καταθέτει πάραυτα σαφές στίγμα.
Σε καίρια σημεία της συνεκτικότητας του άλμπουμ που δεν διαταράσσεται, κρατούν θέση για μπασογραμμές ξυράφια και κοινοποιούν ότι τα riffs τους αναδύονται με την υποστήριξη των delay εφέ. Εξάλλου, η εν γένει χρήση των πεταλιών είναι ενδεικτική της μεθοδικότητας με την οποία παράγουν τα ηχοχρώματα των οργάνων τους. Απ' την έναρξη κιόλας επενδύουν με παραμορφωμένες κιθάρες την desert garage παράσταση ονόματι "Fresh blue coffee" και διαμέσου του "Lydia and the pigheads" οδηγούν την εκτόνωση στα άκρα, σε ένα κομμάτι που συνοψίζει τα υψηλά ηχητικά στάνταρτ του γκρουπ. Λίγο παρακάτω, στο "Pets in rabbies", θα κάνουν σαφές πως η περισυλλογή είναι μέρος του όλου σχεδίου τους, αλλά έρχεται ως συμπλήρωμα της λυτρωτικής αποδέσμευσης συσσωρευμένων συναισθημάτων. Άλλωστε ποιος χρειάζεται σκεπτικισμό σε εντονότερο βαθμό απ' αυτόν που κοχλάζει τούτες τις μέρες;
Κάθε στιγμή που ο ακροατής γεύεται "καινούργιο" υλικό, στο ιδιόκτητό του "τώρα", αποζητά να τον συνδέουν με τα περασμένα περισσότερα από μια παρατεταμένη νοσταλγία. Και το ντεμπούτο των Dive του παρέχει το προνόμιο. Σήμερα...