WA-Zoh
Κι αν o Νεοϋορκέζος δημιουργός δεν κομίζει γλαύκα εις... ambient με την χρήση ήχων της φτερωτής πανίδας, έχει όμως έναν ξεχωριστό τρόπο να τους εντάξει σε ένα μελωδικό σύνολο. Του Αναστάσιου Μπαμπατζιά
Κάθε τόσο, ψάχνοντας στα άπατα των νέων κυκλοφοριών, πέφτω πάνω σε κάτι που απλά δεν γίνεται να μην γράψω γι’ αυτό. Σε κάποιον δίσκο που ξεχωρίζει. Σε κάτι ιδιαίτερο, μοναδικό που ξεφεύγει από τον σωρό και τα διάφορα hype, που είναι εξαιρετική μουσική και περιμένει υπομονετικά μπας και το προσέξει κανείς. Ε, σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να γράψω κάτι μπας και το προσέξει κανείς ακόμα.
Το ‘WA-Zoh’ σαφώς και είναι ένας τέτοιος δίσκος που δύσκολα θα εντυπωσιάσει τους πολλούς που αρέσκονται σε φαντεζί και ιλουστρασιόν. Διότι είναι δίσκος υψηλής ποιητικής, λεπτών αποχρώσεων, μεγάλης ευαισθησίας και άκρως εξωτικός (με την καλή έννοια).
O Doug Wieselman είναι ένας πνευστός που παίζει σαξόφωνα, κλαρινέτα, φλάουτα κ.ά. και έχει συνεργαστεί με πολλούς, διάφορους και σημαντικούς (John Zorn, Lounge Lizards, Bill Frisell, Lou Reed μεταξύ αυτών). Εμφανίζεται όμως εδώ ουσιαστικά ως συνθέτης κατασκευάζοντας ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον ambient έργο που μικρή (έως καθόλου) σχέση έχει με το πως ακούγεται συνήθως ένας μουσικός των πνευστών.
Ο περιβαλλοντικός ήχος είναι πρωταγωνιστής αφού μπροστά βγαίνουν οι ηχογραφήσεις που έχει κάνει κατά καιρούς ο συνθέτης από πουλιά, είτε σε ταξίδια είτε στο μέρος που ζει. Όμως σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί αυτό το έργο να κατηγοριοποιηθεί ως field recording, αφού οι ηχογραφήσεις αυτές είναι άκρως επεξεργασμένες, δουλεμένες με πείσμα, και με προσθήκη άλλων ήχων από διάφορα όργανα, κυρίως πνευστά, πάντως όχι εντελώς αναγνωρίσιμα έτσι όπως συντήκονται μέσα στο σύνολο.
Πρόκειται λοιπόν για ένα ουσιαστικό ambient έργο (έως και «κλασικό» για το είδος μπορούμε να το πούμε) που προσεγγίζει τη μουσικότητα μέσα από τους ήχους ενός εξωτικού περιβάλλοντος και φτιάχνει ένα ηχητικό παραστατικό τοπίο με μουσικούς όρους.
Αυτές οι τακτικές δεν είναι βέβαια σήμερα ασυνήθιστες, σωρηδόν βγαίνουν πια ambient μουσικές και έργα με περιβαλλοντικούς ήχους. Το θέμα εδώ όμως είναι ότι ο Wieselman πετυχαίνει εκεί που η συντριπτική πλειοψηφία έχει χάσει το παιχνίδι από την αρχή. Διότι είναι τεχνίτης και καλλιτέχνης και οδηγεί το πράγμα στην ομορφιά. Στην περιδίνηση μέσα σε ένα κρυφό μαγικό τοπίο, έναν κόσμο παραδείσιο που έχει χτιστεί μέσα στο μυαλό του και μας τον εμφανίζει και εμάς.
Δεν ακούμε απλώς πουλάκια πάνω σε πέπλα, ηλεκτρονικά και μη. Τα πράγματα συνδέονται με έναν τρόπο αρμονικό, με ρυθμούς εσωτερικούς που τα μετατρέπουν σε ένα αδιαίρετο σύνολο. Σε σύνθεση.
Υπάρχει ακόμα και η μελωδικότητα. Δεν την σνομπάρει, δεν την απορρίπτει ο συνθέτης, όμως όπως και όλα τα άλλα στοιχεία, δεν τραβάει την προσοχή, δεν κλέβει την παράσταση. Μόνο ανοίγει καινούριες πόρτες σε χώρους ακατέργαστους από γκρίζα ημίφωτα. Ένα περιβάλλον σε αρμονία με τα πράγματα. Νιώθεις ότι όλα έχουν χρησιμοποιηθεί με αγάπη. Ότι έχουν μπει στη θέση τους με μεγάλη προσοχή και διακριτικό, λεπτό πάθος. Έτσι γεννιέται η μουσική. Και είναι μια μουσική που αν επιλέξεις να την ακούσεις την ώρα που ανατέλλει ο ήλιος, η μέρα σου δεν μπορεί παρά να πάει καλά.