Closed
Τελευταία σου ευκαιρία να ανακαλύψεις το βρετανικό cult phenomenon των 90ς. Του Γιώργου Λεβέντη
Πιθανόν να ακούτε συχνά τελευταία για τους Earl Brutus και όχι μόνο λόγω αυτών των επανεκδόσεων. Όποιος έχει περάσει από διάφορες έγκριτες γωνιές του διαδικτύου τα τελευταία χρόνια, με αφορμή το ατέλειωτο revival των 90s, θα έχει δει το όνομά τους να αναφέρεται ανάμεσα σε αυτά που αδικήθηκαν, που θα έπρεπε να γίνουν κάτι παραπάνω. Ότι αδικήθηκαν, ξαναλέω, οι Earl Brutus. Τόσο ξέρουν, τόσο καταλαβαίνουν και τέτοια θα γράφουν όσο τους δίνεται χώρος να ασελγούν πάνω στις ιδεολογικές συντεταγμένες της βρετανικής ποπ, του σημαντικότερου δημιουργήματος του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα.
Ένα από τα ''αδικημένα γκρουπ'' του σωρού, λοιπόν, μέσα από τη γραμμή σκέψης που ξεκινάει την κουβέντα για την britpop από τις laddish γραφικότητες, τους Sleeper ή ακόμη χειρότερα το trad-rock κύμα των διάφορων Cast. Αυτά κατάλαβαν από αυτό που ξεκίνησε το 1993 όσοι προσπαθούν να φέρουν την ιστορία στα μέτρα τους και προφανώς νοσταλγούν την εποχή που ο κόσμος είχε να διαλέξει ανάμεσα σε Pearl Jam, Helmet, Alice In Chains από τη μία και Chapterhouse, Moose, Paris Angels από την άλλη. Και κάπως έτσι φτάσαμε να διαβάζουμε συνεχώς το τελευταίο δίμηνο την απορία "πώς έχασε ο κόσμος τους Earl Brutus";
Κανένας δεν έχασε τους Earl Brutus φυσικά. Όποιος έχει αγοράσει έστω και ένα μουσικό περιοδικό στη ζωή του μετά το 1996 (οποιασδήποτε εβδομάδας, οποιουδήποτε μήνα, οποιουδήποτε έτους) ξέρει ότι οι Brutus ήταν - σε αστείο βαθμό αν θέλετε τη γνώμη μου - το πιο αναγνωρισμένο καλτ σχήμα των 90s, ένα από τα γκρουπ που από τους κριτικούς και τους σύγχρονούς τους συνάντησαν (και ακόμη συναντούν) μόνο από υπερβολική συμπάθεια έως ανυποχώρητη λατρεία. Αυτοί που πραγματικά τους έχασαν είναι αυτοί που αναρωτιούνται στα τριαντακάτι τους γιατί δεν άκουγαν George Antheil στα δεκαπέντε, αυτοί που νιώθουν άσχημα για τους Sleeper, αλλά καμαρώνουν για τους Paw. Αυτοί τους έχασαν τότε, τους χάνουν και τώρα, ό,τι και αν νομίζουν.
Αν η ερώτηση είναι γιατί τους έχασαν τα τσαρτ η απάντηση είναι απλή. Γιατί ούτε στα τσαρτ άξιζαν αυτοί, ούτε και σε αυτούς τα τσαρτ. Γιατί έπαιζαν μουσική για νέους σαν μεγάλοι (όχι ώριμοι), γιατί δεν υποψιάστηκαν πως η βρετανική μουσική είναι σημαντική όταν είναι σέξι και arty, γιατί νόμιζαν ότι αυτοσαρκάζονταν όταν αυτογελοιοποιούνταν, γιατί υπάρχουν εικοσιτέσσερις έξυπνοι τρόποι να δώσεις ψυχή στα γκλαμ ριφ και αυτοί κατάφεραν να βρουν τον έναν που τους την αφαιρούσε. Είναι ξεχωριστοί όχι επειδή αυτά ξαφνικά δεν ισχύουν, αλλά επειδή είναι το μόνο βρετανικό γκρουπ των 90s που έπαιξε καλά rawk χωρίς να χρειαστεί να το κρύψει. Διόρθωση. Είναι το μόνο βρετανικό γκρουπ γενικά.
Είχαν πανκ ριφ, αλλά ούτε ίχνος μουσικής πανκ ψυχής, ανεξάρτητα από το τι λέγεται. Με το καλό πανκ του 77-80, το πανκ που μετέφερε την art-school φινέτσα στις μάζες, το πανκ που ήταν ποπ μουσική, το μόνο τελικά πανκ που μετράει, δε θα μπορούσαν να έχουν καμία σχέση. Μεγαλόφερναν και στη μουσική επικίνδυνα και αν είναι ξεχωριστό γκρουπ δεν συμβαίνει επειδή αυτό συγχωρείται, αλλά επειδή κατάφεραν να υπερβούν την "πριν το ανέκδοτο" κατάσταση ενεργοποιώντας έναν ψυχολογικό μηχανισμό που πήγαινε πέρα από τα ριφάκια. Είναι το μόνο συγκρότημα μετά τους U2 του 81 που κατάφερε να παίξει κλασικό ροκ με εφευρετικό τρόπο χωρίς κανείς να το καταλάβει και χωρίς να έχουν τα παραμικρά μουσικά εφόδια για αυτό. Αυτό τους κάνει ιδιαίτερους.
Τα δύο τους άλμπουμ είναι ξανά μπροστά μας και ακούγονται όπως τότε. Το Your Majesty...We Are Here (9), τότε και τώρα, ένα από τα καλύτερα ντεμπούτα των 90s. Το Tonight You Are The Special One (6), τότε και τώρα, κατά το ήμισυ ένα αβέβαιο βήμα εντός τους και κατά το ήμισυ παντελώς άχρηστο. Τότε και τώρα, εξαιρετικά βρετανικά με τον δικό τους τρόπο, τότε και τώρα με τον τρόπο αυτό να βρίσκει τα όριά του πριν τη στιγμή που πρέπει.
Τα τραγούδια σήμερα ακούγονται όπως τότε, τραγούδια ενός γκρουπ καταραμένου. Ξέραμε ότι ήταν καταραμένοι πολύ πριν ο Sanderson αφήσει αυτόν τον κόσμο. Ξέραμε ότι κανείς δεν παίζει pub-rock με την πεποίθηση της αβεβαιότητας, όλοι το παίζουν με τη συνείδηση της μετριότητας. Κάπου μέσα σε αυτά τα δύο άλμπουμ, ανάμεσα στους μπερδεμένους T. Rex, στους ηλεκτρονικούς ανθυποπειραματιστές και στο μοναδικό γκρουπ των 90s που αν αποσυναρμολογήσεις θα δεις το γονίδιο των Fall, κάπου εκεί βρίσκεται μια φωνή που ξέρει ότι βιάστηκε να μεγαλώσει και ακόμη χειρότερα ξέρει ότι μεγάλωσε καλά.
Αλλά το "Navyhead" είναι ακόμη το κομμάτι που κάποτε σήκωσε την ψυχή σου μαζί με το άλμπουμ. Το "Male Milk" έχει ακόμη εκείνη την ακαθόριστα γελοία αυτοπεποίθηση που έζησαν όσοι διηγούνται τα σουρεαλιστικά λάιβ τους. Το "Curtsy" μέσα στην τρισχαριτωμένη αθωότητα και ανολοκλήρωτη πορεία του κρύβει περισσότερο αβίαστο και δομικό πειραματισμό από αυτόν που μας πασάρουν όσοι ηχογραφούν βρύσες που τρέχουν για να βγάλουν από μέσα τους το ότι κάποτε έπαιζαν το Creep στις πισίνες του ΜΤV μέρα μεσημέρι δίπλα στους Stone Temple Pilots.
Στα έξτρα βρίσκουμε είτε κρυμμένα διαμαντάκια όπως το "North Sea Bastard" είτε διάφορα άχρηστα ρεμίξ (με εξαίρεση την εκδοχή του Alan Vega στο "On Me Not In Me"). Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Το θέμα είναι πως οι Brutus γεννήθηκαν και χάθηκαν στην ίδια ακριβώς ηλικία, πως στις καλές τους στιγμές έπαιξαν το ροκ εντ ρολ ολοκληρωμένο κατά τα 3/4 όπως πρέπει στο καλό ροκ εντ ρολ και παραμένουν ό,τι και τότε, ούτε δράμι κάτι καλύτερο. Οι Oasis ήταν καλύτεροι Slade από όσο οι Brutus και οι Brutus καλύτεροι Slade από όσο ήταν οι Slade.
Τους ξαναέβαλα σπίτι μου, ενώ δεν είχα την υποχρέωση. Τους ξανάκουσα για πρώτη φορά μετά το "Larky" (το οποίο βρίσκεται και εδώ) και έκανα το χρέος μου. Συνεχίζω να μην μπορώ να πάρω τη μουσική τους "προσωπικά" και όσοι νομίζουν ότι θα το κάνουν με καθυστέρηση πρέπει να καταλάβουν ότι είναι αργά. Όχι τώρα, και τότε. Από την πρώτη τους νότα ως και την τελευταία οι Earl Brutus έπαιξαν μουσική για να μας κάνουν να πιστέψουμε πως για όλα είναι αργά. Λένε ψέματα και λέγοντας ψέματα γίνονται η σπουδαία βρετανική μπάντα που δεν είναι.