Build a rocket boys!
Μεταφερόμενοι προσεκτικά μπρος - πίσω στα στάδια της εξελικτικής πορείας των Elbow, θα εντοπίσουμε σεβαστό πλήθος συνθέσεων που ικανοποιούν προϋποθέσεις και περιορισμούς ποιότητας. Η δαντελένια ερμηνευτική προσέγγιση του τραγουδιστή τους Guy Garvey σε περίμενε υπομονετικά να πιέσεις το play και η υπόλοιπη μπάντα έπλαθε ένα λυρικό πλέγμα για να την περιβάλλει. Έτσι, το κουιντέτο με απαρχή το Asleep In Black του 2001 κατάφερε να δημιουργήσει έναν αναγνωρίσιμο ηχητικό πυρήνα που άλμπουμ με το άλμπουμ αποκαλύπτονταν όλο και πιο αυθόρμητα. Το προ τριετίας The Seldom Seen Kid ήταν ότι πιο πολύπλευρο δομικά είχαν δοκιμάσει, μεγαλοπρεπές μέσα στις πνοές της ορχήστρας που εκτελούσε τις ευφορικές μελωδίες τους, ασφυκτικά γεμάτο με ατόφιο ρομαντισμό που ευνοούσε τις art rock επιδιώξεις τους και ευέλικτο ενορχηστρωτικά, αν αναλογιστείς ότι περιείχε και τραγούδια αμιγώς κιθαριστικής φύσης σαν το "Grounds For Divorce".
Ένας κύκλος δέκα χρόνων δισκογραφικής έκθεσης συμπληρώνεται, αλλά δεν κλείνει με το φρέσκο Build A Rocket Boys!. Με μια επιλογή των παρελθοντικών τους συνηθειών σκαν στο 2011 και δεν λένε να εγκαταλείψουν την οικειότητα που τους προσέφερε χρόνια τώρα το μελαγχολικό ύφος και οι εύθραυστες ατμόσφαιρες. Τους ενέταξαν κάποτε στο post britpop ρεύμα, απ' το οποίο μόνο με τους Doves επέπλευσαν κι έμειναν στην επιφάνεια, ενώ κάτι περιπτώσεις τύπου Keane πνίγηκαν με τις ευλογίες του πομπώδους μελοδραματισμού και της εφήμερης αναγνωρισιμότητας. Στην πορεία απέκτησαν κι άλλες εναλλακτικές οδούς, που φωταγώγησαν τις προοδευτικές 70's καταβολές τους, οι οποίες δεν ξεχνούν να τρυπώσουν στο νέο τους άλμπουμ και μάλιστα σε παρατεταμένη εμφάνιση. Παρόλα αυτά, εξακολουθώντας να θεμελιώνουν τον ήχο τους πάνω στο crooning του Garvey και εμπιστευόμενοι με κλειστά τα αυτιά τα χαρίσματα των φωνητικών του χορδών, εγκλωβίζονται σε ένα έντεχνο μεν, δίχως πολλές διαφορετικές καταλήξεις δε στυλ. Το "The Night Will Always Win" αποκρυσταλλώνει αυτή τους την μονομερή προσέγγιση. Στις πλάτες του Garvey και φύγαμε λοιπόν.
Οι Elbow πασχίζουν ξανά να ακουστούν πειστικοί εν μέσω μεγαλόπνοων ηχογραφήσεων. Τα χορωδιακά μέρη που καταλαμβάνουν υπολογίσιμο κομμάτι της πίτας, ενίοτε προκαλούν χασμουρητό ("The Birds", "The River"), μη πριμοδοτώντας το υλικό με ένα ισχυρό θέλγητρο για εκείνους που προτιμούν τις "μικρές" στιγμές κι όχι τις κατ' ανάγκη "μεγάλες". Απουσιάζει, εμφανέστατα, μια σπίθα που θα πυροδοτούσε το ενδιαφέρον μερίδας κοινού, η οποία δεν αρκείται στην θαλπωρή τραγουδιών σαν το ακουστικό "Jesus Is A Rochdale Girl", μια τζαζ-φολκ μπαλάντα που στέκεται επίμονα σε ένα περιορισμένο μοτίβο, ή το "With Love" που ξεχειλώνεται σε τέσσερα μόλις λεπτά. Αφήστε που τo choir reverb που στάζει μέλι, όπως στο "Lippy Kids", πάσχει από έλλειψη μελωδικού υποβάθρου.
Μονάχα όταν θυμούνται τις indie pop εκλάμψεις τους συγγράφουν στρωτά κομμάτια με άρτια ρυθμική βάση και πλοκή, όπως το "γυάλινο" κλασικίζον "Open Arms" με τον εμβατηριακό βηματισμό και την απίστευτη έκρηξη αρμονιών. Από κοντινή θέση γνέφει η post punk επέμβαση ενός εντυπωσιακά μελωδικού συγκερασμού πιάνου-κιθάρων που κορυφώνεται, ονόματι "Neat Little Rows". Τις κιθάρες τις ανασύρουν απ' το πηγάδι του κορυφαίου Leaders Of The Free World που παρ' ολίγο να λησμονήσουμε. Συνυπολογίζοντας και το "High Ideals" στο μέτρημα, καταλήγουμε αναντίρρητα στην τριάδα που μάταια προσπαθεί από μόνη της να δικαιολογήσει τις αξιώσεις του γκρουπ απ' το ευλογημένο καλλιτεχνικά Μάντσεστερ.
Δεν χρειάζεται οι Elbow να έχουν υπό την κυριαρχία τους το νήμα που ενώνει το χθες με το σήμερα, ώστε να τους πιστωθεί μια σημαντική συμβολή στα όσα διαδραματίζονται στο σύγχρονο μουσικό στερέωμα. Πρέπει να συνεχίσουν να προνοούν για τραγούδια με βάθος, που μάλλον χάθηκαν στο δρόμο και δεν επισκέφθηκαν ποτέ την καινούργια τους δουλειά. Με το καλό ας έρθει η επόμενη. Θα περιμένω, ώσπου να θυμηθώ, θα περιμένω...