Έξι χρόνια, δέκα μήνες και δέκα μέρες μετά εκείνο το δήθεν άλλοθι των όσων καταψήφισαν το "Asleep In The Back", οι οποίοι βρήκαν την ισχύ του επιχειρήματος ότι οι τότε Elbow ήταν "σαν Radiohead" κατά τύχη βολική, κι ήρθε η στιγμή να κοπεί κάθε πλαστός λώρος. Στην παρανόηση της κεκτημένης ταχύτητας δεν αντιλήφθηκαν (ή δεν ήθελαν) το πόσο nineties μπορούσε να ακουστεί ένας δίσκος των zeros, καθότι η δεκαετία των μεγάλων ελπίδων μόλις είχε μπει κι αυτό ήταν επαρκές. Σήμερα, που είναι τοις πάσι γνωστό ότι τα zeros δεν είχαν ταυτότητα κι ίσως και να μην έχουν μέχρι και το παρά ένα της λήξης τους, άλλαξαν και τα στάνταρτ προβιβασμού. Οι Elbow έρχονται απ' το Μάντσεστερ, λοιπόν. Οι ρίζες τους φτάνουν στο 1991. Είδαν την προηγούμενη δεκαετία στο σύνολό της να περνάει, και λίγα είχαν να κάνουν με την αγγλική επαρχία, και δη την Οξφόρδη. Για τις νεφρόπιτες, δεν ξέρω.
Στο καινούργιο τους "The Seldom Seen Kid" δεν παίζουν τίποτα που δεν έχει ξανακουστεί, και τίποτα που δεν έχουν ξαναπαίξει οι ίδιοι. Τότε πώς καταφέρνουν και δίνουν ένα δίσκο τόσο διαφορετικό επί της αρχής απ' το ντεμπούτο τους του 2001; Το οποίο παρεμπιπτόντως είναι στα άλμπουμ των 00s με υψηλότατο πλέον value, τέλειο δίσκο έτσι κι αλλιώς κανένας δεν κατάφερε να γράψει. Και πώς πετυχαίνουν το καλύτερο σετ τραγουδιών μετά το "Asleep In The Back", συνεσταλμένο και μεγαλωμένο συνθετικά, με δυνατές μελωδίες, πολύ καλές ερμηνείες από τον Guy Garvey, εμφατικά τραγούδια, αλληλεπιδραστικά, με ελεύθερη, αιολική αφή... Και βεβαίως δεν μπορείς να πιστέψεις ότι αυτά ήταν τα δεδομένα που έκαναν τη διαφορά στο τέταρτο cd του συγκροτήματος και δεν την έκαναν στο δεύτερο ή στο τρίτο. Ακόμα κι εκείνη η χιτσκοκική αγωνία με το "Cast Of Thousands" ότι θα το ρίξουν το καράβι στα βράχια να τσακιστεί, είναι σαν να μη συνέβη ποτέ, σαν να μην άφησε κατάλοιπα φοβίας. Η συνταγή σιγουρεύτηκε, η τριβή απλά την έδεσε καλύτερα δηλαδή κι όχι τυχόν άλλες ανατροπές ή αφυπνήσεις, τέτοιες δεν υπάρχουν. Η απόφαση ας πούμε να επιμεληθεί την παραγωγή και μίξη ένα μέλος της μπάντας, ο πληκτράς Graig Potter, φαντάζει υπό τις παρούσες συνθήκες ως μία απ' τις αποφάσεις ωριμότητας, καταλάβατε. Θα μπορούσε εντούτοις να 'χει έρθει και νωρίτερα, δεν την εμπόδιζε κάτι.
Με τους Elbow του "The Seldom Seen Kid" ασφαλώς και συμβαίνει το δραστικό. Που ατόφιο μεταγγίζεται στο δημιούργημά τους. Κάτι που είναι επικό αλλά όχι πομπώδες, παραδίδοντας μάθημα του τρόπου να ενορχηστρώνεις μαζί με τον πυρήνα των βασικών οργάνων και τρία έγχορδα, ακριβώς διπλάσια πνευστά και πέντε νοματαίους στα backing vocals που για την περίσταση τους βαφτίζεις με το αίμα σου, Elbow Choir, και να παίζεις συνεχώς με την κόψη του επιζήμιου αλλά και κάθε φορά να τη γλιτώνεις με ελαφρούς μώλωπες.
Ο δίσκος δεν ξεκινάει με εισαγωγικές ψευδοφλυαρίες: το opening track "Starlings" δίνει απευθείας όλη τη δημιουργική φόρμα και δείχνει πεντακάθαρα τις προθέσεις, που λίγα τραγούδια μετά ("The Bones Of You", "Grounds For Divorce", "Some Riot") είναι ήδη αισθητές σαν βεγγαλικά τη νύχτα. Κι ολοκληρώνονται κάπου στο ενδιάμεσο, στα εξαιρετικά "An Audience With The Pope" και "The Fix". Στο τελευταίο συμμετέχει συνθετικά, ερμηνευτικά και εκτελεστικά ο Richard Hawley, κίνηση που μάλλον τον ίδιο τον Hawley εξυψώνει αφού σαν τραγούδι είναι καλύτερο από ολόκληρο το δικό του περσινό "Lady's Bridge". Δόλωμα; Αθόρυβο πάντως, απ' τον Richard Hawley δεν περίμενα να 'ναι δεινός ψαράς.
Η ποπ των zeros είναι ένα παιχνίδι για πολλούς. Τεράστιο, που είσαι αναποτελεσματικός αν πας να το παίξεις επακριβώς και κατά γράμμα με τους κανόνες, τη στεγνή φαντασία. Οι Elbow του 2008 επιβεβαιώνουν ότι κάτι άλλο έφταιγε και το "The Seldom Seen Kid" δεν ήρθε δεύτερο στη δισκογραφία τους, αλλά δύο νούμερα μετά. Ένα ή πολλά, ποιος ξέρει. Αλλά και ποιος νοιάζεται. Όλα μπορεί να είναι ή να γίνουν ελεγκτέα, η έμπνευση κι ένας πολύ καλός δίσκος όμως, όχι. Ακόμα τουλάχιστον...
Lend an ear to: The fix