Τελικά φαίνεται πως οι Edison Woods επέλεξαν να βαδίσουν τον ανοιχτό δρόμο. Έχοντας ακούσει το ομώνυμο ντεμπούτο τους album πριν λίγα χρόνια, το πρώτο που διαπιστώνω σε αυτή τη δεύτερή τους δουλειά είναι ένα άλμα προς την ωριμότητα και αυτό που αρεσκόμαστε να λέμε κοφτά ως ταυτότητα.
Αν και τα όργανα που χρησιμοποιεί η μπάντα δεν έχουν αλλάξει - πιάνο, βιολί, τσέλο, κιθάρα, τύμπανα, μπάσο είναι τα κύρια που διαβάζουμε ξανά στο ένθετο - ακόμη και αν οι lo-fi ενορχηστρώσεις παραμένουν λίγο-πολύ ίδιες, όπως και το νωχελικό, αργό tempo, η γραφή στα νέα τους τραγούδια είναι σαφώς περισσότερο γεμάτη, σύνθετη και ίσως αρκετά κοντά στο να την πούμε sophisticated.
Η Julia Frodahl, η front-woman που οδηγεί αυτό το σεπτέτο από το Brooklyn της Νέας Υόρκης έχει ξεφύγει κατά πολύ των ψιθυριστών μουρμουρητών στη σκιά της Mimi Goese του παρελθόντος και βγαίνει πλέον μπροστά πιο σίγουρη, εξωτερικεύοντας με τις πρόσφατες ερμηνείες της συναισθήματα βαθιά, όσο και ωμά από μια πλευρά, που ως χρωματισμοί πιάνουν ένα εύρος από την Margo Timmings, την Chan Marshall, τους Cocteau Twins και φτάνουν στην Laurie Anderson.
Υπό αυτές τις συνθήκες δεν είναι καθόλου περίεργο που στο 'Brooklyn Flowers', το τελευταίο τραγούδι του cd, μπαίνει ο Simon Raymonde με την κιθάρα του. Οι Edison Woods από την πληθώρα των αμερικάνικων συγκροτημάτων του σήμερα είναι από εκείνα τα λιγοστά για τα οποία μπορούμε πλέον να πούμε πως τραβούν το ίδιο, παλιό ονειρικό μονοπάτι στις ψευδαισθήσεις που κάποτε άνοιξαν με κόπο τύποι σαν αυτόν. Τόσος αγώνας για τις περιορισμένες θέσεις στην pop dreamland!
Θα σταθώ και σε δύο ακόμη φυσιογνωμίες που συμμετέχουν στο 'Seven Principles Of Leave No Trace', αφού διαπιστώνω πως συνέβαλαν σημαντικά σε αυτό που ακούμε ως ηχητική πιστότητα πια. Αναφέρομαι στους Alan Weatherhead και Mark Van Hoen, αμφότεροι με σημαντικό έργο από τις θέσεις του μηχανικού ήχου και του παραγωγού (για τον Mark Van Hoen αξίζει να αναφερθώ σε ένα πολύ καλό ηλεκτρονικό album του στην Touch πριν λίγα χρόνια, αλλά και στους Locust). Οι δυο τους και ακριβώς από τις ίδιες θέσεις έκαναν ένα μικρό θαύμα στις παρούσες ηχογραφήσεις.
Το album έχει αρκετά περιεκτικά και όμορφα τραγούδια. Μερικές αισθαντικές, περήφανες εξομολογήσεις πάνω σε ένα στρώμα από έγχορδα και πιανιστικούς ήχους. Του λείπουν βεβαίως οι εκρήξεις, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις επανέρχεται στα ίδια μοτίβα. Το 'Secrets' που ανοίγει το δίσκο, μαζί με τα 'Shirts For Pennies', 'Fiction' και 'Like A Jewel' είναι από τα πιο ολοκληρωμένα τραγούδια που κατάφεραν να γράψουν οι Edison Woods μέχρι σήμερα.
Και επειδή αυτή η ομάδα έχει αναπτύξει μια γενικότερη δραστηριότητα, δίνοντας διάφορες art performances, οι οποίες δεν είναι αυστηρά μουσικές, δεν είναι να απορεί κανείς και για το εξαιρετικό artwork, πάνω σε πίνακα της Carla Gannis, που κοσμεί το εξώφυλλο. Το μαύρο φτερό όμως στην πλάτη της θήκης του cd (ναι, είναι αληθινό!) δεν το περιμέναμε ποτέ.
Τελικά, κάτω από αυτόν τον υπέροχο τίτλο-αυταπάρνηση, το 'Seven Principles Of Leave No Trace', είναι ένα σύγχρονο παραμύθι, μια μυθοπλασία, κάτι που έχει ως σκοπό να καταργήσει έστω και προσωρινά (σαράντα έξι λεπτά διαρκεί εξάλλου), τη βαρύτητα της ζωής, όταν ο άνθρωπος δεν έχει όσα πραγματικά θέλει. Και τότε η έλλειψη πλουραλισμού και η μονοτονία που υπάρχουν εδώ γίνονται τόσο ανεκτά, όσο και σε ένα φωτογραφικό άλμπουμ των αρχών του αιώνα.