Καθετί δεδομένο για τους e.s.t. άλλαξε άρδην σε μία μέρα, όταν ο Esbjorn Svensson κληρώθηκε ξαφνικά για το επέκεινα το Σάββατο της 14ης του περασμένου Ιούνη. Σε τέτοια ούτε επιλαχών να μην είσαι. Ήταν μόλις 44 χρονών, υγιής, και διένυε μία δημιουργικότατη περίοδο, αλλά ποια σημασία έχουν αυτά σαν έχεις χόμπι τις καταδύσεις και κάτι στραβώσει. Δυστύχημα λοιπόν... Στο νησί Varmdon κοντά στη Στοκχόλμη. Πρέπει να κάνεις δεν ξέρω κι εγώ πόσες πλοηγήσεις στο Google Maps για να το βρεις...
Το ...ευτύχημα πάντως ήταν ότι το τρίο είχε ολοκληρώσει νωρίτερα τις ηχογραφήσεις του "Leucocyte", έστω κι αν εν μέσω της αναπάντεχης τραγικότητας έμελλε να είναι το τελευταίο στούντιο άλμπουμ της δισκογραφίας τους. Όταν γραφόταν εντούτοις κανείς δε γνώριζε τι θα ακολουθούσε. Δύο μέρες-διάλειμμα πήρε, μάλλον εξαντλητικές, κατά την αυστραλέζικη τουρ τους, για να σύρουν σε στούντιο του Σίδνει τη σκανδιναβική τους καλλιέργεια και την τρελή χαρά ενός διαθέσιμου αυτοσχεδιασμού μαζί.
Το έχω επαναλάβει ότι τα σχήματα με παραδοσιακό φορμά πιάνο & μπάσο & τύμπανα που άνοιξαν ένα αυτόνομο, εμπεριστατωμένο λήμμα τα τελευταία 30 χρόνια είναι μετρήσιμα - αργά κι ένα προς ένα. "Τι μπορεί να είναι ένα πιανιστικό τρίο που να μην ήταν και πριν;", όπως το έθεσε ο Pat Metheny που τα ήξερε καλά αυτά. Απλά μπορεί να μην είναι τζαζ, να είναι γενικώς μουσική γι' αυτό το μίγμα οργάνων. Όπως οι e.s.t. που πήγαν πιο πέρα απ' την παράδοση, κοίταξαν την εποχή τους και μπρος. Ο Svensson δεν ήταν ο πιανίστας με το κοστούμι που έκανε το καλό κέντρο βάρους γλώσσα του σώματος. Είχε, και το έβγαζε καλή του ώρα, μια "ροκ" να την πω διάθεση, που γινόταν σκέψη, ενέργειες πάνω στο πληκτρολόγιο. Ήταν απρόβλεπτος κι όταν εκρήγνυτο κανείς δεν τολμούσε να προβλέψει πού και πότε θα κατέληγε κάπου. Αλλά με ροπή στην ορίτζιναλ δημιουργία αντί των διασκευών σε χιτ του Ethan Iverson των The Bad Plus, που είναι καλό πεδίο μα σε λιγώνουν μετά την τρίτη φορά όπως είχα πει πέρυσι, και νοιώθω δικαιωμένος.
Οι e.s.t. είχαν (αναγκαστικός ο παρελθόντας χρόνος) το προσόν της συμπαγούς, συμμετοχικής μπάντας. Το interplay ανάμεσα στους τρεις μουσικούς μπορούσε να είναι τόσο τηλεπαθητικό, αλλά και με τόσο σασπένς ταυτόχρονα: ο μπασίστας Dan Berglund χειρίζεται το τετράχορδο μοναδικά, κι όταν γυρίζει τη σκάλα της distortion μηχανής, αυτό που βγαίνει απ' τα ηχεία δεν πιστεύεις ότι προέρχεται απ' αυτόν. Φταίνε και τα electronics που χρησιμοποιούν και ξανά κρύβουν στα credits του οπισθόφυλλου (χρειάζεται να πας πιο μέσα). Ομοίως ο Magnus Ostrom στα ντραμς, συνιδρυτής και παιδικός φίλος του Esbjorn Svensson, ένα τείχος μόνος του. Ανατρέχοντας στο "Viaticum" του 2005, έναν απ' τους πιο εντυπωσιακούς δίσκους σ' όλους του χώρους, τα πλάτη και τα φάρδη της χρονιάς τότε, αλλά κι όχι μόνον, αποδεδειγμένα κανένα άλλο πιανιστικό ανσάμπλ δεν το έφτασε ή το ξεπέρασε στα τέσσερα χρόνια που μεσολάβησαν έκτοτε.
Παρόλη την πικρή του αύρα, η φετινή εσχάτη λίθος της μπάντας είναι σε καλή απόσταση από κείνο το δίσκο αναφοράς όπως εξελίχτηκε, έστω κι αν είναι περισσότερο πειραματική κι αυτοσχεδιαστική κι όχι της δομής όπως ο πρόγονός της. Και το καταλάβεις αμέσως με το που περνάς το εναρκτήριο πρελούδιο και χάνεις την ισορροπία στο μάτι του κυκλώνα των e.s.t., εν προκειμένω πάνω σε μία σπείρα του, το μακροσκελές "Premonition I. Earth", χαρακτηριστικό όλων των παραπάνω και μία απ' τις δύο κορυφώσεις ολόκληρου του cd, η άλλη είναι το "Leucocyte I. Ab Initio" μία ανάσα απ' το post rock πλατύσκαλο.
Ωστόσο, συνολικά λείπει απ' το δίσκο εκείνη η σκοτεινή, ανελικτική ποπ μελωδία του "Viaticum", και περισσεύει η on time φαγούρα χωρίς πάντοτε το υπερβατικό έργο. Αν κι οι e.s.t. απείχαν απ' το τέλος τους μία κατηφόρα που δεν ήταν να διαβούν και το "Leucocyte" δε συνελήφθη για να είναι το κύκνειο άσμα τους, αυτό δεν πρέπει να μας παρασύρει σε ελαφρυντικά ή ό,τι άλλο για τη μικρή του ανισότητα κι ανομοιογένεια ελέω του πώς εξελίχτηκαν τα πράγματα. Είναι όμως μία ιδανική εισαγωγή στο τι έκαναν επί χρόνια, αλλά και το πώς αντιλαμβάνονταν τη δουλειά.