Losing sleep
Και (επ)έζησε αυτός καλά κι εμείς καλύτερα. Της Χίλντας Παπαδημητρίου
Όπως λένε οι (χοντροί και αδύνατοι) αστρολόγοι στην τηλεόραση, 'υπάρχουν οι μεγάλοι καρμικοί έρωτες' (Neil, Bob, Tom, Lenny), αλλά υπάρχουν και οι 'άλλοι, οι πιο απλοί αλλά δυνατοί έρωτες για τους μουσικούς της διπλανής πόρτας'. Σ' αυτούς τους δεύτερους εντάσσεται ο Edwyn Collins, ο σκοτσέζος τραγουδιστής/κιθαρίστας και ιδρυτικό μέλος των Orange Juice, οι οποίοι στη macho δυναμική του punk, αντέταξαν κάποτε ένα κεφάτο μείγμα από pop και blue-eyed soul. Όταν οι Orange Juice το διέλυσαν, στα μέσα της δεκαετίας του '80, τα μέλη τους μπόλιασαν την ανερχόμενη τότε σκηνή της σκοτσέζικης pop (π.χ., Aztec Camera), η οποία ονομάστηκε Σχολή της Γλασκόβης. Ο Collins δυσκολεύτηκε να υλοποιήσει τις ελπίδες των εταιρειών δίσκων, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι στερούταν ταλέντου ο ίδιος - αλλά ότι οι εταιρείες ως συνήθως δεν έβλεπαν πέρα από τη μύτη τους. Για μια δεκαετία, ο Collins ασχολήθηκε με την παραγωγή δίσκων (Proclaimers, Rockingbirds, Cribs), έως ότου η μικρή ανεξάρτητη βρετανική Setanta του έδωσε την ευκαιρία να ηχογραφήσει το Gorgeous George. Έκτοτε, ο Collins ξαναμπήκε στο χάρτη της ανεξάρτητης σκοτσέζικης pop.
Και όλοι θα ζούσαν καλά και ο Collins καλύτερα, αν το 2005 δεν πάθαινε διπλή εγκεφαλική αιμορραγία. Με σκοτσέζικο πείσμα και τη βοήθεια μερικών φίλων, κατάφερε να ολοκληρώσει το ήδη ηχογραφημένο Home Again, το οποίο κυκλοφόρησε το 2007 και είχε μια αρκετά dark ατμόσφαιρα. Το φετινό του άλμπουμ, Losing Sleep, είναι ο παλιός καλός Edwyn, στα καλύτερά του. Κι εδώ έχουν βάλει το χεράκι τους κάποιοι παλιοί φίλοι και μαθητές του, όπως ο Alex Kapranos και ο Nick McCarthy (Franz Ferdinand), ο Roddy Frame (Aztec Camera), οι Drums, και δύο εκ των Cribs, o Ryan Jarman και κάποιος κιθαρίστας ονόματι Johnny Marr. Μάλλον ξεπληρώνουν όλα όσα έμαθαν από τον Collins, όταν ξεκινούσαν και οι ίδιοι. (Κάπου διάβασα, ότι η ειρωνική και ενίοτε πεισιθάνατη στιχουργική του Collins, αποτέλεσε τη βάση πάνω στην οποία πάτησε ο Morrissey).
Το Losing Sleep είναι μια επιστροφή σ' έναν καθαρό punk-rock ήχο, με τις έξοχες κιθάρες να σε παρασύρουν να σηκωθείς και να χορέψεις για τη ζωή που συνεχίζεται. Και μπορεί οι στίχοι του Collins σε μερικά σημεία να είναι οδυνηρά ρεαλιστικοί, όπως στο ομώνυμο Losing Sleep (το οποίο ξεκινάει με υπέροχα τύμπανα), αλλά ούτε για μια στιγμή δεν νιώθεις οίκτο γι' αυτόν. Δεν σου το επιτρέπει, παρότι και ο ίδιος αναρωτιέται What is my Role?, χωρίς να το βρίσκει. Η φωνή του Collins μερικές φορές τον προδίδει ελάχιστα, κυρίως στην άρθρωση των λέξεων, κι εκεί μπαίνουν στη μέση τα φιλαράκια του και προσθέτουν ένα ρεφρέν που ολοκληρώνει το κομμάτι με ιδανικό τρόπο (Do it Again).
Αυτό που κάνει το άλμπουμ να ξεχωρίζει σαν διαμάντι μέσα στην πιο πρόσφατη παραγωγή, είναι η ικανότητα του Collins να συνδυάζει τον αστραφτερό κιθαριστικό ήχο με διαυγή φωνητικά (εδώ μπαίνει η blue-eyed soul παράδοση) και μια στιχουργική ειλικρίνεια η οποία ανάγεται στον Hank Williams. Δεν προσπαθεί να κρύψει τίποτα, δεν μασκαρεύει τίποτα, δεν ικετεύει τίποτα. Ζήτω οι αδάμαστοι Σκοτσέζοι!
Στα υπέρ, το καταπληκτικό εξώφυλλο που αδικείται στο cd` εδώ χρειάζεται η έκταση του χάρτινου εξωφύλλου του βινυλίου, για να παρατηρήσει κανείς τα διάφορα είδη ωδικών πτηνών της βρετανικής πανίδας.