Past life martyred saints
Στον Παναγιώτη Σταθόπουλο αρέσουν οι ξανθιές (που κολυμπούν στον ελεγχόμενο θόρυβο)
Οι μουσικοκριτικοί κατηγορούνται συχνά πυκνά για μεροληπτικές στάσεις και άνευ λόγου και αιτίας εκθειαστικά κείμενα. Σαφώς και ευσταθούν πολλές φορές οι εν λόγω κατηγορίες, ωστόσο παρουσιάζονται και περιστάσεις που σηκώνουν εκδηλώσεις ενθουσιασμού και συνηγορούν στον όποιο παροξυσμό. Στα μάτια μου, λοιπόν, δεν φθάνει ως προσχεδιασμένη και καινοφανής η μέχρι στιγμής ευρύτατη εκτίμηση κι αποδοχή που χαίρει απ' τα μουσικά media η Erika M. Anderson και το προσωπικό της ντεμπούτο.
H αποκαλυπτική psych/noise folk με την οποία μας συστήθηκε προ τετραετίας με το συγκρότημα των Gowns, δεν έλαβε την προσοχή που της αναλογούσε βάσει της διαφορετικότητάς της, αλλά και του καλλιτεχνικού σθένους που εξέφραζε. Το άλμπουμ τους Broken Bones έμελε να σφραγίσει την σύντομη πορεία τους και να ωθήσει τον ίστρο της Anderson σε νέες διαδρομές. Το σόλο αποτύπωμά της ίσως και να προσιδιάζει σε μια άτυπη ρεβάνς, μια επιστροφή που φέρει ανοιχτές πληγές. Δημιουργεί την εντύπωση μιας do-or-die κίνησης, που το αύριο της μοιάζει μακριά και δίνεται ολοκληρωτικά στο τώρα.
Ηλεκτρακουστικές φόρμες κι εδώ που στην πλειονότητα τους βουτούν σε ελεγχόμενο θόρυβο, που δεν τις αλλοιώνει, ούτε τις υπερκαλύπτει. Αρμοστό παράδειγμα η είσοδος δια των ακόρντων του θεσπέσιου "Grey Ship", η ερμηνεία παραπέμπει σε μια πιο ευέξαπτη εκδοχή της Cat Power και τα riffs κλιμακώνουν την ένταση που κορυφώνεται με μελωδικό τσέλο και την rock ρυθμική βάση που σκάει μετά το πέμπτο εκ των επτά λεπτών. Μετά τι; Το ουράνιο χάος του έπους ονόματι "California", ενός τραγουδιού με ελαφρώς goth οσμή, σαν φωτεινή Zola Jesus, που παρά το σύντομο πέρασμά της, επελαύνει και σπέρνει συνεχώς διαδόχους. Dream pop απ' το synth που κρατά ηχητικά απ' την νεοκυματική εποχή της Βρετανίας, κιθάρες με feedback και reverb που ξυπνούν ήπιες Sonic Youth και My Bloody Valentine ηλεκτρικές εκκενώσεις, φωνή που εγγυάται παραλήρημα.
Το Past Life Martyred Saints αποτελεί ένα φύσει και θέσει έντεχνα ακατέργαστο αμάλγαμα, που δεν θα ακουστεί ποτέ προμελετημένα τέλειο, αλλά ούτε εξοργιστικά χυμαδιό και lo-fi, διότι απλούστατα κουβαλά άλλες ανησυχίες. Αυτές της άρτιας εκπομπής συναισθημάτων μέσα από ήχους και λέξεις που χτυπούν πολλών λογιών ψυχικά καμπανάκια και μαρτυρούν ιδιαιτερότητες. Χωρίς, κατά τα φαινόμενα, να είναι αντισυμβατικό το στυλ που λανσάρει η EMA, δεν στέκεται ως κάτι συνηθισμένο. Ακόμη και στις περισσότερο ποπ απολήξεις της ("Anteroom") ηχεί με ένα αναγνωρίσιμο στίγμα. Άλλοτε γνωστοποιεί ολότελα τις αναφορές της, χωρίς να τις παραλλάσει στιλιζαρισμένα, στροβιλίζοντας αυτές γύρω απ' τον κατάδικό της υφολογικό άξονα. Έτσι εξηγείται, και η ουδόλως περίεργη PJ Harvey νύξη με το εντυπωσιακό "Milkman".
Ό,τι κινείται μέσα στο πλαίσιο των 37 λεπτών άπτεται του γούστου ενός κοινού που αδημονεί για άλμπουμ που δικαιολογούν και τιμούν καθ' ολοκληρία την έννοια του format του δίσκου. Αρκεί μια ακόμη τριάδα ("Marked" - "Breakfast" - "Red Star") με επίκεντρο την αμερικάνικη folk και μοντέρνες ενέσεις ψυχεδέλειας, για να σας πείσει περί της ουσίας του προηγηθέντος σχολίου. Αφεθείτε...