"Μπαμπά έβαλες τις 4 εποχές του Vivaldi;", ρώτησε ο πιτσιρικάς, επηρεασμένος από το μάθημα της μουσικής που έκανε πριν από λίγες μέρες στο ολοήμερο. Αιτία για τη δημιουργία της απορίας του, ήταν η εισαγωγή με βιολί του 'Desperate guys' του opening track του LP "Wet from birth" των Faint. Βέβαια η συνέχεια τον οδήγησε στο συμπέρασμα "α, όχι, καμία σχέση!" και δεν χρειάστηκε να του απαντήσω.
Το "Wet from birth" είναι το 4ο LP των αμερικάνων Faint που δημιουργήθηκαν το 1994. Όπως το απαιτεί η παράδοση, έπαιζαν σε διάφορα μικρά μαγαζιά προσπαθώντας να αποφασίσουν ποιος είναι ο ήχος που τους αντιπροσωπεύει. Στην αρχή δεν ήταν παρά μία ακόμη κιθαριστική μπάντα και μάλλον θα χορτάριαζαν στο χώρο αυτό, μέχρι που ο τραγουδιστής Todd Baechle αποφάσισε ν' ασχοληθεί με τα πλήκτρα, με αποτέλεσμα να στραφούν στον ηλεκτρονικό ήχο, χωρίς όμως να αποποιηθούν τις indie rock ρίζες τους.
Στο "Wet from birth" αναδεικνύονται οι επιρροές τους (Depeche Mode, Human League), αλλά ταυτόχρονα αποδεικνύεται ότι δεν πρόκειται για περίπτωση τυχάρπαστων αντιγραφέων και ότι στην πραγματικότητα είναι ταγμένοι στην ιδέα να είναι συγκρότημα με προσωπικό ήχο, ο οποίος χτίζεται με τα πλήκτρα, τα έγχορδα, την ιδιόμορφη φωνή του Todd Baechle, το παραμορφωμένο μπάσο και την άνεσή τους να συνδυάζουν electropop με χορευτικό beat και rock καταβολές.
Η γενική εκτίμηση οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι το πρώτο μέρος του LP είναι σαφώς πιο ενδιαφέρον από το δεύτερο. Στο εναρκτήριο 'Desperate guys' κυριαρχούν τα τύμπανα, το βιολί και τα φωνητικά, ενώ στην ενορχήστρωση χρησιμοποιούν και άλλα έγχορδα, δίνοντας προς το τέλος του τραγουδιού χώρο στα μπλιμπλίκια. Στο 'How could I forget' η φωνητική μελωδία ρολάρει ευχάριστα, σαν ήρεμο ρυάκι και εναλλάσσεται με συγκρατημένους ηλεκτρονικούς ήχους που παραπέμπουν στους Depeche Mode. Το 'I disappear' είναι προσανατολισμένο στα χορευτικά πατώματα με funky ακόρντα κιθάρας και ταρακουνητική γραμμή μπάσου και με ένα break όπου το μπάσο ακούγεται σαν ερπύστρια τανκ που ξεδιπλώνεται και η φωνή αλλάζει μελωδικό ύφος. Το 'Southern belles in London sing' έχει ένα κενό στην εισαγωγή και ξεκινά με fade in εγχόρδων, διαθέτει πιο γρήγορο beat από τα υπόλοιπα τραγούδια και το μαγικό άγγιγμα στη φωνητική μελωδία, που πλαισιώνεται από ελάχιστα χτυπήματα από τα τύμπανα και πλούσια έγχορδα τα οποία ουσιαστικά δεν συνοδεύουν, αλλά συνομιλούν με τη φωνή. Το καλύτερο track του cdιου. Στο 'Erection' ανασταίνονται ηχητικά ο ασημοφορεμένος Gary Glitter και η χυμώδης μπασίστρια Suzie Quatro (που αποτελούσαν την χαρωπή πτέρυγα του glam rock των 70's, σε αντίθεση βέβαια με τους T Rex που στήριζαν το σοφιστικέ κομμάτι της υπόθεσης).
Στο πρώτο μέρος του 'Paranoia attack' που ακολουθεί, κυριαρχεί η γραμμή του μπάσου και η φωνή που τονίζεται από τις εκρήξεις των πλήκτρων, ενώ στο δεύτερο, η φωνή υποχωρεί και σε πρώτο πλάνο έρχεται το θέμα από τα synthies, που θυμίζει τους στροβιλισμούς του νερού ενός χειμάρρου. Το 'Dropkick the punks' είναι επηρεασμένο από το punk των Stranglers και των Buzzcocks και ξεφεύγει από το γενικό dance κλίμα. Το 'Phone call' με dub-reggae επιρροές, επιταχύνει από κάποιο σημείο και ξαναπέφτει ρυθμικά, τα ακόρντα μιας κιθάρας έρχονται και παρέρχονται και ένα υποτονικό κιθαριστικό σόλο τελειώνει άδοξα την φιλόδοξη συνθετική προσπάθεια. Το 'Symptom finger', η πλέον αδιάφορη στιγμή του άλμπουμ, φέρνει λίγο σε σύνθεση που προέκυψε από νότες που ενώθηκαν τυχαία και απλά ανήκουν στην ίδια κλίμακα. Τα έγχορδα που κλείνουν το τραγούδι δεν σώζουν καν τα προσχήματα. Τέλος το 'Birth' που ρίχνει και την αυλαία, είναι απόλυτα ισορροπημένο, όσον αφορά τη φωνή και τα έγχορδα, αλλά όπως τα περισσότερα τραγούδια του LP είναι μικρό σε διάρκεια, γεγονός που σου στερεί την ολοκλήρωση της ηχοηδονής.
Γενικά το "Wet from birth" έχει ενδιαφέρον, αλλά όχι το κύρος ενός γαμάτου έργου που θα σ' ακολουθεί και μετά από χρόνια. Αυτό ίσως συμβεί μόνο με το υπέρλαμπρο 'Southern belles in London sing' που άνετα του κολλάς τον χαρακτηρισμό "διαχρονικό".