Endlessly
Η λέξη που χρειάζεται κανείς περισσότερο, αν θέλει να μιλήσει για το δεύτερο δίσκο της Duffy, είναι το συγκριτικό "σαν". Τα πάντα, από την ερμηνεία ως την επιλογή των κομματιών, κι από την ενορχήστρωση ως τους στίχους, "όλο κάτι θυμίζουν" και ξέρουμε τι.
Και ναι μεν η βρετανική (blue-eyed) soul ξαναγεννήθηκε μετά την Amy Winehouse, η οποία άνοιξε το δρόμο στις Duffy, Adele και σία, αλλά τι γίνεται στη συνέχεια; Δεν αρκεί η αντιγραφή του ήχου των girl groups του '60 και η μίμηση του στυλ ντυσίματος της Μπριζίτ Μπαρντό. Φωνή έχει η Duffy, αναμφισβήτητα, αν και μερικές φορές ακούγεται σαν να έχει μανταλάκι στη μύτη. (Και δεν είναι η μόνη. Θυμηθείτε τη Madonna όταν λέει το Vogue). Αλλά θα πέσει φωτιά να μας κάψει αν συνεχίσουμε να την αποκαλούμε "καινούργια" Dusty ή Petula. Για να φτάσει κανείς την ερμηνεία της Dusty, χρειάζεται την ψυχή της Amy και τον τσαμπουκά της. Και παρότι έχει περισσότερο συναίσθημα από την άλλη "αποκάλυψη" της βρετανικής μουσικής βιομηχανίας, τη Joss Stone, δεν διαθέτει το συναισθηματικό ερμηνευτικό βάθος που απαιτεί η soul. Γι' αυτό ίσως μιμείται κατάφορα τη Ronnie και το ίνδαλμά της (κατά δήλωσή της), την ξεχασμένη και ιδιαίτερα αισθησιακή Bettye Swann.
Μια απορία, επίσης: πώς ενώ επιστράτευσε τον επαγγελματία τραγουδοποιό Albert Hammond, κατάφερε να βγάλει ένα δίσκο που στερείται παντελώς ομοιογένειας; Ενώ ο πρώτος δίσκος, το Rockferry, είχε ένα σκελετό, μια ταυτότητα, μια συνάφεια, το Endlessly διστάζει ανάμεσα στον ήχο των girl groups, στη λουστραρισμένη disco του τέλους των 70s, στη soul-pop και στην pop-μπαλάντα. Στο Well, Well, Well έχουν βάλει το χέρι τους ή μάλλον τη rhythm section τους, οι Roots, με στόχο (η Duffy, όχι οι Roots) το καινούργιο Mercy.
Εν γένει, ο δίσκος είναι αυτό που λέμε radio-friendly. Έχει το σουξεδάκι του (Well, Well, Well), τις μπαλάντες του (Don't Forsake me - θα μπορούσε να το λέει η Whitney), τα παλιομοδίτικα disco του (Keeping my Baby - σαν να ακούω την Anita Ward του Ring my Bell), τα καψούρικα του (Too Hurt to Dance - σαν συνέχεια του It's my Party).
Το Breath Away που ξεχωρίζει, δεν θυμάμαι τι μου θυμίζει. Και για να μη δαγκώσω τη γλώσσα μου και πάθω δηλητηρίαση, το τελευταίο κομμάτι, Hard for the Heart, μου φάνηκε γλυκύτατο και ωραία ερμηνευμένο - ίσως επειδή η Duffy δεν προσπαθεί να υπερβάλει τον εαυτό της, μιμούμενη τραγουδίστριες πολύ πιο πάνω από τις δυνάμεις της.