Γεννήθηκε : Λευκός. Josh Davis. 1973. Hayward, California
Ζει και βασιλεύει : Davis, California
Πρώτο single : "Reconstructed from the ground up", 1991
Πρώτο album : "Endtroducing", 1996
Πρώτο label : Solesides
Πρώτη αγάπη : Hip-hop
Τελευταία αγάπη : Psychedelia
Αιώνια αγάπη : Βινύλιο
Συνεργοί : James Lavelle, DJ Krush, Dr Octagon, Blackalicious, Lyrics Born, Lateef, Dan the Automator, U.N.K.L.E., Cut Chemist κλπ
Βίτσιο : Do not remix my songs!
Run Shadow Run
Με το πρώτο του χορταστικό έπος, το "Endtroducing" (η πρώτη γνωριμία του με το «πλατύ» κοινό ήταν γιαυτόν ένα τέλος εποχής μουσικά - το λογοπαίγνιο του τίτλου) έκανε πολλούς εξωχιπχοπικούς που νόμιζαν (-ζαμε) πως το είδος εξαντλούνταν στη λογοδιάρροια για τα προβλήματα και τις ορμές των μαύρων αδελφών να επανεξετάσουν το θέμα. Το "Endtroducing" ήταν χίλια πράγματα μπολιασμένα στον κορμό του hip-hop και το αποτέλεσμα ήταν ένα τρυφερό πλάσμα με άπειρα όμορφα πρόσωπα.
(Στοπ! Έλεος! Κάθε κριτική του "The private press" που διάβασα αρχίζει με αναφορά στο "Endtroducing". Θέλω πρωτοτυπία στο Mic. Φτου (σου) κι απ'την αρχή-εκδ)
Ο Josh Davis είναι dj - ο άνθρωπος δηλαδή που φροντίζει να διασκεδάσει το κοινό του, να το οδηγήσει με τα μπίτια του σε παροξυσμό (καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή). Μόνο που αυτός δεν έχει σχέση με τους house djs που κάνουν φανταστικές μείξεις και τελευταία άρχισαν να κυκλοφορούν προσωπικούς δίσκους του ποδαριού. Και μάλλον τον αδικεί αυτή η συνωνυμία - το Shadow δε σώζει την κατάσταση. Δεν ξέρω τι ακριβώς πρόγραμμα παρουσιάζει στα club, τα κομμάτια όμως που κυκλοφορεί τα χτίζει sample το sample, και η δημιουργία τους απαιτεί απίστευτο χρόνο (κομμάτια, λέει, που προχωράνε μόνο τρία δευτερόλεπτα μετά από δουλειά μιας μέρας) και επιμονή.
(Φρίκη. Ξεκίνα με το υπονοούμενο του τίτλου και το πρώτο τρακ... Βρες τρόπο να κρατήσεις αυτούς που άντεξαν να διαβάσουν ως εδώ-εκδ)
Στα 40s, 50s, 60s, στην Αμερική υπήρχαν μαγαζιά που σου τύπωναν, απλέ άνθρωπε, δισκάκι με ότι είχες προτίμηση, μήνυμα ή τραγούδι. Το αντίτυπο ήταν μοναδικό («προσωπικό pressing» εννοεί εδώ ο καλλιτέχνης μας) κι ένα τέτοιο είχε φτιάξει κι ο Elvis για τη βλοσυρή μαμά του, ένα τέτοιο μηχάνημα είχε στην κατοχή του κι ο Greg Sage των Wipers. Δεν ξέρω αν στην αναπτυσσόμενη Ελλάδα των -ήντα έφτασε αυτή η τεχνολογία. Με μια τέτοια ηχογράφηση του 1951 ανοίγει το cd που μας απασχολεί εδώ (μια μαύρη γυναίκα στέλνει ηχητικό γράμμα σε κάποιον, όπου διστάζει να του αποκαλύψει κάποιο μυστικό) και ο καλλιτέχνης το προχωράει ένα βήμα παραπάνω - το αφιερώνει σε κάθε ανεξάρτητη φωνή... (Ο ίδιος πάντως μόλις πήγε σε πολυεθνική).
(Δεν αντέχω τη νοσταλγία. Ούτε τις σπόντες. Ξεκίνα απαριθμώντας τα μειονεκτήματα αν δε σου βγαίνει κάτι αξιοπρεπές-εκδ)
Στο "You can't go home again" που επιλέχτηκε να κυκλοφορήσει και ως single, έχουμε μια προσπάθεια συνύπαρξης του "El contor pasa" με ένα Can-έζικο beat. Ατυχής έμπνευση κατά τη γνώμη μου. Ο περουβιανός γιδοβοσκός δεν έχει θέση στο ψυχρό Κολωνέζικο στούντιο. Στο δεύτερο cd της πανάκριβης limited έκδοσης το φιλοδώρημα είναι ένα χαβαλετζίδικο δωδεκάλεπτο live session - τα b-sides του single (ανάμεσά τους και μια σύνθεση του Shadow με τον γνωστό μας Zack de La Rocha) θα τα εκτιμούσαμε περισσότερο.
(Ματαιοπονία. Δεν το πας track-by-track που είναι η εύκολη λύση για τις περιπτώσεις αδιεξόδου;-εκδ)
Το εξώφυλλο του "The private press" έγινε με τη λογική του περιεχομένου, απέτυχε όμως. Είναι ένα άσχημο κολλάζ με κρανία και ποντίκια, χέρια και μαχαίρια, αίματα και βλέμματα. Κρίμα, γιατί ο δίσκος άξιζε καλύτερη βιτρίνα. Το "The private press" είναι θησαυρός ήχων που συλλέχθηκαν με μεράκι, αλλοιώθηκαν, παραμορφώθηκαν, μετασχηματίστηκαν, ξανασυναρμολογήθηκαν (πόσο μακριά μοιάζει τώρα η κιθάρα-μπάσο-ντραμς διαδικασία;) και λειτουργούν άψογα. Ο Shadow ανήκει στην συνομοταξία των μεγάλων παραγωγών που ήταν άρρωστοι με τις λεπτομέρειες του ήχου (Meek, Spector, Hannett). Μετά από τόση επεξεργασία που κλουβιάζει το μυαλό, το αποτέλεσμα θα μπορούσε να ήταν ένα έκτρωμα αλα Φρανκενσταϊν, αντίθετα είναι ζωντανή και διασκεδαστική μουσική. Είναι συναισθηματική και πολυεπίπεδη μουσική. Είναι λεπτεπίλεπτη μουσική με λίγες γενικές αναφορές. Ο σεβαστός μουσικός κατέχει την τέχνη κατασκευής βροντερών beat αλλά γνωρίζει πότε είναι απαραίτητο να χαμηλώσει την ένταση, να παίξει με τις σιωπές. Και κυρίως ξέρει τι λείπει αυτή τη στιγμή από την πιάτσα: Προχωρημένη μουσική για τις μάζες και μάννα εξ ουρανού γιαυτούς που λιμοκτονούν στο χέρσο χώρο ανάμεσα στην ξεδιάντροπη αντιγραφή και την ανοργασμική πρωτοπορία.
(Μην ξεχάσεις τα βασικά: Είναι το "The private press" καλύτερο από το "Endtroducing"; Άξιζαν τα έξη χρόνια αναμονής; Μπορεί να παρουσιαστεί το έργο ζωντανά;-εκδ)
Ο Josh Davis είναι μανιακός αγοραστής δίσκων. Μόνο που τα τελευταία χρόνια τους ακούει με διαφορετικό αυτί από τους υπόλοιπους ακροατές. Ανακαλύπτει μέσα τους τα όργανα που θα παίξουν τις δικιές του συμφωνίες. Εμείς ευτυχώς δε χρειάζεται να αλλάξουμε τις ακροαστικές μας συνήθειες.
Το αύριο ήρθε και δεν ήταν αργά.