Different Sun
Αξιοπρόσεκτοι για το χαρακτηριστικό που τους διαφοροποιεί από τους υπόλοιπους της κατηγορίας. Του Γιώργου Λεβέντη
Το να μην έχεις όρεξη να ασχοληθείς με έναν ακόμη γενικής ψυχεδελικής χρήσης δίσκο με space κιθάρες και post-post-shoegaze πόζα επειδή σου θυμίζει το ένα τρίτο των άλμπουμ που κυκλοφορούν δεν έχει πρακτικό νόημα. Αν αποφασίσεις ότι επίσης βαρέθηκες να ασχολείσαι και με το ένα τρίτο που περιλαμβάνει τους ωριαίους, χαλαρούς, παρα-λίγο-avant, dance-rock kraut-ίζοντες δίσκους ή το τελευταίο τρίτο που απαρτίζεται από τις psych-folk δημιουργίες πόση μουσική μένει να βρεις το 2016;
Ασχολούμεθα, λοιπόν, με την ελπίδα και τη μοναδική απαίτηση ο υποψήφιος δίσκος να είναι καλός. Δεν υπάρχουν και πολλά άλλα να ζητήσεις εξάλλου. Δε ζούμε σε καιρούς που τα γκρουπ θα απασχοληθούν με το να εντοπίσουν τα σημεία σύνδεσης που εξυψώνουν την κιθαριστική μουσική. Σύνδεση ανάμεσα στη σύλληψη και τη δημιουργία, στο κοινό και την ιστορία που εμφανώς συμπιέζεται προς χάρη της τεχνικής λυσιτέλειας, γέφυρες ανάμεσα στο ρετρό στοιχείο της pop και τη διάθεση εξερεύνησης όχι πέρα, αλλά μαζί με τα συστατικά του. Δεν είναι τωρινό το φαινόμενο, το ζήσαμε σε σημαντικότερες περιόδους και με πιο ενδιαφέρουσες αφορμές- όπως τότε που δεν εξήγησε κανείς στους Royal Trux ότι δεν μπορείς να είσαι avant-garde slacker- στα 2010s απλά φτάσαμε στο λογικό συμπέρασμα. Ο καθείς δικαιούται να σκέφτεται "πώς βγάζουν λεφτά οι Tame Impala και όχι εγώ" και τα γκρουπ που το σκέφτονται έχουν φτάσει όπως φαίνεται να αποτελούν ξεχωριστό genre.
Για γενικής χρήσης ψυχεδέλεια μίλησα παραπάνω και αυτό γενικά είναι κάτι που τα τελευταία χρόνια δε μου αρέσει. Και Barrett και κατοπινοί Floyd, και Αγγλία και Δυτική Ακτή, και 60s και 60s μέσω 90s. Άλλο πράγμα η περιεκτικότητα, άλλο ένα άμορφο αφρολέξ που χρησιμοποιείται μηχανικά από μέτριους μουσικούς. Μου αρέσουν ωστόσο τα καλά γκρουπ και οι Νορβηγοί είναι αρκετά καλό γκρουπ.
Κατά τη διάρκεια των εφτά τραγουδιών θα σου έρθουν στο μυαλό γύρω στα τριάντα ονόματα, από Can και Neu! μέχρι 70s Floyd και Black Angels. Πολλές φορές οι επιρροές ακούγονται μπερδεμένες και όχι πάντα ευθύγραμμες κάτι που δίνει στο δίσκο το πλεονέκτημα της φρεσκάδας. Συχνά η αίσθηση μεταβιομηχανικών Κing Crimson διαπλέκεται με φάνκι ψυχεδέλεια που παραπέμπει σε Βόρεια Αγγλία circa 1990. Τα "Mercury Rise" ( ένα πλιάτσικο στο ''Get It On'' των T. Rex που θα έκανε και τον Νοel να ντραπεί) και "Never Fade Away" (για το οποίο θα πάρουν και ένα έξτρα 0,5 στο τέλος) δείχνουν διάθεση να προσεγγίσουν τα τραγούδια και πέρα από τις progressive συμβάσεις.
Όχι και τόσο καλύτερο, λοιπόν, από το έγκριτο ντεμπούτο τους, αλλά σίγουρα ένα βηματάκι μπροστά. Με την εξαίρεση του "Part One" που κατορθώνει το αδύνατο, να θυμίσει Dark Side Of The Moon και να είναι βαρετό όχι λόγω αυτού, αλλά από μόνο του, δεν υπάρχει κάτι χτυπητά περιττό στο άλμπουμ. Χωρίς αμφιβολία, ένας ακόμη απλά psych rock δίσκος, αλλά χωρίς να ασχολείται με το δήθεν αδιάφορο για το hype στιλάκι των πιο βαρβάτων του είδους ούτε και να ενδιαφέρεται για τα ψυχολογικά του πρώην indie κοινού που περιμένει ένα ηλιόλουστο reverb για να νιώσει πως οι κιθάρες μετράνε ακόμη. Το ότι καθόλου δεν είμαστε σίγουροι πως οι ίδιοι είναι τόσο αδιάφοροι όσο δείχνει ο δίσκος, κάνει το πράγμα ενδιαφέρον και για τη συνέχεια.
Ακούγοντάς τους θα διαπιστώσουμε πως αυτό που τους διαφοροποιεί ελαφρώς από τους υπόλοιπους της κατηγορίας τους είναι το αίσθημα του fun που διατρέχει τις συνθέσεις τους. Πιο groovy από τους υπόλοιπους και ελαφρώς πιο αέρινοι από όσο φαντάζονται και οι ίδιοι αρχικά τον ήχο τους στο μυαλό τους, καταφέρνουν να ξεγλιστρήσουν από τις αδύναμες στιγμές τους χωρίς να τις αφήσουν ως πομπώδες βάρος στη μέση του πουθενά. Με τα όσα λίγα ξέρουμε από μουσική και μετά από δύο άλμπουμ ρισκάρουμε την πρόβλεψη πως δε θα μας εκπλήξουν με κάποιο αριστούργημα στο μέλλον. Ούτε θα τους βαρεθούμε και εύκολα πάντως.