"...for Fundacao Serralves", αν θελήσουμε τον τίτλο πλήρη.
Ουσιαστικά το παρόν cd δεν είναι τίποτα άλλο, παρά μόνο το μουσικό μέρος ενός πολύτεχνου έργου, για το οποίο εργάστηκαν ακόμη ο αρχιτέκτονας Nikolaus Hirsch και ο γραφίστας Michel Muller. Πρόκειται για μια ευρύτερη εικαστική παρέμβαση που έλαβε χώρα στο πάρκο του μουσείου Serralves στο Porto της Πορτογαλίας, όπου η, πενταμελής συνολικά, γερμανική καλλιτεχνική ομάδα ανέλαβε να αναδιαμορφώσει τις παραμέτρους, να σπάσει τους αισθητικούς κόμπους (και φραγμούς) και να επεκτείνει τις συνθήκες των τριών διαστάσεων σε ένα σχεδιασμό που η αρχιτεκτονική, τα graphics και η μουσική θα παρείχαν μια διαφορετική δομή της νοούμενης γεωμετρίας.
Όταν ο Eric Salzman έγραφε για τα multi-media και το μουσικό θέατρο, αναφερόταν, ήδη από το 1967, σε μια τέχνη του περιβάλλοντος "...με το να περιέχει πολλαπλές αισθητικές εντυπώσεις" και "...για μια σύγχρονη εκδοχή της παλιάς αντίληψης για το 'ολικό θέατρο' αλλά αντί να χρησιμοποιεί κλειστές, δραματικές μορφές, προεκτείνεται στο χρόνο και στο χώρο σε ένα συνεχές". Ό,τι εγκαταστάθηκε στο Serralves προς αυτές ακριβώς τις θεωρήσεις κατευθύνθηκε.
Τα εγκαίνια, το επίσημο άνοιγμα δηλαδή, του πάρκου έγιναν στις 27 Σεπτεμβρίου 2003. Δύο μήνες νωρίτερα, στις 16 & 17 εκείνου του Ιουλίου, οι Ekkehard Ehlers, Joseph Suchy και Franz Hautzinger είχαν ήδη ηχογραφήσει στο στούντιο Pithopraxis στην Κολονία το μουσικό μέρος, με μηχανικό ήχου τον Markus Schmickler. Είναι ό,τι ακούμε στο παρόν cd, πέντε άτιτλα, ειδικότερα, θέματα - για laptop, ηλεκτρική κιθάρα και τρομπέτα. Η μουσική, όπως και το συνολικό πολύτεχνο, έχει σκοπό να παρέμβει, και όντως παρεμβαίνει.
Ο Ekkehard Ehlers είναι πολύ καλός χειριστής. Τον φαντάζομαι να τρέχει το δάκτυλό του πάνω στο touchpad και να βγάζει μέσα από αυτή τη, φαινομενικά μηχανιστική, διαδικασία τη θεμελιακή δομή του 'Soundchambers' - δημιουργώντας ένα παραισθητικό, εκτενές υπόβαθρο. Χρησιμοποίησε "source material" από ηχογραφήσεις για πιάνο του Adam Butler (προσφάτως έγραψα γι’ αυτόν στη στήλη) και θορύβους που κατέγραψε ο Alexander Konig σε heating rooms (!) στη Στουτγάρδη. Πάνω σε αυτό το υπόστρωμα χτίζουν οι άλλοι δύο, οι οποίοι γεφυρώνουν το μέχρι στιγμής άκρατο του τεχνολογικού, με τους ήχους από δύο όργανα με φυσικότερη υπόσταση. Οι κιθάρες του Joseph Suchy επεκτείνουν ακόμα περισσότερο τη διαχυτικότητα του έργου, δίνοντάς του μια χαλαρή droning ατμόσφαιρα, την ίδια στιγμή που οι φράσεις, σαφέστατα με jazz καταβολές, της τρομπέτας του Franz Hautzinger αναλαμβάνουν να το προσγειώνουν, όταν ξεφεύγει σε επικίνδυνο βαθμό, στον απτό, γήινο κόσμο, απαλλαγμένο των συχνοτικών θορύβων.
Το 'Soundchambers' δεν είναι εύκολο έργο. Αντιθέτως. Εντούτοις όμως είναι ανέλπιστα ρευστό και δείχνει το πώς τελικώς ο αυτοσχεδιασμός και η συνεύρεση της σύγχρονης τεχνολογίας με τις παραδοσιακές παραμέτρους αποκτούν σημασία και μπορούν να συνυπάρξουν.
Είναι που πλέον στα συστατικά του το αυτοσχεδιαστικό τρίο απέκτησε και ένα άλλο, του ηλεκτρονικού χειρισμού; Όπως και αν έχει, το computer, το οποίο κάποιοι επιμένουν να αμφισβητούν αν είναι τόσο αστραπιαίο ώστε να πιάσει τη στιγμή, εδώ δένει με μια κιθάρα και μια τρομπέτα και, το σημαντικότερο, από αυτό το πάντρεμα βρίσκουν οδούς να βγουν τα ανθρώπινα αισθήματα και οι διαθέσεις των μουσικών που τα κινούν. Η όποια δυσκολία αφορά αποκλειστικώς στην κατανόηση.
Όσοι βρήκαν αρεστά τα πρόσφατα, πειραματικά, albums των The Loop Orchestra και Paul Wirkus θα βρουν το ‘Soundchambers’ αρκούντως γοητευτικό και ίσως ανώτερο. Όπως εγώ. Τουλάχιστον...