Beyond The Brewery
Ηχητική αναπόληση που επιδιώκει να φύγει απ' τις επιταγές του σήμερα. Του Πάνου Πανότα
Ψάχνοντας μονίμως εκείνες απ' τις εγχώριες κυκλοφορίες στις οποίες, και διαμέσου των οποίων, η σύγχρονη ηλεκτρονική μουσική στην Ελλάδα μπόρεσε κάπως να αλλάξει, είχαμε συναντηθεί με τον Αναστάσιο Κοκκινίδη (υπό το emdy, γραμμένο με μικρό το πρώτο γράμμα) στην επετειακή συλλογή για τα οκτώ χρόνια του Another Fine Project όπου δέκα απόφοιτοι της σχετικής τάξης του Νέου Ωδείου Θεσσαλονίκης έδιναν προς έκδοση δείγματα της δουλειάς τους. Αυτό το '10.
Την ίδια χρονιά άρχισε να εκδίδει μουσική κι η κολεκτίβα των Fun With Nuns, με τον emdy στα μέλη της, και σχεδόν δύο χρόνια αργότερα ήρθε και το αποκλειστικά δικό του ντεμπούτο άλμπουμ με τον λογοπαιγνικό τίτλο "Synchresis". Δίσκος ενδιαφέρων που δικαιούταν την προσοχή αλλά ταυτόχρονα άνοιγε κι αρκετή δουλειά μπροστά του.
Ενόσω όμως ήδη παίζει το καινούργιο "Beyond The Brewery" κι επεξεργαζόμαστε το ότι τελικά η προβληματική του Κοκκινίδη είναι, και πιθανόν ως ένα βαθμό να όφειλε να είναι, σκόπιμα ανεπίλυτη πάνω στη γοητευτικότητα του πειραματικού, μουσικού ηλεκτρονισμού τού δεύτερου μισού των nineties και των αρχών των zeros, διαβάζουμε την πληροφορία πως τα εννιά κομμάτια του φετινού, δεύτερου δίσκου του ηχογραφήθηκαν αρκετά χρόνια πριν κυκλοφορήσει το "Synchresis", την περίοδο '03-'05.
Μολοντούτο, οι διαφορές που έχουν μεταξύ τους οι προσωπικοί δίσκοι του emdy δεν είναι διαλυτικές (το αντίθετο πιθανόν και να αληθεύει). Έστω κι αν μόλις και μετά βίας αυτό καταγράφεται στην κάθε του κυκλοφορία ξεχωριστά και μεμονωμένα, την έως τώρα εκδομένη συνθετική γραφή του Αναστάσιου Κοκκινίδη τη διαπερνά ένα κοινό νήμα. Μας παρέχεται έτσι η δυνατότητα να πιαστούμε απ' όποιο σημείο της διαλέξουμε εμείς, δίχως να ανησυχούμε για τα εύθραυστα όρια της εκλέπτυνσης τούτης της γραφής.
Όταν λοιπόν η κλασικών σπουδών οπτική που ξεπροβάλλει μέσα από τη βιογραφία του ίδιου του emdy συνδυάζεται γόνιμα με άλλα στοιχεία απ' τις πλούσιες -σε αναφορές και νοήματα, αν μη τι άλλο- ηλεκτρονικές παραγωγές των περασμένων δεκαετιών, όπως ήδη τις αναφέραμε, δημιουργείται το μείγμα που με τη σειρά του αποτελεί το ιδανικό καύσιμο για τον ακαταμάχητα στρωτό παλμό που 'χει απ' την αρχή μέχρι το τέλος του το "Beyond The Brewery". Χάρη στη μαυλιστική εσωτερική του κίνηση, ο δίσκος βγαίνει από τα όριά του χωρίς να κατορθώνει το μεγάλο οντολογικό άλμα.
Ωστόσο ελλοχεύει ένας αβέβαιος κίνδυνος κάπου εδώ. Να μείνουμε στο να θαυμάζουμε συνεχώς την αστείρευτη ομορφιά κομματιών σαν το ομότιτλο και το "quenive", σε βάρος της σχεδόν ομοιόμορφης μοναξιάς που ο παρών δίσκος στο σύνολό του καταγράφει. Διότι ό,τι ακούμε στο "Beyond The Brewery" έχει το βάθος ενός έργου πρωτίστως δημιουργημένου μοναχικά το οποίο μοιάζει αναγκασμένο να εκκολάπτει ξανά και ξανά τα μυστήρια της σκέψης του δημιουργού του σε ένα μεγαλοπρεπές λούπινγκ.
Μας καθιστά συμμέτοχους, ίσως και συνένοχους, ο emdy. Σε μια ηχητική αναπόληση που επιδιώκει εξαρχής να φύγει απ' τις επιταγές του σήμερα. Ασκείται δυνατά εν προκειμένω η έλξη των αναλογιών του παρελθόντος, με την λίγο ρετρό μπρος-πίσω κίνηση της μνήμης να προσπαθεί να αναθερμάνει μόνον στιγμές κι εμπειρίες που της έμειναν ως σημαντικές. Προπάντων αυτή είναι η επιτυχία που κάνει το "Beyond The Brewery" να ξεχωρίζει στην όψιμη, μόλις το '16, επικοινωνία του με εμάς.
Ο emdy βγαίνει έξω απ' την εποχή και τον σκληρό πραγματισμό του χρόνου, δίνοντας με χαμηλούς τόνους και με τις μικρότερες συγκρούσεις έναν απ' τους σπουδαιότερους ελληνικούς δίσκους που έχετε να ακούσετε φέτος. Εν κατακλείδι...