Συζητούσα πρόσφατα με αμερικανό μουσικό πώς όλα έχουν παιχτεί απ' τα πρώτα '70's ακόμη, κι από τότε επαναλαμβάνονται σε κύκλους όπου το επιπλέον λιθαράκι έρχεται μόνο απ' την ιδιοσυγκρασία αυτού που το βάζει. "Δεν υπάρχει τίποτε καινούργιο" συμφωνήσαμε, "κι αν υπήρχε, δεν θέλεις να το ακούσεις" συμπλήρωσε ο Kelly, κι η σκέψη μου πήγε στους "καινοτόμους πειραματιστές" του τύπου Animal Collective ή Liars, που παίρνουν την ψυχεδελική folk και pop των '60's απ' τις άκρες της, την τραβούν σαν λάστιχο, την διαστρεβλώνουν κι ύστερα την παρουσιάζουν σαν τον καινούργιο ήχο.
Η σκέψη αυτή μ' ακολουθούσε όταν, λίγο αργότερα, ο αμείλικτος εκδότης μου άφησε το Visiter χωρίς σχόλια αλλά με βλοσυρό βλέμμα που δεν σήκωνε αντίρρηση. Δύο nu-folkies πιτσιρικάδες που σκόνταψαν σε κάποια ξεφτισμένη '60's άκρη παραδίπλα στον παιδικό σταθμό τους στο San Francisco (απ' όπου ξεσήκωσαν μάλλον και το όνομα) και την έπιασαν με ακουστικές κιθάρες και αφρικανικά κρουστά: νεο-χίππυς σε οικονομική συσκευασία white stripes αναστέναξα (σιωπηρά), ένας συνδυασμός που δεν είχε δοκιμαστεί ακόμη, μάλλον όμως υπήρχε λόγος που η προπέρσινη πρώτη δουλειά τους πέρασε απαρατήρητη.
Η διάψευση ήλθε σταδιακά, πρώτα με την σεμνή, ήρεμη και λίγο ονειροπόλα americana του 'Walking', χωρίς διακοπή όμως ακολούθησε το 'Red And Purple', σαν οι Arcade Fire να μετακόμισαν στην Elephant 6 με μοναδικές αποσκευές μερικά ριφάκια στην ακουστική κιθάρα, λίγο παιδικό πιάνο και τα κρουστά που ξαφνικά διογκώθηκαν παραμένοντας διακριτικά. Ορμητική pop, εντυπωσιακή και πιασάρικη ενώ, λίγο παρακάτω, έρχεται το 'Fools' σαν ήρεμη καταιγίδα, με την ακουστική κιθάρα να ροκάρει και την δροσερή σαν αεράκι pop να διακόπτεται απρόβλεπτα από tribal ξεσπάσματα, το καλύτερο μάλλον τραγούδι που δεν θα γράψουν ποτέ οι Animal Collective.
Συναυτουργοί ο Meric Long κι ο Logan Kroeber, έχουν παρά την ηλικία τους προϊστορία στην folk, το metal αλλά και τα τονικά σύνολα κρουστών Ewe της Ghana που χρησιμοποιούν εδώ, κι έτσι εξηγείται μάλλον η αποστροφή τους για την μακάρια χαλαρότητα άλλων σύγχρονων ομοϊδεατών όπως οι Yeasayer. Τίποτε απ' αυτά δεν τους εμποδίζει όμως να διαπράξουν ένα άλλο ατόπημα, να υπερβούν δηλαδή το όριο των πέντε λεπτών στα μισά περίπου τραγούδια του Visiter, κι έτσι στο 'Paint The Rust', στο 'Joe's Waltz' και βέβαια στο κορυφαίο εδώ 'Jodi' αναδεικνύουν την εκρηκτική τους ιδιοσυγκρασία όπως μετασχηματίζουν την χίππικη ψυχεδέλεια μέσα από blues αποστροφές, απρόβλεπτα πυκνώματα των ακουστικών riffs και κυκλοθυμικές αλλαγές χρόνων για να την μετατρέψουν σε χαμηλότονη αλλά άγρια tribal γιορτή.
Πιστεύουν όπως φαίνεται οι δύο Dodos ότι οι καλές τρικυμίες ξεσηκώνονται σε ανοικτές θάλασσες κι όχι σε δίλεπτες ή τρίλεπτες λιμνούλες και, παρά την κάθετη διαφωνία μου, το αποτέλεσμα τους δικαιώνει, ώστε θα τους συγχωρήσω μάλλον και για τους Beatles υπαινιγμούς στα φωνητικά του Long. Όπως δηλώνει και τ' όνομά τους άλλωστε (που μαθαίνω ότι προέρχεται από ένα προ πολλού αφανισμένο περίεργο πουλί της Αφρικής), με την ιδιαιτερότητά τους ξαναδίνουν ζωή σε κάτι που -παρά τους ισχυρισμούς πολλών σύγχρονων- έχει αποβιώσει προ πολλού. Τίποτε καινούργιο λοιπόν κι εδώ Kelly, αυτό που παίζουν όμως δεν μπορώ να θυμηθώ πού το ξανάκουσα πρόσφατα.