Δεν είναι το νέο άλμπουμ των Knife, αλλά σε μεγάλο βαθμό αντιμετωπίζεται ως τέτοιο. Έστω ως το υποκατάστατο αυτού. Γεγονός που μας υπενθυμίζει και πάλι πόσο εγκληματικά πρωτεύουσα θέση έχουν τα "φωνητικά" στον κόσμο της pop μουσικής. Διότι ό, τι θυμάται ο μέσος περιστασιακός ακροατής του Silent Shout τρία χρόνια μετά δεν είναι τίποτε περισσότερο από τα ψυχρομπιγιορκικά φωνητικά της Karin και ότι λησμόνησε είναι τα ελλειπτικά θολά τοπία του Olof. Της οικογένειας των Dreijer αμφότεροι ασφαλώς...
Καθώς όμως σε όλη τη διάρκεια του Fever Ray υπάρχει άπλετος χώρος για τους λατρεμένους - παρά την ξινίλα τους βοκαλισμούς- , ομού με άπλετη θoλούρα και περίσσευμα μινιμαλισμού στις ενορχηστρώσεις (ποια είναι άραγε η κατάλληλη λέξη για την υπερβολική χρήση μινιμαλιστικών ηχητικών μεθόδων;), ενώ οι όποιες προστριβές είχαν οι Knife με την ορθή pop γραφή υποχωρούν μέχρι που εξαφανίζονται, γίνεται αντιληπτό ότι το ½ του σπουδαιότερου ντουέτου της Σουηδίας προ(σ)καλεί μέχρι και αυτούς που αχνά τη θυμούνται από τα δανεισμένα φωνητικά στο κατά Ε.Ι. αδιάφορο What Else Is There των Royksopp (κατά Σ.Μ. συνολικά αδιάφορο γκρουπ, κατ' εμέ ομοίως) να ασχοληθούν και πάλι μαζί της.
Το Fever Ray είναι φτιαγμένο με τον ίδιο τρόπο που κατασκευάζεται ένα Ford Focus ST ή ένα ζηλευτών επιδόσεων πικάπ της Rega. Άπαντα σηκώνουν πολύ "φτιάξιμο", "πείραγμα", "φινίρισμα", "μοντάρισμα", "μιξάρισμα"... πες το όπως θες. Χωρίς να είναι απαραίτητα ανολοκλήρωτες και οι δέκα συνθέσεις του άλμπουμ σχεδόν απαιτούν να συμπληρωθούν με νέες ιδέες, που είτε θα τις απογειώσουν, είτε απλά θα τις παραμορφώσουν. Σχεδόν επιβάλλεται από τους ίδιους τους δημιουργούς η ανάγκη για ένα Fever Ray Remixed. Ή The Fever Raymixes... για να πούμε και καμιά εξυπνάδα. Χωρίς να εννοούμε πάντως το ξεχασμένο drum machine του Familjen στο frontground του If I Had A Heart. Προσδοκούμε περισσότερη έμπνευση.
Μες στην καλοδεχούμενη ηχητική ομοιογένεια, το Seven ξεχωρίζει για την ακουστική ρυθμικότητα που δεν υποχωρεί μπροστά στο easy listening και θέτει σαφείς όρους και πάλι για την ορθή κρίση της radio friendly ποπ ελεκτρόνικα στα τέλη των 00s. Πιο απαιτητητικό ήδη από τον τίτλο του κάπου προς το τέλος του άλμπουμ, το Keep The Streets Empty For Me για δεύτερη φορά μέσα σε ένα χρόνο μετά το Ninna Nanna των Lulu Rouge υπενθυμίζει ότι το Mezzanine των Massive Attack υπήρξε ένα αδικημένο (από όλους μας) άλμπουμ. Ένα ακόμη σπουδαίο τραγούδι που διατηρεί σε χαμηλές συχνότητες την ευγένεια του ευρωπαϊκού ψύχους και δεν το μολύνει με δύσοσμες dub αναθυμιάσεις από άλλες ηπείρους. Από δίπλα το Triangle Walks, το δεύτερο σε σειρά, αλλα πρώτο σε αξία single του άλμπουμ. Με μπαρόκ ηλεκτρικά ξυλόφωνα και κιτρινισμένη (όπως Yello) σινεμασκόπ διάθεση.
Το ενδεχόμενο ατού του άλμπουμ περιέργως είναι και το στοιχείο που περιορίζει τις δυνατότητες του. Στον ασφαλώς πιο δαιδαλώδη κόσμο των Knife τα φωνητικά της Karin, χωρίς ποτέ να αλλοιώνονται, "δοκιμάζονταν" μέσα από εξαντλητικά φίλτρα και κατέληγαν ως ένα ακόμη ψηφιακό όργανο προς εξυπηρέτηση του τελικού -και αξεπέραστα εθιστικού...- αποτελέσματος. Εδώ πρόκειται για solo project και όλως φυσιολογικά τα φωνητικά παραμένουν κατά βάση "καθαρά" (εξαίρεση η... επιβράδυνση στο Concrete Walls) και κάνουν και ένα βήμα μπροστά από την ηχητική πρωτοπορία, η οποία ούτως ή άλλως εξαντλείται σε γνωστές πλέον κατακτήσεις.
Από τις παγανιστικές μάσκες των Knife, στην ρεαλιστική κόμικ πραγματικότητα στο εξώφυλλο του Fever Ray. Όπως ακριβώς η αυταξία της μουσικής του εν λόγω project υποχωρεί ελαφρώς όταν καλείται σε καθεστώς σύγκρισης με το πρωτογενές υλικό αυτής, έτσι ακριβώς αντιπαρατίθεται και η ρεαλιστική εικόνα στην σχεδιαστική αναπαραγωγή της. Όπως όταν δεν άντεχες την αναμονή για το νέο άλμπουμ των
και ξεγέλαγες τη δίψα σου, χωρίς να ξεδιψάς, με τις σόλο κυκλοφορίες του
Για κάποιο λόγο δυσκολεύομαι να συμπληρώσω τα κενά.
Lend an ear to: Fever