Η οκτάχρονη Virginia O'Hanlon ήθελε να μάθει αν υπάρχει ο Αη-Βασίλης. Ακολουθώντας λοιπόν την συμβουλή του πατέρα της, έστειλε επιστολή με την ερώτηση αυτή στην τοπική εφημερίδα (New York Sun), κι η απάντηση του εκδότη Francis P. Church δημοσιεύτηκε στο editorial της Sun την 21 Σεπτεμβρίου 1897: "Ναι Virginia, υπάρχει ο Αη-Βασίλης, όπως υπάρχουν η ειλικρινής πίστη, η ποίηση, η φαντασία, ο έρωτας κι όλα αυτά που κάνουν υποφερτή την ζωή μας, και είναι όλα πιο πραγματικά απ' όσα βλέπουμε γύρω μας."
Με την ίδια παιδιάστικη ίσως αφέλεια διεκδικεί κι η Amanda Palmer το δικαίωμα να ζει στον κόσμο που πλάθει με την φαντασία της ("you can stop the truth from leaking, if you never stop believing" -'Mrs. O', αφιερωμένο στην Virginia O'Hanlon). Η μικρή Virginia βέβαια θα τρόμαζε με τον κόσμο της Amanda: μισοφωτισμένα και λιγότερο από αξιοπρεπή cabaret της Βαϊμάρης όπου ανάμεσα στους καλοντυμένους κυρίους περιφέρονται ημίγυμνα τα ζωντανά αγάλματα της Δρέσδης, οδηγημένα από μουσικές άγριες και αισθησιακές μαζί, δραματικές αλλά και επιθετικές, ένας κόσμος αυστηρά για ενήλικες, χωρίς αναστολές και taboo.
Από τα πρώτα τους τραγούδια το 'Mrs. O' (πρωτοεμφανίστηκε στο περιορισμένο A Is For Accident), περίμενε την κεντρική θέση στην δεύτερη αυτή επίσημη δουλειά του ιδιόρρυθμου βοστωνέζικου ζευγαριού, καθώς στην ομότιτλη πρώτη η Amanda ήθελε όπως φαίνεται να μας αποπλανήσει στο γκροτέσκο περιβάλλον της. Αφού λοιπόν γοητευτήκαμε εκεί, επανέρχεται τώρα μετωπικά: τα ύπουλα παιχνιδίσματά της γίνονται εδώ χείμαρροι, η γλώσσα είναι σαρκαστικά σκληρή και η ερωτική εικονογραφία άμεση, διαποτίζοντας τα περισσότερα τραγούδια όπως μάλλον και την ίδια ("there is this thing that's like fucking, except you don't fuck" περιγράφει την τραγουδιστική της αίσθηση -'Sing').
Από την υποδοχή λοιπόν και τις πρώτες δραματικές νότες του πιάνου είναι φανερό ότι η Amanda είναι απιοφασισμένη: ο καταιγιστικός ήχος, η εστιασμένη ένταση και οι ελεγχόμενες εκρήξεις του 'Sex Changes' προδιαθέτουν για την πλημμυρική συνέχεια, τις πολύπλοκες μελωδίες που ξεδιπλώνονται με θεατρικές στροφές και κυκλοθυμικά γυρίσματα, τον ήχο που ευνοεί φανερά το πρώτο συστατικό της γνώριμης πλέον rock-cabaret ιδιοσυγκρασίας ενώ, αιχμηρά ακριβής ο Brian Viglione σαν τους δείκτες του ρολογιού που κοσμεί το drum kit του, προσθέτει εντυπωσιακό όγκο και δύναμη τονίζοντας ή και οδηγώντας την πλουσιώτερη αυτή την φορά παλέτα της Amanda στο πιάνο.
Συμπαγείς και δυναμικοί οι Dolls και γι' αυτό πολύ πιο άμεσοι και αποτελεσματικοί, εξωρραϊζουν και τα τραγούδια που αντλούν (όπως και παλαιότερα) από το πρώιμο live ρεπερτόριό τους. Λιτή αυτοσαρκαστική μπαλάντα το 'First Orgasm', απολαυστικό το 'Shores Of California', γοητευτικά προβλέψιμο το 'Backstabber', συμπληρώνουν τα καινούργια που συγχωνεύουν με ομοιογένεια όσα μας σαγήνευσαν την πρώτη φορά. Όλα βρίσκουν λοιπόν την αυτονόητη θέση τους σε ορμητικά και έντονα θεατρικά rockers όπως το 'Modern Moonlight' ή το 'Dirty Business', κορυφώνονται όμως στον ασυγκράτητο χείμαρρο του 'Necessary Evil', ώριμη και δυνατή σύνθεση όπου ο σκοτεινός αισθησιασμός φωτίζεται απ' τα χρώματα του πιάνου, αλλά και το φορτισμένο cabaret-punk του άμεσα εθιστικού 'My Alcoholic Friends'.
Αυτοπεποίθηση και δυναμισμός λοιπόν εδώ, περισσότερο rock και λιγότερη Βαϊμάρη, στερεό υψίπεδο έδαφος (παρότι κατηφορίζει προς το τέλος) για τους Dolls, χωρίς τις ψηλές κορυφές αλλά και τις κοιλάδες της προηγούμενης δουλειάς, κατάλληλο δηλαδή για να θεμελιώσει η ενήλικη Amanda το αλλόκοτο κουκλόσπιτο όπου κρύβει την αφοπλιστική παιδικότητά της. "Everything is absolutely making sense" δηλώνει ('Modern Moonlight') και, μοναδική μας επιλογή να συμφωνήσουμε: Ναι Amanda/Virginia, προτιμούμε την φαντασίωσή σου από την πραγματικότητα. - Γιάννης Παπαϊωάννου
* * *
Μετά το "A is for Accident" και την ομώνυμη, πρώτη "κανονική" στούντιο κυκλοφορία τους, οι Dresden Dolls επιστρέφουν με το "Yes, Virginia". Kάποια από τα τραγούδια του καινούριου τους άλμπουμ έχουν από καιρό αλλάξει χέρια στο Ίντερνετ, το δε "Mrs. Ο" είχε πρωτοεμφανιστεί στο "A is for Accident". Όλες αυτές οι διαρροές μάς είχαν προϊδεάσει θετικά για το αποτέλεσμα. Αλλά ακόμα κι αν είχαμε αμφιβολίες, το "Yes, Virginia" είναι ένας δίσκος προορισμένος να μην αποτύχει, όπως όλες οι καταθέσεις ψυχής.
Το προηγούμενο άλμπουμ τους εισέπραξε πολύ καλές κριτικές και πρόσθεσε αρκετούς οπαδούς στο κοινό τους. Η Amanda Palmer, ψυχή του ντουέτου, είναι μια πολυσχιδής προσωπικότητα με ευφυΐα πολύ πάνω του μετρίου, γεγονός που συχνά έρχεται σε αντίθεση με την υπερβολική γυναικεία ευαισθησία της. Tα τελευταία χρόνια μάς έχει δώσει μια σειρά εκπληκτικών τραγουδιών με στίχους που θα μπορούσαν να έχουν κυκλοφορήσει και σαν ποιητική συλλογή - κατά προτίμηση σε έκδοση που να χρειάζεσαι χαρτοκόπτη για να ξεχωρίσεις τις σελίδες της.
Η Amanda ξεχωρίζει για την ικανότητά της να "φοράει" ρόλους. Κι αυτό το κάνει όχι με προσποιητή θεατρικότητα, αλλά με ένα πάθος το οποίο (υποψιάζομαι) πολλές φορές γυρίζει μπούμερανγκ και την τσακίζει - σ' ένα φαύλο κύκλο αρτίστικης αυτολύπησης. Όπως είναι φυσικό, μια νέα γυναίκα με τέτοια προσόντα και τέτοιο δόσιμο δεν γίνεται να επιβιώσει και να παράγει έργο παρά μόνο μέσα σ' ένα σύμπαν το οποίο να της χαρίζει απλόχερα ενέργεια. Κι η Amanda μάλλον χρειάζεται πολλή από αυτή αν κρίνουμε από το καμπαρέ περιτύλιγμά της, τα παλιομοδίτικα ντυσίματά της, τα κλοουνίστικα φτιασίδια της, τη λογοδιάρροιά της και κυρίως τις εικόνες: αυτές που δανείζεται απλόχερα για να δημιουργήσει μια πραγματικότητα-κολάζ η οποία έχει πια εδραιωθεί τόσο πολύ, ώστε με το που ακούς Dresden Dolls να βλέπεις αυτόματα ανοιχτό καφέ.
Μια βασική διάσταση σε τούτο το σύμπαν είναι οι πιστοί οπαδοί των Dresden Dolls. Τους ακολουθούν παντού, τους λατρεύουν κι όσοι έχουν τα κότσια μπορούν να συμμετέχουν και στα σόου τους. Από τη μεριά τους, οι Dresden Dolls παρέχουν όλα τα σχετικά φετίχ για τις ανάγκες του κοινού: μπλούζες, κονκάρδες, εσώρουχα και πάει λέγοντας. Με το δικό της, δικαίως κεκτημένο μερίδιο στη show business, η Amanda μπορεί πια ελεύθερη να κυλιέται ολημερίς στις τσουκνίδες, να ξύνει τις πληγές (δικές της ή του κόσμου ολόκληρου) και να μας τις τραγουδάει.
Αυτό ακριβώς κάνει και στο "Yes, Virginia", οι στίχοι και η μουσική του οποίου παραμένουν στα υψηλά επίπεδα του προηγούμενου δίσκου και πολλές φορές τα ξεπερνούν. Το πιάνο της Amanda και τα drums του Brian Viglione δένουν μεταξύ τους με μια μεστότητα που φαντάζει το πιο φυσικό πράγμα του κόσμου. Το ευχάριστο είναι ότι οι Dresden Dolls κατάφεραν να φτιάξουν ένα δίσκο ο οποίος δε θυσιάζει τις μελωδίες στο βωμό μιας στείρας προσήλωσης στις "καμπαρέ" δομές. Πλέον φλερτάρουν με φολκ και ποπ δρόμους αλλά χωρίς να προδίδουν τον ηχητικό χαρακτήρα τους. Παράδειγμα αυτής της τάσης είναι το "Shores of California", ένα από τα καλύτερα τραγούδια του δίσκου.
Η ηχητική πολυπλοκότητα είναι εμφανής και σε πιο "απαιτητικά" κομμάτια, όπως το "Μodern Moonlight" το οποίο ξεκινάει λες κι έχει στο μυαλό του το σλόγκαν των Dresden Dolls: "Punk Cabaret is Freedom" (τυπωμένο και σε μπλουζάκια παρακαλώ). Ευτυχώς στη συνέχεια μας επιφυλάσσει αρκετές ανατροπές ώστε να απορρίψει την απλοϊκότητα μιας τέτοιας διαπίστωσης. Διότι τελικά "Life is No Cabaret" όπως μας λέει η Amanda στο "Sing", ένα ακόμα ξεχωριστό τραγούδι που λες και γράφτηκε για όλους τους πονεμένους της γης.
Το "Mandy Goes to Med School" είναι άλλη μια ευφυέστατη και δυνατή στιγμή του δίσκου, τα διαμαντάκια της οποίας ξεπροβάλουν σιγά σιγά μέσα από τις διαδοχικές ακροάσεις. Τα "Sex Changes" και "My Alcoholic Friends" αποδεικνύουν την ικανότητα των Dresden Dolls να γράφουν μελωδίες με συμπαγή βάση και κανένα περιττό στολίδι.
Αν κοιτάξω την γυάλινη σφαίρα μου, βλέπω ότι οι Dresden Dolls έχουν δυο επιλογές. Η πρώτη είναι να συνεχίσουν ευλαβικά να συντηρούν το αυτοτροφοδοτούμενο σύμπαν τους. Η δεύτερη είναι να "ξεκολλήσουν" κάποια στιγμή από το ναρκισσισμό τού εφήβου και να συνειδητοποιήσουν την ενήλικη δύναμη που κρύβεται μέσα τους, με όλα τα ρίσκα που κάτι τέτοιο συνεπάγεται. Ό, τι και να κάνουν όμως στο μέλλον, με το "Yes, Virginia" εδραίωσαν για τα καλά τη θέση τους στη λίστα των συγκροτημάτων που καταλαμβάνουν μια κατηγορία από μόνα τους.
Κι όταν ακούω την ερμηνεία της Amanda στα τραγούδια "Me and the Minibar" και "First Orgasm", αναγνωρίζω έναν θηλυκό Peter Hammil εν τη γενέσει του. Λέτε αν συνεχίσει έτσι να έρθει η μέρα που η Amanda δε θα χρειάζεται όλο αυτό το make up για να τραγουδήσει; - Νάντια Πούλου
Tο κουκλόσπιτο των Dresden Dolls